Η ακρίβεια δεν είναι φυσικό φαινόμενο

Η ακρίβεια δεν είναι φυσικό φαινόμενο

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το μεγαλύτερο οικονομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κόσμος σήμερα είναι οι αυξήσεις των τιμών.

Σίγουρα κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως πρόκειται για ένα διεθνές φαινόμενο με αιτίες που βρίσκονται έξω από τα σύνορα της Ελλάδας και προφανώς μακριά από τις δυνατότητές της να επηρεάσει τον πυρήνα του προβλήματος. Εδώ άλλες και άλλες, ισχυρές και πιο εύρωστες οικονομικά χώρες και δεν έχουν καταφέρει προς το παρόν να βρουν λύση.

Όπως συχνά υποστηρίζει και η ελληνική κυβέρνηση, όντως, ο πληθωρισμός είναι εισαγόμενος. Όμως, δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Αλίμονο αν όποτε ανέκυπτε ένα εξωγενές οικονομικό πρόβλημα, σηκώναμε τα χέρια ψηλά και καρτερούσαμε υπομονετικά να μας κάνει τη χάρη και να φύγει μόνο του. Ακόμα και για τα φυσικά φαινόμενα πλέον, υπάρχουν τρόποι παρέμβασης προς όφελος της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας.

Πόσο μάλλον για τα οικονομικά φαινόμενα, η δυνατότητα παρέμβασης στα οποία είναι ιστορικά και επιστημονικά καταγεγραμμένη. Δεν είναι όμως ιδεολογικά παραδεκτή από όλους. Και εκεί είναι ο πυρήνας της αμηχανίας και της αδράνειας που ευθέως όμως απειλεί τις τσέπες των νοικοκυριών και την κατανάλωση των επιχειρήσεων. Αλλά το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο για να αφήνουμε ιδεοληψίες να το διαιωνίζουν.

Η ακρίβεια, αφενός μειώνει το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών, αφετέρου μειώνει τη ροπή τους προς κατανάλωση, πράγμα που έχει σημαντικές συνέπειες στα έσοδα των επιχειρήσεων, στην προοπτική τους, στη διάθεσή τους να παράξουν και προφανώς και στα φορολογικά έσοδα που είναι συνάρτηση της κατανάλωσης, όπως ο ΦΠΑ. Βάζει δηλαδή φωτιά στην καθημερινότητα των πολιτών, υποθηκεύει το την προοπτική του επιχειρείν και βάζει τρικλοποδιές στο δημόσιο προϋπολογισμό φουντώνοντας τα ελλείμματα.

Είναι γνωστό άλλωστε πως το άριστο σημείο ενός φορολογικού συντελεστή δεν είναι το υψηλότερο δυνατό, διότι υπάρχει ένα σημείο, από το οποίο ξεκινάει η μείωση των εσόδων, όσο και αν αυξήσεις τον συντελεστή, ως αποτέλεσμα της μείωσης της κατανάλωσης. Άρα δεν είναι απαραίτητα σωστό πως δεν γίνεται να μειωθεί ο ΦΠΑ (ή άλλοι συντελεστές) γιατί έτσι θα μειωθούν τα δημόσια έσοδα. Τα δημόσια έσοδα θα μειωθούν, ούτως ή άλλως, αν η επίδραση της μείωσης της κατανάλωσης είναι πιο μεγάλη από εκείνη της αύξησης των τιμών.

Εξάλλου, ο δημόσιος προϋπολογισμός είναι ένα εργαλείο για την παγίωση της κοινωνικής ευημερίας, την αύξηση της παραγωγής, τη μεγέθυνση της οικονομίας και την εξάλειψη των ανισοτήτων. Είναι κάτι που πρέπει να χρησιμοποιήσει λελογισμένα μία κυβέρνηση ώστε να διευκολύνει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ενόψει των δυσχερειών που προκαλεί η ακρίβεια.

Το επιχείρημα περί «εκτροχιασμού του προϋπολογισμού» ακυρώνεται στην πράξη, από τη στιγμή που οι παραδοχές πάνω στις οποίες βασίστηκες ο προϋπολογισμός εκτροχιάστηκαν από τον πρώτο κιόλας μήνα του έτους. Απαιτούνται παρεμβάσεις σε τρεις κατευθύνσεις: Πρώτον, ως προς την ενίσχυση των εισοδημάτων (αύξηση μισθών και όχι μόνο του κατώτατου) ώστε να μην καταρρεύσει η κατανάλωση, δεύτερον, ως προς τη μείωση των φόρων για να αποκλιμακωθούν οι τιμές, να διατηρηθεί η κατανάλωση και τα δημόσια έσοδα και τρίτον, σε επίπεδο ελέγχων στην αγορά για διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, όπως ο στρεβλός ανταγωνισμός, τα καρτέλ και η αισχροκέρδεια.

Είναι διπλό ζήτημα. Αφορά τόσο την κοινωνική ευημερία, όσο και τη σταθερότητα της οικονομίας. Κανένα νοικοκυριό και καμία επιχείρηση δεν μπορεί να σταθεί σε αυτές τις συνθήκες, με τα καύσιμα να έχουν φτάσει σε απίστευτα ύψη και την διεθνή συγκυρία να μη δείχνει σημάδια αποκλιμάκωσης. Στην πράξη, λύσεις υπάρχουν για να αποφύγουμε το ακριβό φυσικό αέριο ως κύρια πηγή παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, για να μειώσουμε έστω πρόσκαιρα την αύξηση της τιμής στα καύσιμα (μέσω της μείωσης του φόρου) και για να μην λείψουν ήδη πρώτης ανάγκης από το τραπέζι κανενός σπιτιού.

Αυτό που χρειάζεται είναι να μην βλέπουμε τα οικονομικά προβλήματα σαν φυσικό φαινόμενο και να παρέμβουμε πολιτικά προς όφελος νοικοκυριών και επιχειρήσεων.