H πύλη του ταξιδιού χωρίς επιστροφή
Ο Νταβίντ Ντιόπ ζωγραφίζει με λέξεις, κάνει κάθε συναίσθημα εικόνα και επιβεβαιώνει την άνοδο της αφρικανικής λογοτεχνίας
Το βραβευμένο «Τη νύχτα όλα τα αίματα είναι μαύρα» μας έφερε σε επαφή με αυτόν τον σπουδαίο συγγραφέα. Από το δίνη του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918), την αίσθηση του χρέους, την εκδίκηση ως ένστικτο, τον «δαίμονα του θανάτου», τη δισυπόστατη φύση, την ενσυναίσθηση και την ευθύνη ταξιδεύουμε χρόνια πίσω κι αγκαλιάζουμε το άγνωστο στο ευρύ κοινό 1750. Μία διαφορετική έκφανση της βίας του ανθρώπου ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη που μαγεύεται από την ιστορία του Ντιόπ και μέχρι την τελευταία σελίδα διαβάζει απνευστί όσα μας διηγείται.
Ήδη από το εξώφυλλο (Victor Ekpuk, Vigilante 2) αντιλαμβανόμαστε πως θα έρθουμε αντιμέτωποι με ένα έργο τέχνης υψίστης συμβολικής σημασίας κι αισθητικής. Ο Αντανσόν, βοτανολόγος ταξιδεύει για να ανακαλύψει την μαγεία της χλωρίδας στην Αφρική. Η μοίρα όμως του επιφυλάσσει ένα περίεργο παιχνίδι. Στη Σενεγάλη γνωρίζει τη Μαράμ και μαζί της έναν κόσμο που τον σοκάρει. Δημιουργείται ένα κομψοτέχνημα που από την μία απεικονίζει την ανεξάντλητη δύναμη της μητέρας-φύσης κι από την άλλη το σκοτάδι και τον πόνο που προκαλεί η αποικιοκρατία κι οι συνέπειές της στους γηγενείς κατοίκους. Ήδη από τις πρώτες σελίδες οι παραστατικές περιγραφές εγκλωβίζουν το «θύμα».
Πάθος για την ίδια τη γραφή και τη δημιουργία, λυρισμός και ποιητικότητα στην αφήγηση σφραγίζουν το έργο. Ημερολόγια ενός ανθρώπου που ανοίγουν σελίδα σελίδα και φέρνουν στο φως το παλινδρομικό κύμα των ανθρώπινων γενεών. Ο ίδιος ο Ντιόπ σαν άλλος Όμηρος χρησιμοποιεί τον «αναχρονισμό» εντάσσοντας στο έργο του στοιχεία της εποχής του κι ας μιλάει για πολλά πολλά χρόνια πριν. Με αυτόν τον τρόπο εκτός των άλλων το ξετύλιγμα της πλοκής αποκτά έναν βιωματικό χαρακτήρα. Ένας αληθινός γλωσσοπλάστης με το χάρισμα να κάνει την εικόνα και τα συναισθήματα λέξεις. Στην απόδοσή τους συμβάλλει τα μέγιστα και η Αλεξάνδρα Κωσταράκου με την εξαιρετική της μετάφραση.
«Όταν περνάει κανείς την πύλη του άλλου κόσμου, δε διαβαίνει μαζί του και η αιδώς». Ο Ντιόπ έχει την μοναδική ικανότητα να λειάνει τα γεγονότα μέσα από τη σύνθεση των γραμμάτων και των επιθέτων με τα ουσιαστικά. Ιχνηλατεί ποικίλες πορείες στον δρόμο για την ηγεμονία της Ευρώπης που βασίστηκε στο αίμα. Ο ζωώδης τρόμος που επιβεβαιώνει εμφατικά ότι ο άνθρωπος είναι μέρος του ζωικού βασιλείου και η τρυφερότητα συνυπάρχουν αρμονικά κι ας φαντάζει σχήμα οξύμωρο. Τα φίλτρα στον σκληρό, στον ωμό ρεαλισμό δίνουν την ευκαιρία για μία ανάσα. Τα γεγονότα είναι βαριά. Υπάρχει η ελπίδα πως η ισορροπία θα επέλθει, ωστόσο ο χρόνος μάλλον δε δικαιώνει τους αισιόδοξους που φαντάζουν στο πέρασμά του ρομαντικοί.
Καθ΄όλη τη δαιδαλώδη διαδρομή αναζητείται μία αχτίδα ελπίδας, ένα περιθώριο διαφυγής. «Δεν υπάρχει αθανασία σε αυτόν τον κόσμο». Μάταια. Οι ισχυροί αποφασίζουν και εκτελούν. Δε ρωτούν, δε νιώθουν τύψεις, δεν έχουν καμία διάθεση συζήτησης και διαλόγου. Εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους και στην εποχή μας πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τις αλυσιδωτές εξελίξεις που αφορούν την κλιματική αλλαγή δεν υπάρχουν. Το έργο αποκτά επίκαιρο χαρακτήρα και συγχρόνως διαχρονικότητα. Δεν έχει σε κανένα σημείο του όμως διδακτικό χαρακτήρα, το πετυχαίνει από τον δύσκολο δρόμο της περισυλλογής και της τροφής για σκέψη.
Νόμπελ Λογοτεχνίας, Βραβεία Goncourt και Booker έρχονται απλά να επιβεβαιώσουν την άνοδο της αφρικανικής λογοτεχνίας που θυμίζει την αντίστοιχη του ασιατικού κινηματογράφου. Ο Πολιτισμός και η Τέχνη έρχονται ως απαντήσεις, ως συνειδητές επιλογές σε μία περίοδο συνεχούς «από-πολιτικοποίησης» σε παγκόσμια κλίμακα. Οι σκεπτόμενοι αναζητούν τη λύτρωση της ψυχής σε ότι νιώθουν πως τους ανάγει προς το εξιδανικευμένο. Η λογοτεχνία, όπως και το σινεμά έχουν αυτή τη δύναμη κι όσοι το συνειδητοποιήσουν έγκαιρα θα είναι ένα βήμα πιο κοντά στην προσωπική τους σωτήρια και στη δυνατότητα με καθαρό μυαλό να ενεργοποιήσουν πλατιές μάζες.