«Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία»: Για το Ιράν που φλέγεται

Η Κική Αραβίδου αρθρογραφεί στο TheOpinion.

«Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία»: Για το Ιράν που φλέγεται
ΠΗΓΗ: TWITTER

Η Κική Αραβίδου αρθρογραφεί στο TheOpinion. Η Κ. Αραβίδου είναι συνιδρύτρια της ομάδας για την γυναικεία ενδυνάμωση και τα γυναικεία δικαιώματα SHE-Society for Help & Empowerment.

Οι εικόνες είναι ανατριχιαστικές και συγκινητικές ταυτόχρονα. Μια μητέρα «προκαλεί» χωρίς μαντήλα στα μαλλιά, οι κόρες της δίπλα της. Γυναίκες χορεύοντας πλησιάζουν την φωτιά και πετάνε μέσα το χιτζάμπ που φορούσαν. Άλλες συμβολικά κόβουν τα μαλλιά τους.

Με δέος παρατηρούμε τις γυναίκες, που ξεπερνώντας τον φόβο, σε μια πράξη απίστευτου θάρρους, έχουν βγει στους δρόμους και  στέκονται απέναντι σε ένα καθεστώς αυταρχικό και βίαιο, απέναντι στην οπλισμένη αστυνομία. Έχοντας ξεπεράσει πια την αρχική διαμαρτυρία γα το χιτζάμπ, το σύνθημα «Γυναίκες, Ζωή, Ελευθερία» είναι μια κραυγή κατά της αδικίας, υπέρ της ελευθερίας και των δικαιωμάτων τους. Η κατάργηση του χιτζάμπ είναι μέρος των ευρύτερων διεκδικήσεων τους, μαζί με το διαζύγιο, την επιμέλεια των παιδιών, το δικαίωμα στην εργασία και στη μετακίνηση χωρίς την συνοδεία αντρών και άλλων πολλών διακρίσεων.

Την εξέγερση πυροδότησε ο θάνατος της 22χρονης Μαχσά Αμινί – Τζίνα είναι το κουρδικό όνομα της- μετά την σύλληψη της από την Αστυνομία Ηθών γιατί φορούσε λάθος το χιτζάμπ.  Η επίσημη αιτιολόγηση είναι ότι έπαθε καρδιακή προσβολή καθώς «εκπαιδευόταν στον νόμο».  Η Διεθνής Αμνηστία αναφέρει σχετικά: «Οι γυναίκες και τα κορίτσια – ακόμα και όσα δεν ξεπερνούν τα επτά έτη- είναι αναγκασμένα να καλύπτουν τα μαλλιά τους με μια μαντήλα πάρα τη θέληση τους». Η Αστυνομία Ηθών ελέγχει τα πάντα: ρούχα, μαλλιά, μακιγιάζ. Σε μια έξαρση των φαινομένων βίας από ομάδες επιβολής της θρησκευτικής ορθότητας, οι τιμωρίες είναι σύλληψη, φυλάκιση, μαστίγωμα ή πρόστιμο. Όμως οι γυναίκες στο Ιράν δεν είναι η πρώτη φορά που διαμαρτύρονται. Εδώ και χρόνια παλεύουν για τα δικαιώματα τους και τιμωρούνται για αυτό. Οι αιτίες της αντίστασης είναι βαθιά ριζωμένες.

Το 1979 όταν επιβλήθηκε το χιτζάμπ, οι γυναίκες βγήκαν στους δρόμους. Στην πορεία των χρόνων διαφοροποιούνταν το τι είναι υποχρεωμένες να φορούν, ο σημερινός Πρόεδρος όμως, Εμπραχίμ Ραϊσί,  εφαρμόζει ακραία σκληροπυρηνική γραμμή. Μάλιστα στις 15 Αυγούστου με διάταγμα του αυξήθηκε η τιμωρία των γυναικών που αναρτούν διαδικτυακό περιεχόμενο κατά του χιτζάμπ. Την Πέμπτη 22/9/22 ακυρώθηκε συνέντευξη του στην Βρετανο-Ιρανή ανταποκρίτρια του CNN Κριστιάν Αμανπούρ, γιατί δεν συμμορφώθηκε στην απαίτηση του να φορέσει χιτζάμπ ως ένδειξη «σεβασμού». Η Αμανπούρ αποχώρησε λέγοντας «είμαστε στην Νέα Υόρκη και δεν υπάρχει νόμος ή παράδοση σε σχέση με το χιτζάμπ», προκαλώντας διαδικτυακά κύματα υποστήριξης της. Για τον Ραϊσί όμως ήταν σημαντικό να δώσει ένα μήνυμα υποταγής, την ώρα που στην χώρα του συμβαίνει μία εξέγερση.

Στο Ιράν και πριν την Μαχσά Αμινί, πολλές γυναίκες έγιναν σύμβολα αντίστασης. Το 2017 η 31χρονη Βίντα Μοβαχεντί, ανέβηκε σε ένα κουτί στο κέντρο της Τεχεράνης, έβγαλε το χιτζάμπ ανεμίζοντας το μπροστά σε ένα πλήθος κόσμου. Η πράξη της ξεκίνησε μια οργανωμένη διαμαρτυρία με πολλές άλλες γυναίκες να ακολουθούν το παράδειγμα της.

Το 2019 η 29χρονη η Σαχάρ Κονταγιάρι αυτοπυρπολήθηκε μετά την σύλληψη της επειδή μπήκε κρυφά σε ένα παιχνίδι αντρικού ποδοσφαίρου. Η Ιρανική κυβέρνηση κατόπιν της πίεσης των Διεθνών Ομοσπονδιών Ποδοσφαίρου, που ακολούθησε τον θάνατο της Σαχάρ, αναγκάστηκε να αλλάξει τον νόμο και επέτρεψε στις γυναίκες να παρακολουθούν ποδόσφαιρο, βέβαια από συγκεκριμένες υποβαθμισμένες θέσεις.  Την ίδια χρονιά η Νασρίν Σοτουντέ, γνωστή δικηγόρος ειδικευμένη στα ανθρώπινα δικαιώματα, που υπερασπιζόταν γυναίκες που είχαν βγάλει το χιτζάμπ, καταδικάστηκε σε 38 χρόνια φυλακή και 148 μαστιγώματα.

Τέτοιου μεγέθους διαμαρτυρίες όμως, με επίκεντρο τα γυναικεία δικαιώματα δεν είχαν ξαναγίνει. Τις βλέπουμε να κλιμακώνονται εν μέσω θυμού, να προστίθενται όλο και περισσότεροι άνθρωποι, γυναίκες και άντρες και τα αιτήματα να γίνονται ευρύτερα:  για τους θρησκευτικούς κανόνες και την οικονομία, την διαφθορά και την κακή διοίκηση. Άλλωστε οι κυρώσεις που επέβαλλαν οι ΗΠΑ και καταστρέφουν την οικονομία, έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην ζωή όλων των ανθρώπων, όμως όπως παντού όπου υπάρχει φτώχια, οι γυναίκες υποφέρουν περισσότερο.

Η απάντηση της Κυβέρνησης είναι η βίαιη καταστολή. Μετράμε 36 νεκρούς στις έξι μέρες που ξεκίνησε η εξέγερση, αυστηρά μέτρα κατά του διαδικτύου και της πρόσβασης σε πλατφόρμες όπως το Instagram και το WhatsApp και υπάρχει ο φόβος της περαιτέρω κλιμάκωσης με την επιστροφή του Προέδρου από την Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στην Νέα Υόρκη.  Η προσπάθεια να χαλιναγωγηθεί ένα κίνημα διαμαρτυρίας που βασίζεται στα social media είχε επαναληφθεί το 2019 όταν είχε ξαναβγεί ο κόσμος στους δρόμους αντιδρώντας στην αύξηση των καυσίμων. Τότε η κυβέρνηση έκλεισε την πρόσβαση στο διαδίκτυο για αρκετές μέρες, οι διαδηλωτές αντιμετωπίστηκαν πάλι με όπλα και γύρω στα 360 άτομα υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν.  

Το Ιράν είναι από τα πρώτα καθεστώτα που έβαλε φραγμούς στην κοινωνική δικτύωση το 2009 με την  «Πράσινη επανάσταση» όταν φοιτητές και η μεσαία τάξη αμφισβητούσαν την επανεκλογή του τότε Προέδρου Μαχμούτ Αχμεντινετζάντ. Πάλι οι αρχές αντιμετώπισαν τους διαδηλωτές με ξύλο, συλλήψεις και σκοτωμούς. Πάλι μια νέα γυναίκα, η Νέντα Αγκά Σολτάν, που σκοτώθηκε από ελεύθερο σκοπευτή, έγινε το σύμβολο της εξέγερσης.

Το συγκεκριμένο θεοκρατικό καθεστώς ορίζεται από την πολιτική που κάνει στα σώματα των γυναικών, αφού οι νόμοι του μόνο σκοπό έχουν τη διάκριση των γυναικών και την παραβίαση δικαιωμάτων όπως της ελευθερίας της έκφρασης, της ισότητας και της προστασίας της ιδιωτικής ζωής. Και για μια ακόμη φορά γίνεται κατανοητό ότι είναι οι γυναίκες που από μόνες τους θα πρέπει να δώσουν λύση, να βγουν μπροστά, να είναι αλληλέγγυες. Ότι η ιστορία της καταπίεσης είναι ταυτόχρονα μια ιστορία ανθεκτικότητας.  Και ότι αυτό που εμείς μπορούμε να κάνουμε είναι να μεγεθύνουμε την φωνή τους.