Φωτοβολταϊκά σε ταράτσες πολυκατοικιών: Από νεκρός χώρος σε ασπίδα απέναντι στην ενεργειακή κρίση
Αρθρογραφεί στο TheOpinion ο Φίλιππος Γκανούλης, πολιτικός Μηχανικός ειδικός σε θέματα Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού, πρώην Περιφερειακός Σύμβουλος
Τα τελευταία χρόνια η ενεργειακή κρίση έχει μετατραπεί σε μόνιμη πηγή ανασφάλειας για τα νοικοκυριά. Οι λογαριασμοί ρεύματος δεν είναι πια μια σταθερή δαπάνη, αλλά ένας παράγοντας άγχους που εξαρτάται από διεθνείς τιμές καυσίμων, γεωπολιτικές εντάσεις και ρυθμιστικές επιλογές. Την ίδια στιγμή, πάνω από τα κεφάλια εκατομμυρίων πολιτών στις ελληνικές πόλεις απλώνεται ένας σχεδόν ανεκμετάλλευτος πόρος: οι ταράτσες των πολυκατοικιών.
Τα φωτοβολταϊκά σε στέγες και δώματα πολυκατοικιών αποτελούν ένα από τα πιο ρεαλιστικά εργαλεία για να μειωθεί η εξάρτηση από τις διακυμάνσεις της αγοράς ενέργειας. Πρόκειται για συστήματα λίγων έως αρκετών κιλοβάτ, τα οποία εγκαθίστανται στην ταράτσα και μπορούν να καλύψουν τόσο τα κοινόχρηστα (ασανσέρ, φωτισμό, αντλίες, θέρμανση κλιμακοστασίου) όσο και, μέσω αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό, μέρος της κατανάλωσης των διαμερισμάτων. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι ένα μέρος της ενέργειας που απαιτείται για τη λειτουργία της πολυκατοικίας παράγεται επιτόπου, από τον ήλιο, και ο λογαριασμός ρεύματος μειώνεται αισθητά.
Για πολλά χρόνια, το βασικό εμπόδιο δεν ήταν η τεχνολογία, αλλά το θεσμικό πλαίσιο. Η ανάγκη για ομοφωνία με εξαιρετικά υψηλές πλειοψηφίες στις συνελεύσεις πολυκατοικιών καθιστούσε σχεδόν αδύνατη οποιαδήποτε κοινή επένδυση στην ταράτσα, ακόμη κι όταν η πλειοψηφία των ιδιοκτητών το επιθυμούσε. Οι πρόσφατες ρυθμίσεις που επιτρέπουν τη λήψη απόφασης με απόλυτη πλειοψηφία (51% των χιλιοστών) για την εγκατάσταση συστημάτων ΑΠΕ σε κοινόχρηστους χώρους αποτελούν ένα σημαντικό βήμα απελευθέρωσης αυτού του δυναμικού. Η ταράτσα μπορεί να παύσει να είναι ένας νεκρός χώρος και μπορεί να γίνει κοινό ενεργειακό κεφάλαιο του κτιρίου.
Η ουσιαστική αξιοποίηση των ταρατσών προϋποθέτει βέβαια και ώριμο θεσμικό πλαίσιο αυτοπαραγωγής. Η μετάβαση από το κλασικό net metering, όπου η ενέργεια που παράγει ο πολίτης συμψηφίζεται σχεδόν ισότιμα με την ενέργεια που καταναλώνει, σε σχήματα net billing, όπου η παραγόμενη ενέργεια αποζημιώνεται με διαφορετικό τρόπο από την τιμή λιανικής, έχει δημιουργήσει ένα νέο τοπίο.
Για τον μικρό αυτοπαραγωγό σε πολυκατοικία, ένα στενά τιμολογιακό net billing μεταφέρει σε μεγάλο βαθμό τον κίνδυνο των διακυμάνσεων τιμής στον ίδιο, μειώνει την προβλεψιμότητα της απόσβεσης και ενδέχεται να αποθαρρύνει τις μικρές συλλογικές επενδύσεις. Αυτό σημαίνει πως είναι αναγκαία θεσμικά η επιστροφή στη λογική ενός καθαρού ενεργειακού συμψηφισμού, αντί μιας στενής εκδοχής net billing που απομειώνει την αξία της παραγόμενης κιλοβατώρας και, τελικά, την ελκυστικότητα της επένδυσης.
Ενδεικτικά, σε μια τυπική πολυκατοικία στη Θεσσαλονίκη με οκτώ διαμερίσματα, όπου η μέση ετήσια κατανάλωση ανά νοικοκυριό είναι περίπου 4.000 kWh (δηλαδή συνολικά περί τις 32.000 kWh τον χρόνο), ένα φωτοβολταϊκό σύστημα 10 kWp στην ταράτσα μπορεί, με τα δεδομένα ηλιοφάνειας της περιοχής, να παράγει της τάξης των 13.000–13.500 kWh ετησίως. Αυτό σημαίνει ότι η πολυκατοικία μπορεί να καλύψει μέσω της ταράτσας περίπου το 40% της ετήσιας κατανάλωσής της, μειώνοντας ανάλογα την εξάρτησή της από τις διακυμάνσεις των τιμών του ρεύματος.
Αν, για λόγους τάξης μεγέθους, θεωρήσουμε μια μέση τελική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας για τα νοικοκυριά γύρω στα 0,23 €/kWh, το ετήσιο οικονομικό όφελος από αυτή την παραγωγή προσεγγίζει τα 3.000 ευρώ, δηλαδή περίπου 370–380 ευρώ τον χρόνο ανά διαμέρισμα, εφόσον υπάρξει δίκαιος ενεργειακός συμψηφισμός. Με βάση τις σημερινές τιμές αγοράς, ένα πλήρες σύστημα 10 kWp σε ταράτσα πολυκατοικίας χωρίς αποθήκευση, με υλικά, μελέτη και εγκατάσταση, κοστίζει ενδεικτικά 7.500–9.500 ευρώ, ανάλογα με τον εξοπλισμό και τη γεωμετρία της στέγης.
Σε αυτό το επίπεδο κόστους, ο ονομαστικός χρόνος απόσβεσης για μια τέτοια επένδυση διαμορφώνεται περίπου στην τάξη των 3–4 ετών χωρίς καμία επιδότηση, ενώ σε περιπτώσεις όπου αξιοποιούνται προγράμματα ενίσχυσης (με επιδοτήσεις που μπορούν να φτάσουν ακόμη και το 50–65% του αρχικού κόστους), ο πραγματικός χρόνος απόσβεσης συμπιέζεται ακόμη περισσότερο, καθιστώντας την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στην ταράτσα ιδιαίτερα ελκυστική για μια μέση αστική πολυκατοικία.
Δίπλα σε αυτή τη λύση των ταρατσών, τα τελευταία χρόνια αναδύθηκαν και τα μικρά φωτοβολταϊκά μπαλκονιού – πρίζας. Πρόκειται για συστήματα ενός–δύο πάνελ με μικρομετατροπέα, που μπορούν να μειώσουν ένα σταθερό κομμάτι της ημερήσιας κατανάλωσης, ιδίως σε διαμερίσματα χωρίς άμεση πρόσβαση στην ταράτσα. Σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν θεσπιστεί απλουστευμένοι κανόνες για τέτοιες μικρές εγκαταστάσεις έως 800 W, με απλή γνωστοποίηση και ελάχιστη γραφειοκρατία. Στην Ελλάδα, το ειδικό, ελαφρύτερο πλαίσιο για τα φωτοβολταϊκά μπαλκονιού βρίσκεται ακόμη υπό διαμόρφωση· είναι όμως σαφές ότι μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά, δίνοντας μια πρώτη, χαμηλού κόστους «είσοδο» στην αυτοπαραγωγή για ενοικιαστές και νοικοκυριά με περιορισμένες δυνατότητες.
Τα οφέλη από την αξιοποίηση των φωτοβολταϊκών στα κτίρια είναι πολλαπλά. Οικονομικά, ένα καλά μελετημένο σύστημα μπορεί να μειώσει τον λογαριασμό ενός διαμερίσματος ή των κοινόχρηστων δαπανών κατά σημαντικό ποσοστό, ανάλογα με το μέγεθος και το προφίλ κατανάλωσης. Περιβαλλοντικά, μειώνει τις εκπομπές, βελτιώνει την ενεργειακή απόδοση του κτιρίου και συμβάλλει στον περιορισμό του φαινομένου της θερμικής νησίδας στην πόλη. Κοινωνικά, δίνει τη δυνατότητα συλλογικής επένδυσης σε μια κοινή υποδομή, ιδιαίτερα αν συνδυαστεί με προγράμματα ενίσχυσης για ευάλωτα νοικοκυριά.
Σε μια περίοδο όπου η ενεργειακή ασφάλεια δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε ταράτσες πολυκατοικιών, με ουσιαστική μείωση των θεσμικών και γραφειοκρατικών εμποδίων και με ένα πλαίσιο αυτοπαραγωγής που προσεγγίζει τη λογική του net metering, δεν είναι απλώς τεχνική επιλογή. Είναι επιλογή κοινωνικής δικαιοσύνης και βιώσιμης μετάβασης: το αν οι πόλεις μας θα συνεχίσουν να πληρώνουν ακριβά την ενέργεια που καταναλώνουν ή αν θα αξιοποιήσουν, συλλογικά, τον ήλιο που τις φωτίζει.