Δυο χρόνια ψυχοθεραπεία και η ζωή είναι αλλιώς

Προσπαθώ να σκεφτώ τρόπους για να ξεκινήσω να γράφω και δεν είμαι σίγουρη πότε ακριβώς έγινε η αρχή.

Δυο χρόνια ψυχοθεραπεία και η ζωή είναι αλλιώς

Όταν ήμουν 22 χρόνων, αντιμετωπίσαμε ένα οικογενειακό ζήτημα, το οποίο μας οδήγησε στην οικογενειακή ψυχοθεραπεία. Αυτή ήταν η αφορμή για να διαπιστώσω πως αυτό το «άθλημα» έχει φτιαχτεί για εμένα. 

Γράφει η Λυδία Βήτα 

Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες του περιστατικού, θα πω μόνο πως μετά από 2 μήνες οικογενειακής ψυχανάλυσης, ένιωσα την ανάγκη να κάνω ατομικές συνεδρίες. Έτσι κι έγινε.

Έπειτα από 12 συνεδρίες, σταμάτησα. Δεν ήταν κάτι που το ήθελα, αλλά καθώς το πρόγραμμα που είχα ενταχθεί ήταν δωρεάν, (υπάρχουν κέντρα ψυχικής υγείας στους δήμους – αν σας ενδιαφέρει μπορείτε να το ψάξετε) δεν είχα άλλη επιλογή.

Αυτές τις 12 συνεδρίες, τις κράτησα ως φυλακτό κι έγιναν η αρχή για να ξεκινήσω να ψάχνω το μέσα μου. Έψαξα και βρήκα βιβλία που διάβασα, ακολούθησα την πρόταση του τότε ψυχοθεραπευτή μου να γράφω όσα περισσότερα νιώθω, έψαχνα ταινίες και ντοκιμαντέρ για την ψυχική υγεία, διάβαζα άρθρα και προσπαθούσα να καταλάβω με βάση αυτά που είχα ήδη συζητήσει πώς μπορώ να με βοηθάω περισσότερο.

Μετά από 7 χρόνια στα οποία είχα κάνει κάποια βήματα και με αφορμή τον εγκλεισμό στο σπίτι λόγω κορονοϊού, ένιωσα την ανάγκη να ψαχτώ για κάτι πιο μόνιμο κι επι πληρωμή.

Ήταν 8 Μαΐου 2021 όταν μπήκα στο γραφείο της ψυχοθεραπεύτριας η οποία εν τέλη έγινε η συνοδηγός μου σε αυτό το ταξίδι.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι έκατσα στην αναπαυτική της καρέκλα και ήμουν τόσο έτοιμη να μιλήσω που απλά δεν πήρα ανάσα. «Αράδιασα» στο γραφείο της μπροστά (όπως μου είπε η ίδια αργότερα) 12 θέματα. Το φαντάζεσαι; 12 θέματα σε λιγότερο από 60’. Κι εκεί κατάλαβα, πως όλα τα προηγούμενα χρόνια, είχα γλείψει μια σπιθαμή από την βάση του παγόβουνου. Ούτε καν ολόκληρη την βάση.

Ξεκινήσαμε ένα ταξίδι το οποίο έχει διάρκεια 730 ημέρες και παραπάνω από 100 ώρες και μπορώ να σου πω με σιγουριά ότι ήταν η καλύτερη επένδυση χρόνου που έκανα ποτέ στην ζωή μου.

Αυτό που με κέρδισε και με έκανε να συνεχίσω να πηγαίνω, ήταν ο τρόπος που ξεκινήσαμε να δουλεύουμε. Η ίδια η ψυχολόγος, μου εξήγησε πως θα ήταν πολύ πιο σημαντικό να μου κάνει κάποια ψυχοθεραπευτικά τεστ για να μπορέσει να σκιαγραφήσει τον χαρακτήρα μου, παρά να πηγαίνω εκεί κάθε εβδομάδα και να λέω «τα προβληματά μου» «έτσι», χωρίς σκοπό.

Ξεκίνησα λοιπόν την διαδικασία αυτή και 2 εβδομάδες αργότερα, ήρθε στα χέρια μου, το σκιαγράφημα της ψυχής μου. Κοιτούσα τα αποτελέσματα και δεν μπορούσα να το πιστέψω. Όλα όσα είχε «βγάλει» ήταν ακριβώς εγώ. Εγώ ως άνθρωπος όπως ήμουν πραγματικά, όχι όπως έδειχνα στους άλλους ότι θέλω να είμαι. Όχι όπως με έβλεπαν οι άλλοι μέσα από τα δικά τους μάτια, αλλά όπως ήμουν στις σκοτεινές ημέρες και στις φωτεινές νύχτες.

Οι πρώτες συνεδρίες με ζορίσαν. Με έφεραν αντιμέτωπη με τον εαυτό μου, με θύμωσαν, με πλήγωσαν, με πόνεσαν πολύ. Ένιωθα όλα αυτά τα καταπιεσμένα συναισθήματα που είχα, να ανεβαίνουν από το στομάχι στο στήθος μου και έφευγα από τις συνεδρίες με ένα έξτρα βάρος το οποίο -τότε- ένιωθα ότι δεν με βοηθάει.

Τουναντίον, θεωρούσα πως όλο αυτό είναι ένα τεράστιο λάθος και πως δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να βασανίζομαι έτσι.

Μετά από δυο μήνες…ξεκίνησα να βλέπω το φως. Ξεκίνησα να επεξεργάζομαι τα συναισθήματα, τις συμπεριφορές μου, τον τρόπο που θέλω να βλέπω τα πράγματα, να παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου, να μην μιλάω αλλά να ακούω και τους άλλους κι εμένα και ξαφνικά, ξεκίνησα να αναπνέω καλύτερα. Να φεύγω με λιγότερο βάρος από τις συνεδρίες και να φέρνω περισσότερα πράγματα στο «τραπέζι» για τις επόμενες.

Στον χρόνο επάνω, είδα τις πρώτες αλλαγές. Είχε ξεκινήσει να χτίζεται σιγά – σιγά η αυτοεκτίμηση μου, να μπαίνουν όρια στους γύρω μου, να περνάω καλύτερα με τον εαυτό μου και να διαπιστώνω πόσο σημαντικό είναι να με έχω προτεραιότητα σε ένα σύνολο που πάντα με είχα και με είχε στο τέλος. Αντιλήφθηκα ποια τραύματα από αυτά είναι δικά μου, ποια είναι των γονιών μου, ποια είναι της κοινωνίας και ποια είναι των ανθρώπων που είτε ήταν στη ζωή μου φιλικά, είτε ήταν ερωτικά.

Μετά από αυτό το διάστημα, ξεκίνησα την «τακτοποίηση» όπως την ονομάζει και η συνοδηγός μου. Τακτοποίησα το σπίτι μου, τα πράγματα μου, τις συνήθειες μου, τους ανθρώπους γύρω μου, τους ανθρώπους μακριά από εμένα, την οικογένεια μου και τις συντροφικές παρέες. Κι από αυτό το σημείο και μετά, ξεκίνησαν οι αλλαγές και από την απέναντι πλευρά. Θυμός, δυσαρέσκεια, χειριστική συμπεριφορά, «μουτράκια», εντάσεις, κόντρες και σιωπές. Γιατί; Γιατί ξεκίνησα να αλλάζω κι αυτό κάποιους δεν τους «βόλευε». Τους προκαλούσε ταραχή η δίκη μου αλλαγή παρ’όλο που τότε δεν ήταν η απόλυτη, αλλά η επιφανειακή.

Έβαλα στον «πάγο» την οικογένεια μου. Ξεκίνησα να μιλάω για πράγματα που με ενοχλούσαν και δεν με έκαναν να νιώθω καλά. Έβαλα όριο στην γονεϊκή σχέση, είδα την αδερφή μου με άλλο μάτι και τους υπόλοιπους στενούς συγγενείς, πιο καθαρά απο ποτέ.

«Άφησα» ανθρώπους οι οποίοι δεν ήταν «σωστοί» για εμένα και με «άφησαν» άνθρωποι που δεν ήμουν «σωστή» για εκείνους. Οριοθετήθηκα στην ερωτική μου σχέση, την είδα ως τρίτο μάτι, την έφερα κοντά μου, μόνο και μόνο για να διαπιστώσω πως δεν ήταν αυτή που ήθελα, ούτε αυτή που ποθούσα.

Έπειτα, άλλαξα δουλειά, έφυγα από τοξικά περιβάλλοντα, άλλαξα συνεργάτες, προχώρησα σε κάποια σεμινάρια που βελτίωσαν την δουλειά μου και η αναπνοή μου έγινε ακόμη καλύτερη. Ένιωθα το οξυγόνο γύρω μου σαν να βρίσκομαι σε υψόμετρο στον Όλυμπο.

Για εσένα που με διαβάσεις, ίσως όλα αυτά να σου φαίνονται εύκολα ζητήματα, απο την άλλη πλευρά για εσένα που με διαβάζεις, ξέρεις πως δεν είναι. Ίσως επιδερμικά, κάποια πράγματα να τα έκανα και πριν. Αλλά σε καμία περίπτωση με τον ίδιο τρόπο και σε καμία περίπτωση με το ίδιο αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα που εγώ θεωρώ «σωστό», όχι το γενικότερο.

Φτάνουμε στο σήμερα. Στο φωτεινό σήμερα που κλείνω δυο χρόνια ψυχικής αναπνοής και ψυχικής εξέλιξης. Είμαι τόσο περήφανη που μετράω δυο χρόνια σε αυτό το «άθλημα» που η χαρά μου είναι όντως απερίγραπτη. Δούλεψα πολύ. Δούλεψα σε σημεία, μέρη και καταστάσεις που κάποτε πίστευα ότι δε θα έφτανα ποτέ. Το παγόβουνο φαινόταν τόσο μεγάλο όταν σήκωσα το βλέμμα μου και το κοίταξα, που οι κρίσεις πανικού μου «χτυπούσαν» την πόρτα μία φορά τον μήνα τουλάχιστον. Τώρα; Τώρα αν κάποια κρίση είναι στη γωνία της πολυκατοικίας, την προλαβαίνω πριν φτάσει στην εξώπορτα.

Ο σκοπός που γράφω αυτές τις λέξεις με μανία και δεν έχω σταματήσει ακόμη, είναι απλά για να πω σε εσένα που έφτασες μέχρι εδώ, πως αν βρίσκεσαι σε ένα τέλμα, δεν είναι αυτό το τέλος που νομίζεις. Θέλω να σου πω, πως αν ζορίζεσαι με πράγματα και καταστάσεις, δεν θα είναι για πάντα έτσι. Θέλω να σου πω, πως την μεγαλύτερη αγκαλιά την χρωστάς στην ψυχή σου και στον άνθρωπο που θέλεις να είσαι. Από επιλογή δίκη σου. Όχι από γονεϊκή, φιλική ή κοινωνική. Θα τα καταφέρεις. Κι αν νιώθεις ότι με κάποιον τρόπο αποτυγχάνεις, κλείσε τα μάτια, πάρε μία βαθειά αναπνοή και πες στον σαμποτέρ μέσα σου, πως πρέπει να κάνει ησυχία, γιατί τώρα, ήρθε η ώρα να ακουστεί η δίκη σου φωνή.