Δύο ακριβές συναυλίες κι ένα «γιατί»
«Τελικά τι μας άφησε αυτή, η ομολογουμένως, όμορφη συναυλία ώστε να πούμε ''Χαλάλι τα λεφτά της'';».
*Γράφει ο Χρήστος Παπαδόπουλος
Χθες το βράδυ αρκετοί από εμάς, παρακολουθήσαμε τις δυο εκδηλώσεις που διοργάνωσαν οι τοπικές αυτοδιοικήσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Υπήρξαν πολλές ”αντιπολιτευτικές” φωνές, έντονης αντίρρησης και κριτικής, όπως υπήρξαν βέβαια και αρκετές φωνές επιδοκιμασίας (πιθανότερα περισσότερες κιόλας). Στην πόλη μας είχαμε και δημοσιευμένες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, θεωρώ σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο, όπως έπρεπε. Νιώθω κι εγώ την ανάγκη να καταγράψω τις διάσπαρτες σκέψεις μου δημόσια.
Συγκρίνοντας τις δυο εκδηλώσεις, είμαι αναγκασμένος να πω οτι η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (και οι υπόλοιποι συνδιοργανωτές), πρέπει να νιώθουν πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη που ο Δήμος Αθηναίων, έριξε τόσο πολύ τον πήχη καλλιτεχνικά, ανεβάζοντας παράλληλα τόσο πολύ το κόστος χωρίς αντίκρισμα. Η σύγκριση ανάμεσα στις δυο διοργανώσεις είναι τόσο χαοτική, που οριακά δεν χρειάζεται καν να γίνει. Από τη μια, φάνηκε μια τεράστια αρπαχτή που διήρκησε ελάχιστα λεπτά (αλλά όχι ελάχιστα λεφτά), οριακά απροβάριστη, με μισή ορχήστρα (τύπου big band να’χαμε να λέγαμε), χωρίς ουσιαστικά κάποια ενορχήστρωση και έναν τραγουδιστή να ”τζαμάρει” μπερδεύοντας λόγια και μη δίνοντας σημασία ιδιαίτερα σε προφορές και είδος ρεπερτορίου. Από την άλλη έγινε μια κανονική συναυλία, με ανθρώπους που φάνηκε οτι δούλεψαν αρκετά (για τα χρονικά τους δεδομένα), υπήρξαν πρόβες με επαγγελματική ορχήστρα και κανονική μαέστρο, γράφτηκαν καινούργιες ενορχηστρώσεις και ο frontman καλλιτέχνης την ”ίδρωσε τη φανέλα” πάνω στη σκηνή, άσχετα αν σε κάποιον άρεσε ή όχι το αποτέλεσμα.
Αφήνω λοιπόν στην άκρη το επιφανειακό μέρος και την πρώτη ανάλυση των δυο συναυλιών και προχωράω σε αυτά που νιώθω μέσα μου πιο ουσιώδη. Κυρίως θα αναφερθώ στη συναυλία της Θεσσαλονίκης, γιατί αυτή με πονάει περισσότερο (πλέον και ως εκλεγμένο μέλος του ΔΣ του ΣΜΒΕ). Αυτό το, ας το πούμε happening της Αθήνας, είναι πολύ εύκολο να καταλάβει ο οποιοσδήποτε έχει μια μικρή επαφή με την τρέχουσα πολιτική κατάσταση της χώρας, για ποιόν λόγο έγινε και κόστισε τόσο δυσανάλογα πολύ. Η συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης όμως, από το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κ.Μακεδονίας, σε συνεργασία και με το Δήμο Θεσσαλονίκης, δεν μου είναι εύκολο ακόμα να καταλάβω γιατί έγινε. Το λέω προσπαθώντας όσο μπορώ να κρίνω τα γεγονότα καλοπροαίρετα και έχοντας δώσει ήδη τα όσα θετικά credtis αναλογούν στη διοργάνωση.
Για τη συναυλία που παρακολούθησα, αν δεν ήξερα τις λεπτομέρειες, θα έλεγα οτι είναι ”μαγκιά” της εταιρείας που μανατζάρει τον καλλιτέχνη, που αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και να οργανώσει ένα ομολογουμένως μεγαλεπίβολο event, προσπαθώντας να σπάει τα μέχρι τώρα καλλιτεχνικά όρια του κυρίου Μουζουράκη. Μας τον παρουσίασε με συμφωνική ορχήστρα, μέσα στο Μέγαρο Μουσικής και με όλο αυτό το περιτύλιγμα του καλοστημένου show που εμφάνισε. Γνωρίζοντας όμως οτι αυτή η παραγωγή δεν έγινε από κάποιο ιδιωτικό καλλιτεχνικό γραφείο, που θέλησε να προωθήσει τον τραγουδιστή που εκπροσωπεί, αλλά από την Περιφέρεια και τον Δήμο, φυσιολογικά μου δημιουργείται ένα μεγάλο ”ΓΙΑΤΙ;;” Αυτό το ”ΓΙΑΤΙ;;” σίγουρα έχει να κάνει και με τα οικονομικά δεδομένα της εκδήλωσης. Μπορεί το Κέντρο Πολιτισμού, με πολύ χαρά και περηφάνεια να ανακοίνωσε από την πρώτη στιγμή οτι η συναυλία αυτή έγινε γρήγορα ”sold out”, μάθαμε όμως στην πορεία οτι αυτό το ”sold out” δεν έφτανε για να καλυφθεί το κόστος της παραγωγής και έπρεπε να συμπληρώσουμε με λεφτά από τα ταμεία. Εδώ λοιπόν έρχονται και τα μεγάλα και βασικά ερωτήματα που θέλω κι εγώ να θέσω ως δημότης και επαγγελματίας μουσικός της Θεσσαλονίκης.
”Τα λεφτά από τα ταμεία”, ως τώρα όποτε ζητήθηκαν ως υποστήριξη σε πολιτιστικές δράσεις που διοργάνωσαν αυτόνομες – νέες καλλιτεχνικές ομάδες της πόλης είτε δε δόθηκαν καθόλου είτε δόθηκαν με πολύ φειδώ και συνεχόμενη ρητορική οτι ”δεν υπάρχουν λεφτά”.
Δεν χρειάζεται να αναφέρω συγκεκριμένα προσωπικά παραδείγματα. Οι περισσότεροι νομίζω έχουμε βρεθεί σε τέτοιες προσπάθειες εξεύρεσης πόρων, για ανεξάρτητες καλλιτεχνικές παραγωγές που προσπαθήσαμε να κάνουμε. Είναι ξεκάθαρο δικαίωμα των φορέων να επιλέγουν που θα χρησιμοποιήσουν τα λεφτά των ταμείων που διαχειρίζονται. Αυτό είναι αυτονόητο. Θεωρώ όμως οτι όταν επιλέγουν να ”βάλουν το χέρι στην τσέπη” για μια καλλιτεχνική παραγωγή και όπου ”τσέπη” είναι οι τσέπες όλων μας, θα ήταν καλό το αποτέλεσμα αυτής της διοργάνωσης να έχει ένα ουσιαστικό αποτύπωμα στα καλλιτεχνικά δρώμενα της πόλης και της Βόρειας Ελλάδας γενικότερα.
Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν επιστρέφω στη συναυλία του κυρίου Μουζουράκη και αναρωτιέμαι. “Ποιο ήταν τελικά το αποτύπωμα που άφησε αυτή η διοργάνωση στην πόλη μας για να αξίζει να το πληρώσουμε από τα ταμεία της αυτοδιοίκησης;”. Ξαναλέω, όπως πολύ σωστά έχει εκφράσει πολλάκις ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, οι δημόσιοι φορείς δεν είναι ιδιωτικά καλλιτεχνικά γραφεία. Δεν φτάνει απλά να παρουσιάσεις μια ωραία διοργάνωση, ειδικά όταν τα έξοδά σου ”δεν βγαίνουν” από τα εισιτήρια. Πρέπει να υπάρξει κοινωνικό αντίκτυπο.
Η συγκεκριμένη συναυλία, μας έδειξε τις ομολογουμένως υπαρκτές ικανότητες του καλλιτέχνη να ανέβει και να ”γεμίσει” τη σκηνή του Μεγάρου, συμπράττοντας με μια συμφωνική ορχήστρα και ερμηνεύοντας τα τραγούδια του όπως δεν τα έχουμε ξαναακούσει. Μας έδειξε πιθανότατα και τις δημιουργικές ικανότητες του σκηνοθέτη να μας παρουσιάσει κάτι ενδιαφέρον, όταν του δίνονται απλόχερα αρκετά μέσα (χώρος, φώτα, ήχος, εξοπλισμός, ανθρώπινο δυναμικό, κλπ). Τι άλλο;; Άντε να πω οτι με χαρά, μας ξαναπαρουσίασε τις ενορχηστρωτικές ικανότητες ενός νέου θεσσαλονικιού μουσικού, του φίλου Πάνου Κοσμίδη (μπορεί και το πιο σημαντικό στοιχείο της βραδιάς σαν καλλιτεχνικό αποτύπωμα για την πόλη). Με την ίδια λογική να πούμε οτι μας παρουσίασε και τρεις νέες τραγουδίστριες της πόλης, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να εμφανιστούν σε ένα ”γεμάτο Μέγαρο”. Δεν μπορώ να σκεφτώ πραγματικά τι άλλο…Η παρουσία της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου, δεν νομίζω οτι είχε να δώσει κάτι για την ίδια την ορχήστρα. Πιο πολύ είχε έναν διακοσμητικό ρόλο, χαρίζοντας απλά μια παραπάνω ”αίγλη” και έναν ”όγκο” στην παραγωγή, μικρής καλλιτεχνικής αξίας. Θέλω να πω οτι προφανώς δεν θα ήταν το ίδιο, αν αυτά τα λεφτά τα δίναμε για να έρθουν να συμπράξουν με την ορχήστρα κάποιοι κορυφαίοι ευρωπαίοι σολίστες, ας πούμε. Εκεί θα υπήρχε μια ουσιαστική σύμπραξη και ένα σοβαρό καλλιτεχνικό αποτύπωμα για την συνειδησιακή καθιέρωση της κλασικής μουσικής στη Βόρεια Ελλάδα.
Τελικά τι μας άφησε αυτή, η ομολογουμένως, όμορφη συναυλία ώστε να πούμε ”Χαλάλι τα λεφτά της”;
* Ο Χρήστος Παπαδόπουλος είναι μουσικός και μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Μουσικών Βορείου Ελλάδος.