Δεν είναι η Ελλάδα χώρα για αδύναμους

Το μίσος και η απανθρωπιά σε αυτή τη χώρα περισσεύουν.

Δεν είναι η Ελλάδα χώρα για αδύναμους

Το μίσος και η απανθρωπιά σε αυτή τη χώρα περισσεύουν. Όχι μόνο σε αυτή τη χώρα, φυσικά. Σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο το ίδιο συμβαίνει αλλά εμείς εδώ ζούμε, για την Ελλάδα θα μιλήσουμε.

Το έλεγα παλαιότερα με αφορμή τη βία και την απανθρωπιά στα γήπεδα και πολλοί νόμιζαν ότι προσπαθώ να υπερασπιστώ τους οπαδούς και το ποδόσφαιρο: Αυτό που βλέπουμε γύρω μας, δίπλα μας, σε «ζωντανή μετάδοση», είναι ατόφια κοινωνική, αυτοτροφοδοτούμενη βία που έχει τις αιτίες τις στην φτώχεια, την έλλειψη δικαιοσύνης, μόρφωσης, ίσων ευκαιριών και εν τέλει ευημερίας και ειρήνης.

Λείπει χρόνια τώρα από την Ελλάδα η κοινωνική ειρήνη κι αυτό οδηγεί τους ανθρώπους στην απόγνωση και στην απελπισία. Κι όταν αυτά τα ύπουλα, κατώτερα αισθήματα σιγοκαίνε μέσα σου για καιρό, μετατρέπονται σε μίσος για το οτιδήποτε. Σε αυτές τις ιδιαίτερες, οριακές αντικοινωνικές στιγμές του ανθρώπινου πολιτισμού, αυτοί που κινδυνέουν περισσότερο είναι οι αδύναμοι, οι ανυπεράσπιστοι, αυτοί που δεν μπορούν να αντιδράσουν.

Δείτε σε ποιους επιτίθενται οι Χρυσαυγίτες: Στους εργάτες Πακιστανούς, επειδή, λένε, «τρώνε το ψωμί του κοσμάκη». Φυσικά στους επιχειρηματίες Πακιστανούς δεν επιτίθενται παρότι έχουν κληθεί από την κυβέρνηση να επενδύσουν στη χώρα μας παίρνοντας «δουλειές». Αυτούς, ούτε να τους πλησιάσουν μπορούν με τόσους μπράβους γύρω τους. Το ίδιο κάνουν με κάθε αλλόθρησκο ή αλλοεθνή. Αν είναι φτωχός, τον «πατάνε», αν είναι πλούσιος του επιτρέπουν να συναντά την Πρόεδρο της Δημοκρατίας φορώντας… σανδάλια!

Αυτό που συνέβη στο λιμάνι του Πειραιά με τη δολοφονία του Αντώνη είναι απλώς ακόμα ένα παράδειγμα απανθρωπιάς προς τον αδύναμο. Ο Αντώνης είχε ψυχικά προβλήματα. Τον ήξεραν. Έπαιρνε συχνά αυτό το καράβι. Στον Αντώνη βρήκαν να εξαντλήσουν την σκληρότητα και την απανθρωπιά τους. Γιατί μπορούσαν. Αυτό θα συνέβαινε κι αν ήταν ανάπηρος ή ναρκομανής. Ο φτωχός κι αδύναμος ναρκομανής είναι ανεπιθύμητος παντού, από τα πάρκα και τα υπνωτήρια μέχρι τα εστιατόρια και τα επιβατικά πλοία. Οι πλούσιοι ναρκομανείς, αντιθέτως, ανεβάζουν βίντεο στα σόσιαλ μίντια και τους επιστρέφονται οι εκκεντρικότητες και οι υπερβολές. Έτσι πάει η ζωή.

Πολύ σωστά οι άνθρωποι της καλλιτεχνικής κολεκτίβας «Εν δυνάμει» κατήγγειλαν μισαναπηρισμό και ρατσισμό στην περίπτωση της δολοφονίας του Αντώνη. Αν ήμουν εγώ ή εσείς, αν ήταν ένας τουρίστας, ποτέ οι άνθρωποι του πλοίου δεν θα τον πετούσαν στη θάλασσα. Εξαντλούμε όλη μας τη βιαιότητα πάνω στους αδύναμους. Σε αυτούς που δεν κινδυνεύουμε να μας το ανταποδώσουν κι αυτό είναι μεγάλη δειλία και μεγάλη ενοχή. Στο ίδιο μήκος κύματος, είναι συνενοχή το να βλέπουμε αυτήν την απανθρωπιά και να μην παρεμβαίνουμε. Να την ανεχόμαστε και να γινόμαστε αυτόπτες μάρτυρες δολοφονιών. Το σύνθημα με σπρέι στους τοίχους είναι ξεκάθαρο: «Το άλλο μισό της βαρβαρότητας είναι το να την ανεχόμαστε».

Από εκεί και πέρα αρχίζουν οι επιχειρήσεις ξεπλύματος: Οι ανακοινώσεις της εταιρείας που είχε το πλοίο ότι δεν ευθύνεται, οι τοποθετήσεις κάποιων δημοσιογράφων, οι δηλώσεις του ίδιου του υπουργού που ανάθεμα κι αν καταλαβαίνει πως και ο ίδιος έχει σοβαρές ευθύνες γι αυτό που συνέβη. Είπαμε: η εταιρεία είναι δυνατή και οι «δουλειές είναι δουλειές». Το ίδιο και οι υπεύθυνοι για το θάνατο του Αντώνη: «έχουν οικογένειες που θρηνούν», στη λογική της εξίσωσης θύτη και θύματος. Παράνοια.

Την ίδια ώρα που σοκαρισμένοι παρακολουθούσαμε στα βίντεο τη δολοφονία του 36χρονου Αντώνη, η Θεσσαλία και εν μέρει και η στερεά Ελλάδα, πνίγηκαν από τη νεροποντή. Κι εκεί οι φτωχοί της πλήρωσαν. Οι αδύναμοι. Στη Θεσσαλία τίποτα δε θα είναι ίδιο από αύριο που θα υποχωρήσουν τα νερά. Ηλικιωμένοι, άτομα με κινητικά προβλήματα, φτωχοί και ανήμποροι άνθρωποι θα μείνουν χωρίς δουλειά, χωρίς σπίτι, χωρίς βοήθεια. Δεν είναι πια μέρος για να ζήσει ένας αδύναμος η Ελλάδα. Γι αυτό φεύγουν οι νέοι μας στο εξωτερικό. Αδύναμοι είναι κι αυτοί. Αδύναμοι να διεκδικήσουν μια αξιοπρεπή δουλειά μόνο με τα πτυχία τους, με τις ικανότητες τους. Κι εδώ τους ξεπερνούν οι δυνατοί: αυτοί που έχουν λεφτά, πολιτικό μέσο, «μπάρμπα στην Κορώνη».

Υ.γ.: Όταν το 2016 φιλοξενήσαμε μια υπέροχη οικογένεια Σύριων προσφύγων στο σπίτι μας και, μοιραία, δεθήκαμε μαζί τους, βλέπαμε πως οι άνθρωποι ήθελαν να πάνε στη Γερμανία ή να μείνουν στην Ελλάδα. Όταν τους ανακοινώθηκε ότι θα έφευγαν για τη Φινλανδία, αυτοί στεναχωρέθηκαν όμως εγώ χάρηκα, ανακουφίστηκα. Ήξερα πως μόνον σε μια τέτοια χώρα μπορεί κάποιος «ξένος» να ζήσει χωρίς να τον υποτιμούν, να τον εκβιάζουν, να τον «πεθαίνουν». Δυστυχώς.