Χθες το πρωί σε ένα κατάστημα τηλεφωνίας
Το περιστατικό που θα σας διηγηθώ συνέβη χθες το πρωί σε κατάστημα τηλεφωνίας. Σοβαρός μεσήλικας πολίτης απευθύνθηκε στην προϊσταμένη για να κάνει το παράπονο του με ένα ύφος κλιμακούμενης έντασης. Ήταν πολύ θυμωμένος.
Ο άνθρωπος εξήγησε στην υπάλληλο πως τον περασμένο μήνα πλήρωσε κανονικά τον λογαριασμό του αξίας εικοσιτεσσάρων και κάτι ευρώ αλλά δεν πήρε ή δεν κράτησε την απόδειξη που του έδωσε ο ταμίας (συχνά το κάνουμε όλοι. Πλέον όλα είναι ψηφιακά καταγεγραμμένα).
Οι μέρες πέρασαν, εκδόθηκε και ο νέος λογαριασμός που παρουσιάζει ως απλήρωτο το ποσό που ο πολίτης δηλώνει σίγουρος πως τακτοποίησε κι έτσι ήρθε στο κατάστημα όπου τον διαβεβαίωσαν πως πουθενά στο σύστημα δεν είναι καταγεγραμμένη πληρωμή εικοσιτεσσάρων ευρώ και ίσως να μπέρδεψε τους μήνες, τις πληρωμές, κάτι τελοσπάντων γιατί αποκλείεται να χάθηκε η πληρωμή στο ηλεκτρονική σύστημα.
Με ευγένεια η προϊσταμένη εξήγησε στον κύριο ότι έχει όλη την καλή διάθεση να τον πιστέψει αλλά αν δεν έχει κάποια απόδειξη και ταυτόχρονα αν η ψηφιοποιημένη πλέον κατάσταση πληρωμών του κάθε πελάτη δεν αναφέρει πληρωμή του προηγούμενου λογαριασμού, αυτή δεν μπορεί να κάνει τίποτα και το χρέος θα παραμείνει.
Είπα πως η αντίδραση του πολίτη ήταν κλιμακούμενη. Ξεκίνησε από τυπική πολιτισμένη περιγραφή του προβλήματός του αλλά σε δύο λεπτά έγινε απότομη, σχεδόν προσβλητική. «Αν δε βρείτε το λάθος σας εγώ λογαριασμό δεν πληρώνω. Να μου το κόψετε. Κάντε ότι θέλετε. Δε θα με κοροϊδεύετε στα μούτρα μου», είπε και έφυγε από το κατάστημα.
Έχω βρεθεί πολλές φορές στη θέση του κυρίου. Να διεκδικώ να μην διπλοπληρώσω κάτι που μου λένε πως χρωστάω. Να ζήτω διευκρινίσεις για περίεργες χρεώσεις, για υπηρεσίες που δε ζήτησα, για ρήτρες που δεν υπέγραψα. Και για 4 και για 24 και για 624 ευρώ (πρόσφατο πραγματικό ζήτημα με πάροχο ρεύματος από τον οποίο έφυγα μετά από 4 χρόνια και ήθελε να πληρώσω ρήτρα αποδέσμευσης συμβολαίου αξίας 600 ευρώ. Έβαλε και εισπρακτική εταιρεία να με απειλήσει. Τούς ζήτησα να με πάνε στα δικαστήρια).
Τον καταλαβαίνω τον κύριο και επικροτώ την απαίτησή του να διερευνηθεί η περίπτωσή του σε βάθος και να απαλειφθεί το χρέος, αν όντως πλήρωσε το ποσό. Το ίδιο είδα και στα μάτια της προϊσταμένης: Μια απόγνωση για τη δυσκολία της να δώσει μια λύση στο πρόβλημα ενώ το ήθελε πολύ. Μια πρακτική, νόμιμη λύση για ένα χρέος εικοσιτεσσάρων ευρώ. Δεν είναι μικρό ποσό τα εικοσιτέσσερα ευρώ. Για πολλούς είναι ένα ολόκληρο μεροκάματο άρα αξίζει να αφιερώσουν χρόνο ώστε να μην το πληρώσουν άδικα. Ο συγκεκριμένος κύριος έφυγε με τα πόδια από το σπίτι του, μίλησε με τρεις ανθρώπους, εκνευρίστηκε, χάλασε τη ζαχαρένια του κι έφυγε άπραγος γιατί «τον έπνιγε το δίκιο του». Που, παρεμπιπτόντως δεν το βρήκε κι όλας και μάλλον δε θα το βρει (αν το έχει) ποτέ.
Γιατί τα λέω αυτά; Γιατί μού φαίνεται αδιανόητο το γεγονός πως πέρασε μια ολόκληρη χρονιά στην Ελλάδα και δεν κάναμε το παραμικρό παράπονο, δεν ψάξαμε το δίκιο μας, δεν απευθυνθήκαμε στους υπευθύνους, δεν υψώσαμε τη φωνή μας, δε «χαλάσαμε τη ζαχαρένια μας», δεν απειλήσαμε να αφήσουμε το λογαριασμό απλήρωτο «κι ας κάνουν ό,τι θέλουν…» που πληρώνουμε «κερατιάτικα» αμφιβόλου νομιμότητας και τεράστιας πολιτικής ευθύνης όλοι οι πολίτες ΑΠΟ ΠΕΡΣΙ ΤΟ ΜΑΙΟ.
Αναφέρομαι στις υπέρογκες, παράλογες χρεώσεις στο ρεύμα. Την λεγόμενη ρήτρα αναπροσαρμογής που είναι το κόστος εισαγωγής ρεύματος από το εξωτερικό λόγω της παύσης παραγωγής ρεύματος από λιγνίτη στην Ελλάδα. Ένας χρόνος «καπέλων» που κυμάνθηκαν από 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα και έφτασαν και τα 400. Χρεώσεις που μεταφράστηκαν σε 100, 200, 600, ακόμα και 4.000 ευρώ «καπέλο» σε τετράμηνους λογαριασμούς νοικοκυριών και μικρών επιχειρήσεων, ανάλογα με την ιδιαιτερότητα των καταναλώσεων τους. Ποιος πολίτης, όπως ο συγκεκριμένος κύριος χθες, πήγε άραγε να ζητήσει το λόγο, να πει «εγώ σας πλήρωσα» και «κάντε ότι θέλετε, από μένα λεφτά δεν παίρνετε».
ΚΑΝΕΙΣ ΜΑΣ
Και να ήταν μόνον το ρεύμα; Απίστευτες αυξήσεις στην τιμή του αερίου, τις βενζίνης, των ειδών πρώτης ανάγκης. Κανείς μας δεν είπε: «παιδιά γιατί σταματήσαμε να παράγουμε ρεύμα από λιγνίτη (ώστε να προστατεύσουμε το περιβάλλον) αλλά εισάγουμε πανάκριβο ρεύμα από την Τουρκία, την Αλβανία, την Βουλγαρία, που επίσης παράγεται από λιγνίτη; Έχουν σύνορα οι αέριοι ρύποι;»
Στο ίδιο μήκος κύματος, κανένας μας δεν έκανε παράπονα που η τιμή της βενζίνης είναι στα 2.5 ευρώ ενώ πριν λίγα χρόνια, με ίδια τιμή πετρελαίου παγκοσμίως ανά βαρέλι η τιμή ήταν 1.6. Κανείς δε ρώτησε: «παιδιά ακρίβυνε η διύλιση; Κάνουν κάτι λάθος οι μεγαλοεπιχειρηματίες πετρελαιάδες; Αυξήσατε τους φόρους;» Καλά, για τις τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης, δεν το συζητώ καν. Κάθε εβδομάδα τα ράφια έχουν και έναν άλλον, μεγαλύτερο αριθμό κάτω από τα προϊόντα.
ΚΑΙ ΤΟ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΑΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΤΑ
Ευτυχώς στην Ευρώπη οι πολίτες δείχνουν καλύτερα αντανακλαστικά και αντιδρούν. Διεκδικούν πραγματικές, απόλυτες μειώσεις στις τιμές, όχι επιδόματα που θα μειώσουν την χασούρα. Απαιτούν κρατική παρέμβαση, καταλογίζουν πολιτικές ευθύνες. Ίσως «ως παράδειγμα» από το εξωτερικό, τα γεγονότα που συμβαίνουν αυτές τις μέρες στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στη Γαλλία, να δημιουργήσουν μία τάση κι εδώ, στην Ελλάδα. Στη χώρα που τα νοικοκυριά της ήδη έχασαν περισσότερα από 1.000 ευρώ φέτος μόνο από τις χρεώσεις στο ρεύμα και περίπου 60 ευρώ το μήνα από τις αυξήσεις στη βενζίνη. Το σούπερ μάρκετ ακρίβυνε 100 ευρώ το μήνα και οι υπηρεσίες περίπου 25% σε δύο μήνες.
Πραγματικά είναι αδιανόητη η νωθρότητα με την οποία αντιμετωπίζει την κλιμακούμενη φτωχοποίησή της η ελληνική κοινωνία. Κάποιοι λένε πως τα ΜΜΕ αποκρύπτουν το γεγονός αποφεύγοντας τη συζήτηση και προβάλλοντας θέματα επιπέδου Πισπιρίγκου. Κι εμείς, δηλαδή, τι είμαστε; Τίποτα μωρά που τους δείχνεις ένα παιχνίδι για να ξεχάσουν αυτό που σου ζητάνε; Τόσο πολύ υποτιμάμε τη νοημοσύνη μας που θεωρούμε ότι τηλεοράσεις και Ίντερνετ μπορούν να μας αποπροσανατολίσουν από τον απλήρωτο λογαριασμό του ρεύματος και το άδειο ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου μας;
Ντροπή
Όποιος κι αν φταίει, όπως κι αν επιμερίζονται τα μερίδια ευθύνης, όσο απροστάτευτοι κι αν είναι πλέον οι πολίτες στα μεγάλα παγκόσμια γεγονότα που επηρεάζουν τις οικονομίες, αν δεν αντιδρούμε, αν δε διεκδικούμε, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να έρθουν χειρότερα για μας.
Καλά έκανε ο μεσήλικας πολίτης και διεκδίκησε να μην πληρώσει τα εικοσιτέσσερα και κάτι ευρώ του λογαριασμού που πιστεύει ότι πλήρωσε. Ακόμα κι αν του αποδείξουν ότι έκανε λάθος και το ποσό είναι πράγματι απλήρωτο, ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να ρωτάει γιατί του χρεώνουν το παραμικρό. Το ζήτημα είναι πως οι περισσότεροι πολίτες είμαστε διατεθημένοι να κάνουμε φασαρία απέναντι σε μία εργαζόμενη (έστω και προϊσταμένη) ενός φορέα για εικοσιτέσσερα ευρώ αλλά παραμένουμε μουγγοί, υποταγμένοι, απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση προκαλεί, ευθύνεται, αδυνατεί να δώσει λύση σε όλες αυτές τις «χρεώσεις» που υποθηκεύουν το μέλλον μας και παράγουν αβεβαιότητα και δυστυχία.
Άκης Σακισλόγλου