Στο τραπέζι το ιταλικό μοντέλο «Energy Release 2.0»: Η ελληνική βιομηχανία αναζητά ανάσα απέναντι στο ενεργειακό κόστος

Αν εφαρμοστεί, η ελληνική βιομηχανία θα αποκτήσει ένα πολύτιμο εργαλείο για να σταθεροποιήσει το ενεργειακό της κόστος.

Στο τραπέζι το ιταλικό μοντέλο «Energy Release 2.0»: Η ελληνική βιομηχανία αναζητά ανάσα απέναντι στο ενεργειακό κόστος
Pixabay

Η προοπτική υιοθέτησης του «Energy Release 2.0» αναδεικνύει τη στροφή προς πιο δημιουργικές λύσεις, που δεν περιορίζονται σε βραχυπρόθεσμες επιδοτήσεις.

Η συζήτηση για την ενέργεια επιστρέφει δυναμικά στο επίκεντρο της οικονομικής ατζέντας, καθώς η ελληνική βιομηχανία εξακολουθεί να ασφυκτιά από το υψηλό ενεργειακό κόστος που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητά της. Η σύγκριση με τις διεθνείς αγορές είναι αποκαλυπτική. Ενώ βιομηχανίες σε χώρες όπως η Τουρκία εξασφαλίζουν ηλεκτρικό ρεύμα σε τιμές χονδρικής οι οποίες κυμαίνονται στα 60–70 ευρώ ανά MWh, οι αντίστοιχες ελληνικές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με υπερδιπλάσια κόστη, γεγονός που δυσχεραίνει την παρουσία τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, το κυβερνητικό επιτελείο μελετά σοβαρά την υιοθέτηση ενός σχήματος εμπνευσμένου από το ιταλικό μοντέλο «Energy Release 2.0». Δεν πρόκειται για μια κλασική μορφή επιδότησης, αλλά για ένα είδος «ενεργειακού δανείου», το οποίο παρέχει στη βιομηχανία τη δυνατότητα να εξασφαλίσει σταθερές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας για τρία χρόνια, σε επίπεδα που προσεγγίζουν το κόστος παραγωγής από νέες ανανεώσιμες πηγές. Η βασική πρωτοτυπία είναι ότι μετά την τριετία, οι επιχειρήσεις που θα επωφεληθούν οφείλουν να επιστρέψουν το «αντίδωρο» στην οικονομία: να υλοποιήσουν ή να χρηματοδοτήσουν έργα ΑΠΕ εντός 3,5 ετών ώστε σε βάθος εικοσαετίας να έχουν αποδώσει στο σύστημα πολλαπλάσια ποσότητα ενέργειας από αυτήν που θα λάβουν τώρα.

Η παρέμβαση αυτή δεν αφορά το σύνολο της αγοράς αλλά συγκεκριμένα τις πιο ενεργοβόρες μονάδες. Στόχος είναι οι βιομηχανίες με ετήσια κατανάλωση άνω των 13 GWh, καθώς και όσες ήδη απολαμβάνουν μειωμένο ΕΤΜΕΑΡ. Υπολογίζεται ότι 50 έως 60 μεγάλες επιχειρήσεις, με συνολική κατανάλωση που ξεπερνά τις 7 TWh τον χρόνο, θα μπορούσαν να ενταχθούν στο πρόγραμμα. Για αυτές τις μονάδες, το ενεργειακό κόστος συχνά κρίνει την ίδια την επιβίωση και την ικανότητα διατήρησης παραγωγικών γραμμών στην Ελλάδα.

Η σημασία του εγχειρήματος ενισχύεται από το γεγονός ότι το σχήμα έχει ήδη λάβει έγκριση από την αρμόδια Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG COMP), άρα η εφαρμογή του μπορεί να ξεκινήσει χωρίς χρονοβόρες διαπραγματεύσεις ή πρόσθετες εγκρίσεις. Παράλληλα, το μοντέλο ανοίγει τον δρόμο για την ανάπτυξη περισσότερων διμερών συμβολαίων σταθερής τιμής (PPAs) μεταξύ βιομηχανίας και παραγωγών ΑΠΕ, κάτι που θα δώσει ώθηση στην ενεργειακή μετάβαση και θα δημιουργήσει ένα πλαίσιο σταθερότητας σε έναν μέχρι σήμερα εξαιρετικά ευμετάβλητο τομέα.

Η προοπτική υιοθέτησης του «Energy Release 2.0» αναδεικνύει τη στροφή προς πιο δημιουργικές λύσεις, που δεν περιορίζονται σε βραχυπρόθεσμες επιδοτήσεις αλλά επιδιώκουν να συνδυάσουν την άμεση ανακούφιση με τον μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό. Αν τελικά εφαρμοστεί, η ελληνική βιομηχανία θα αποκτήσει ένα πολύτιμο εργαλείο για να σταθεροποιήσει το ενεργειακό της κόστος, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της και να επενδύσει ταυτόχρονα σε έργα πράσινης ενέργειας.