Σταθερότητα με προειδοποιήσεις: Η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί αμυντική στάση απέναντι σε μελλοντικούς κινδύνους
Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία δεν καταγράφει υπερθέρμανση της πιστωτικής δραστηριότητας, ούτε ανησυχητικά φαινόμενα υπερβολικής μόχλευσης στον ιδιωτικό τομέα.
Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία δεν καταγράφει υπερθέρμανση της πιστωτικής δραστηριότητας, ούτε ανησυχητικά φαινόμενα υπερβολικής μόχλευσης στον ιδιωτικό τομέα.
Σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι κλυδωνισμοί παραμένουν υπόγειοι αλλά υπαρκτοί, η Τράπεζα της Ελλάδος επανεπιβεβαιώνει τη σταθερή στρατηγική της για την προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, διατηρώντας το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας στο 0,25%. Η απόφαση αυτή, που θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2025, βασίζεται στην αξιολόγηση ότι οι κυκλικοί συστημικοί κίνδυνοι παραμένουν περιορισμένοι, χωρίς όμως να λείπουν οι ενδείξεις μελλοντικών πιέσεων. Το πλαίσιο χαρακτηρίζεται «ουδέτερο», χωρίς να προδιαγράφεται άμεση απειλή για τη σταθερότητα, αλλά και χωρίς να αγνοούνται οι πιθανές στρεβλώσεις που ενδέχεται να προκύψουν σε μια αγορά που παραμένει ευάλωτη σε μεταβλητότητα.
Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία δεν καταγράφει υπερθέρμανση της πιστωτικής δραστηριότητας, ούτε ανησυχητικά φαινόμενα υπερβολικής μόχλευσης στον ιδιωτικό τομέα. Παρά τις σχετικές ενδείξεις αυξημένου ενδιαφέροντος στον τομέα των ακινήτων και τις περιορισμένες ενδείξεις συσσώρευσης ρίσκου σε δανεισμό επιχειρήσεων, η συνολική εικόνα δεν δημιουργεί τις συνθήκες που θα επέβαλλαν αλλαγή στάσης. Η τυποποιημένη διαφορά μεταξύ πιστωτικής επέκτασης και ονομαστικού ΑΕΠ, βασικός δείκτης αξιολόγησης σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, παραμένει κάτω από τα όρια συναγερμού, ενισχύοντας την απόφαση διατήρησης του ήδη ενεργοποιημένου αποθέματος.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, ωστόσο, δεν επαναπαύεται. Η διατήρηση του αποθέματος, έστω και σε συμβολικό επίπεδο, συνιστά ένα σήμα προς την αγορά ότι οι αρχές παρακολουθούν στενά την πορεία των δευτερευόντων δεικτών: από τις τάσεις των τιμών στα οικιστικά ακίνητα έως την αντοχή του εξωτερικού ισοζυγίου και την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Το πλαίσιο λήψης αποφάσεων εναρμονίζεται πλήρως με τη στρατηγική του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου (ESRB), που ζητά πρόληψη κινδύνων σε πρώιμο στάδιο όχι όταν αυτοί έχουν ήδη εξελιχθεί.
Η επόμενη επαναξιολόγηση του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος έχει οριστεί για την 1η Ιανουαρίου 2026, με τις αρχές να διατηρούν πλήρη ευελιξία σε περίπτωση που οι συνθήκες μεταβληθούν. Σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από εναλλασσόμενη αισιοδοξία και ρευστότητα, η ισορροπία ανάμεσα στην ενίσχυση της χρηματοδότησης και την αποτροπή συστημικών κινδύνων παραμένει λεπτή. Για την ώρα, η απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος στέλνει το μήνυμα της αυτοσυγκράτησης – όχι λόγω φόβου, αλλά ως συνειδητή στρατηγική σταθερότητας.