MONEY & MARKET, ΘΕΜΑ THEOPINION
Ρύζι Χαλάστρας: Ταξιδεύει στο εξωτερικό, αλλά παραμένει εκτός μεγάλων ελληνικών σούπερ μάρκετ
Το 70% της παραγωγής ρυζιού Χαλάστρας εξάγεται σε απαιτητικές διεθνείς αγορές
Το ρύζι της Χαλάστρας έχει κερδίσει μία θέση στα ράφια των μεγαλύτερων σούπερ μάρκετ στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, στη Σαουδική Αραβία, στο Ισραήλ και στην Τουρκία κι όμως, δεν βρίσκεται στα ράφια μεγάλων ελληνικών αλυσίδων, παρά την υψηλή του ζήτηση και την αναγνωρισμένη ποιότητά του.
«Μπαίνουμε κυρίως σε μικρές αλυσίδες καταστημάτων της Ελλάδα. Οι μεγάλες δεν μας εξυπηρετούν, γιατί ζητούν μεγάλη πίστωση και πολύ υψηλές τιμές. Παρότι η τιμή του μη επεξεργασμένου προϊόντος έχει πέσει σχεδόν στο μισό σε σχέση με πριν από δύο-τρία χρόνια, στα σούπερ μάρκετ η τιμή στο ρύζι παραμένει ίδια. Έτσι, πρακτικά, δεν μας συμφέρει να μπούμε στις μεγάλες αλυσίδες, θέλουμε αλλά με πιο ευνοϊκούς όρους», εξηγεί στο TheOpinion, o πρόεδρος του Α’ Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας, Χρήστος Γκαντζάρας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι συνθήκες αυτές κάνουν ασύμφορη τη συνεργασία με τις μεγάλες αλυσίδες, με το ρύζι Χαλάστρας ταξιδεύει σε απαιτητικές διεθνείς αγορές με υψηλή ζήτηση και καλύτερες εμπορικές συνθήκες. «Ως συνεταιρισμός εξάγουμε κυρίως στην Τουρκία, τον βασικό μας αγοραστή, αλλά και σε Ιορδανία, Ισραήλ, Λίβανο, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Σαουδική Αραβία, αγορές πολύ καλές για εμάς. Δραστηριοποιούμαστε και στα Βαλκάνια, καθώς και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες», συμπληρώνει ο πρόεδρος του Α’ Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας.
Παραγωγοί και συνεταιρισμοί εκτός «ραφιού»: Το άλλο πρόσωπο της αγοράς τροφίμων
Αξίζει να σημειωθεί ότι, μεγάλη ανησυχία προκαλεί η εισροή ρυζιού από χώρες όπως η Μιανμάρ, το Βιετνάμ και το Λάος, που επηρεάζει τις τιμές και θέτει ζητήματα ποιότητας για τα ελληνικά προϊόντα. Οι διεπαγγελματικοί φορείς και οι συνεταιρισμοί εκφράζουν την ανάγκη για εντατικούς ελέγχους στην αγορά.
Καλή χρονιά για την παραγωγή
Αναφορικά με τη φετινή παραγωγή, ο πρόεδρος του Α’ Αγροτικού Συνεταιρισμού Χαλάστρας τόνισε ότι, βρίσκεται στην τελική φάση της συγκομιδής. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, απομένει περίπου μία εβδομάδα για να ολοκληρωθεί η διαδικασία και να αποθηκευτούν τα προϊόντα, ενώ στη συνέχεια θα φανεί η πορεία της ζήτησης και των τιμών στην αγορά.
«Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι η παραγωγή κινήθηκε σε καλά επίπεδα τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά. Η έκταση των καλλιεργούμενων στρεμμάτων ήταν μεγαλύτερη από πέρυσι, καθώς προστέθηκαν επιπλέον 50–50.000 στρέμματα σε όλη τη χώρα, γεγονός που συνέβαλε στην αύξηση της συνολικής παραγωγής», σημειώνει.