MONEY & MARKET, ΘΕΜΑ THEOPINION
Κλιματική Χρηματοδότηση: Η Ελλάδα μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία πράσινης μετάβασης
Η Ελλάδα εισέρχεται σε μια πολύ κρίσιμη φάση της ενεργειακής και περιβαλλοντικής της πολιτικής, καθώς συνδυάζει σημαντική χρηματοδότηση με σαφείς στόχους βιώσιμης μετάβασης.
Το 2025 αναδεικνύεται ως έτος-ορόσημο, όπου η πράσινη ρευστότητα από διεθνείς και ευρωπαϊκούς πόρους συμβαδίζει με μεταρρυθμιστική αποφασιστικότητα και παγίως ενισχύει την αναπτυξιακή δυναμική.
Έως σήμερα, η Ελλάδα έχει απορροφήσει περίπου 18 δισ. € από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, ποσό που ισοδυναμεί με το 8 % του ΑΕΠ και αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2027, όταν θα φτάσει συνολικά στα 36 δισ. €. Από αυτά, περισσότερα από 14 δισ. € χρηματοδοτούν άμεσα έργα με «πράσινο» προσανατολισμό ενεργειακές διασυνδέσεις νησιών ύψους 645 εκατομμυρίων ευρώ, προγράμματα ενεργειακής αποδοτικότητας σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, ανάπτυξη φωτοβολταϊκών και αιολικών εγκαταστάσεων, αλλά και δράσεις ψηφιακού εκσυγχρονισμού για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που ενισχύουν την κλιματική ανθεκτικότητα των επιχειρηματικών μοντέλων.
Παράλληλα, μέσω της Green Transition Facility έχουν διατεθεί περίπου 2,84 δισ. € για έργα απολιγνιτοποίησης και ενεργειακής μετάβασης σε περιοχές με ιστορική εξάρτηση από τον άνθρακα, με αιχμή τη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη. Οι παρεμβάσεις αυτές δεν αφορούν μόνο την απενεργοποίηση λιγνιτικών μονάδων, αλλά περιλαμβάνουν και τη δημιουργία νέων ενεργειακών κοινοτήτων, την εγκατάσταση υβριδικών σταθμών ΑΠΕ, καθώς και την υλοποίηση προγραμμάτων αναβάθμισης τοπικών υποδομών, ώστε να στηριχθεί η απασχόληση και η αναπτυξιακή προοπτική των περιοχών που πλήττονται από την ενεργειακή μετάβαση. Επιπλέον, προβλέπονται φορολογικά κίνητρα και ενισχυμένα χρηματοδοτικά εργαλεία για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, καθώς και στοχευμένες δράσεις κατάρτισης και επανακατάρτισης του εργατικού δυναμικού, προκειμένου η αλλαγή ενεργειακού μοντέλου να μη μεταφραστεί σε κοινωνική αποδιάρθρωση αλλά σε ευκαιρία ανανέωσης του παραγωγικού ιστού. Σε συμπληρωματικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (EIB) συνεισέφερε περίπου €1 δισ. σε πράσινα δάνεια για ΜΜΕ και μεσαίες επιχειρήσεις μέσω συνεργασιών με την Εθνική και την Τράπεζα Πειραιώς προσφέροντας κεφάλαια με ευνοϊκούς όρους . Το 2024, μάλιστα, τα συνολικά χρηματοδοτικά εργαλεία της EIB προς την Ελλάδα έφτασαν τα €2,2 δισ., συμπεριλαμβανομένων χρηματοδοτήσεων για πολιτική προστασία (€595 εκ.) και ανθεκτικές υποδομές ύδρευσης (€2 δισ. σε πρόγραμμα 10 ετών).
Η νέα Εθνική Στρατηγική για το Κλίμα προβλέπει μέχρι το 2030 μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2019, καθώς και αύξηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ώστε να καλύπτουν το 82 % της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής. Πρόκειται για στόχους ιδιαίτερα φιλόδοξους, οι οποίοι ευθυγραμμίζονται με τις ευρωπαϊκές κλιματικές δεσμεύσεις. Παράλληλα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την πλήρη υλοποίηση αυτών των στόχων έως το τέλος της δεκαετίας απαιτούνται πρόσθετες επενδύσεις της τάξης των 95 δισ. ευρώ. Σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, έως το 2050, το συνολικό επενδυτικό κενό για την πλήρη μετάβαση σε κλιματικά ουδέτερη οικονομία εκτιμάται στα 330 δισ. ευρώ, ποσό που αποτυπώνει όχι μόνο την κλίμακα της πρόκλησης αλλά και τις ευκαιρίες για εκσυγχρονισμό και οικονομική αναδιάρθρωση σε όλους τους τομείς της παραγωγής και της κατανάλωσης. τις αρχές του 2025, το αντίστοιχο ποσοστό βρισκόταν κοντά στο 56 %, γεγονός που φανερώνει σημαντική πρόοδο αλλά και την ύπαρξη ενός απαιτητικού κενού που πρέπει να καλυφθεί μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Πρόκειται για στόχους ιδιαίτερα φιλόδοξους, οι οποίοι ευθυγραμμίζονται με τις ευρωπαϊκές κλιματικές δεσμεύσεις και επανακαθορίζουν τις προτεραιότητες των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων.
Παράλληλα, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την πλήρη υλοποίηση αυτών των στόχων έως το τέλος της δεκαετίας απαιτούνται πρόσθετες επενδύσεις της τάξης των 95 δισ. ευρώ. Σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα, έως το 2050, το συνολικό επενδυτικό κενό για την πλήρη μετάβαση σε κλιματικά ουδέτερη οικονομία εκτιμάται στα 330 δισ. ευρώ, ποσό που αποτυπώνει όχι μόνο την κλίμακα της πρόκλησης αλλά και τις ευκαιρίες για εκσυγχρονισμό και οικονομική αναδιάρθρωση σε όλους τους τομείς της παραγωγής και της κατανάλωσης. Αν και το πρόσφατο περιβάλλον δείχνει επενδυτική κινητικότητα και αυξανόμενη αποδοχή διεθνών πόρων, οι προκλήσεις παραμένουν. Η επιτάχυνση των αδειοδοτήσεων, η θεσμική υποστήριξη τοπικών φορέων και η διασφάλιση κοινωνικής συνοχής είναι απαραίτητα στοιχεία για να μην μείνουν τα έργα στα χαρτιά. Η Ελλάδα διαθέτει τα κεφάλαια, τις ευκαιρίες και τη θέληση. Τώρα μένει να 'επενδύσει' στην αποτελεσματική εφαρμογή, στη διαφάνεια και στη δυναμική που μπορεί να αλλάξει επίπεδο την οικονομία της και να την καθιερώσει ως παράδειγμα περιφερειακής βιώσιμης ανάπτυξης.