Ιστορικές μεταβολές για τη Fed: Πώς ο Τραμπ ξαναγράφει το DNA της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ
Το επόμενο έτος ενδέχεται να μην αφορά μόνο επιτόκια και πληθωρισμό, αλλά τη βαθύτερη σύγκρουση ανάμεσα στην πολιτική ισχύ και τη θεσμική ανεξαρτησία.
Η αποδυνάμωση της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια εμπιστοσύνης και αύξηση πληθωριστικών πιέσεων,
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών συνεχίζει να βρίσκεται υπό πολιτική πίεση, καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ κινείται στη δεύτερη προεδρική του θητεία με στόχο όχι απλώς την αντικατάσταση προσώπων, αλλά τον επανακαθορισμό της ίδιας της θεσμικής υπόστασης της Federal Reserve. Το ανεξάρτητο προφίλ που προστάτευσε τη Fed επί δεκαετίες, ακόμα και σε περιόδους ακραίων οικονομικών κρίσεων, φαίνεται πλέον ευάλωτο απέναντι στην επιθετική προσέγγιση του πρώην και πιθανώς μελλοντικού προέδρου.
Ήδη μέσα στο 2025, δύο βασικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, η Μισέλ Μπόουμαν και ο Κρίστοφερ Γουόλερ — διορισμένοι και οι δύο από τον Τραμπ έχουν διαφοροποιηθεί ανοιχτά από τη γραμμή του προέδρου της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ζητώντας ξεκάθαρες και άμεσες μειώσεις επιτοκίων. Η δημόσια διαφωνία σε αυτό το επίπεδο είναι εξαιρετικά σπάνια και αποκαλύπτει έναν βαθύ διχασμό στο εσωτερικό της Κεντρικής Τράπεζας, με έντονες πολιτικές αποχρώσεις.
Αυτό που προβληματίζει περισσότερο τους επενδυτές και τις αγορές δεν είναι μόνο το ενδεχόμενο καθαίρεσης του Πάουελ, αλλά η σαφής πρόθεση επανεξέτασης των εργαλείων και της εντολής της Fed. Η ομάδα Τραμπ, με κεντρικά πρόσωπα τον Κέβιν Γουόρς και τον ίδιο τον Γουόλερ, επεξεργάζεται σενάρια που περιλαμβάνουν την κατάργηση του επιτοκίου στα αποθεματικά — ενός κρίσιμου μηχανισμού ελέγχου της ρευστότητας από το 2008 και μετά — καθώς και την πιο αυστηρή δημοσιονομική εποπτεία του ισολογισμού της Fed.
Το υπουργείο Οικονομικών, υπό τον Σκοτ Μπένσεν, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο θεσμικής μεταρρύθμισης στον τρόπο διακυβέρνησης της Fed, κάτι που αν συμβεί, μπορεί να αλλάξει ριζικά τον χαρακτήρα της ως ανεξάρτητης αρχής. Όπως σημειώνουν κορυφαίοι αναλυτές στη Wall Street, μια τέτοια στροφή θα είχε σοβαρότερες επιπτώσεις για τις αγορές απ’ ό,τι η απλή αποπομπή του Πάουελ.
Η ανησυχία αυτή ήδη αντικατοπτρίζεται στις αγορές κρατικών ομολόγων, όπου η μεταβλητότητα έχει αυξηθεί, ενώ οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων τίτλων καταγράφουν έντονες διακυμάνσεις. Οι επενδυτές αποτιμούν πλέον όχι μόνο τα οικονομικά δεδομένα αλλά και το ενδεχόμενο πολιτικής παρέμβασης στη νομισματική πολιτική — κάτι που θα μπορούσε να επηρεάσει το κόστος δανεισμού, την ισοτιμία του δολαρίου και την αξιοπιστία των ΗΠΑ ως διεθνή οικονομικό σταθεροποιητή.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει ήδη προειδοποιήσει, χωρίς να κατονομάζει άμεσα τις ΗΠΑ, ότι η αποδυνάμωση της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών ενδέχεται να οδηγήσει σε απώλεια εμπιστοσύνης, αύξηση πληθωριστικών πιέσεων και αποσταθεροποίηση των χρηματοοικονομικών συστημάτων παγκοσμίως. Η περίπτωση της Fed δεν είναι πλέον μια θεωρητική απειλή αλλά ένα υπαρκτό ενδεχόμενο.
Με τη θητεία Πάουελ να εκπνέει τον Μάιο του 2026, ο χρόνος μετρά αντίστροφα. Το επόμενο έτος ενδέχεται να μην αφορά μόνο επιτόκια και πληθωρισμό, αλλά τη βαθύτερη σύγκρουση ανάμεσα στην πολιτική ισχύ και τη θεσμική ανεξαρτησία. Και από αυτή τη μάχη δεν κρίνεται μόνο το μέλλον της Federal Reserve, αλλά και η σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος.