ΙΟΒΕ: Αισιοδοξία στις επιχειρήσεις, σκεπτικισμός στα νοικοκυριά
Η ελληνική οικονομία φαίνεται να ανακάμπτει με αποφασιστικότητα, με τον δείκτη οικονομικού κλίματος να σημειώνει εντυπωσιακή άνοδο τον Ιούλιο.
Η εικόνα που αναδύεται από τα στοιχεία της έρευνας του ΙΟΒΕ είναι διττή, αφενός οι επιχειρήσεις επανέρχονται σε τροχιά ανάπτυξης, αφετέρου, οι καταναλωτές διατηρούν επιφυλάξεις.
Η ελληνική οικονομία φαίνεται να ανακάμπτει με αποφασιστικότητα, με τον δείκτη οικονομικού κλίματος να σημειώνει εντυπωσιακή άνοδο τον Ιούλιο, φτάνοντας στις 109,1 μονάδες από τις 106,1 του Ιουνίου – την υψηλότερη τιμή των τελευταίων 13 μηνών. Η θετική αυτή μεταβολή προέρχεται κυρίως από την ενίσχυση των προσδοκιών στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, δύο τομείς που διαμορφώνουν τον παλμό της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας και της τουριστικής ζήτησης. Παράλληλα, οι δείκτες στις κατασκευές σταθεροποιούνται, με σημαντικές ενδείξεις βελτίωσης στις ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ αντίθετα, το λιανικό εμπόριο και η καταναλωτική εμπιστοσύνη παρουσιάζουν σημάδια κόπωσης, τονίζοντας το χάσμα ανάμεσα στην αισιοδοξία των επιχειρήσεων και τη συγκρατημένη στάση των καταναλωτών.
Στη βιομηχανία, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών ενισχύθηκε στις 112,6 μονάδες, από 107,6 τον Ιούνιο, με το ισοζύγιο παραγγελιών και ζήτησης να επιστρέφει σε θετικά επίπεδα για πρώτη φορά μετά από καιρό. Αν και οι προβλέψεις για την παραγωγή επόμενων μηνών παρουσιάζουν ελαφρά κάμψη, οι δείκτες εξαγωγικής δραστηριότητας κινούνται ανοδικά, καταδεικνύοντας αυξημένη εμπιστοσύνη στη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων. Η απασχόληση στον κλάδο αναμένεται να ενισχυθεί, ενώ μειώνονται ελαφρώς και οι πληθωριστικές πιέσεις στα τελικά προϊόντα. Αντίστοιχα, στις υπηρεσίες, η θετική δυναμική του τουριστικού κλάδου –κυρίως στον τομέα των ξενοδοχείων και εστιατορίων– δίνει ώθηση στον δείκτη, που φτάνει τις 115,7 μονάδες. Ιδιαίτερα αισιόδοξες είναι οι εκτιμήσεις για τη ζήτηση και την απασχόληση, με παράλληλη παραδοχή αυξημένων τιμών λόγω πληθωρισμού.
Η εικόνα στις κατασκευές είναι μικτή. Αν και ο γενικός δείκτης υποχώρησε στις 166,5 μονάδες από 176,0, η διαφορά αυτή οφείλεται κυρίως σε επιβράδυνση στα δημόσια έργα. Στον αντίποδα, οι ιδιωτικές κατασκευές κινούνται σε έντονα ανοδική πορεία, με τον σχετικό δείκτη να απογειώνεται στις 195,8 μονάδες. Η προσδοκία για νέες θέσεις εργασίας και επενδυτική κινητικότητα καταγράφεται αυξημένη, παρά την επίμονη έλλειψη εργατικού δυναμικού, η οποία αναγνωρίζεται ως βασικό ανασταλτικό παράγοντα από τα δύο τρίτα των επιχειρήσεων.
Το λιανικό εμπόριο, ωστόσο, ακολουθεί διαφορετική πορεία. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών κατέγραψε σημαντική πτώση στις 93,4 μονάδες, από 105,9 τον Ιούνιο, καθώς οι επιχειρήσεις εμφανίζονται απογοητευμένες από τις τρέχουσες πωλήσεις και λιγότερο αισιόδοξες για τις μελλοντικές προοπτικές. Οι αυξημένες τιμές και τα υψηλά αποθέματα συντηρούν κλίμα αβεβαιότητας, ενώ εντείνονται οι δυσκολίες πρόβλεψης της πορείας της αγοράς. Η υποχώρηση είναι διάχυτη σε όλους τους βασικούς υποκλάδους, με τα είδη ένδυσης, οικιακού εξοπλισμού και αυτοκινήτου να πλήττονται περισσότερο, λόγω μειωμένης καταναλωτικής διάθεσης.
Σε αυτό το πλαίσιο, η καταναλωτική εμπιστοσύνη εξασθενεί περαιτέρω και τον Ιούλιο, με τον δείκτη να υποχωρεί στις -47,6 μονάδες. Η Ελλάδα παραμένει η πλέον απαισιόδοξη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους Έλληνες καταναλωτές να προβλέπουν επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης και της ευρύτερης εικόνας της χώρας. Το 64% των νοικοκυριών θεωρεί ότι η οικονομική τους κατάσταση έχει επιδεινωθεί τους τελευταίους 12 μήνες, ενώ ένα σχεδόν ισόποσο ποσοστό προβλέπει πως η κατάσταση θα συνεχίσει να χειροτερεύει το επόμενο διάστημα. Παρά ταύτα, εμφανίζεται μικρή ανάκαμψη στις προθέσεις για σημαντικές αγορές, αλλά και στην πρόθεση για αποταμίευση, φαινόμενο που ενδεχομένως σχετίζεται με την αύξηση της τουριστικής απασχόλησης ή την ανάγκη μεγαλύτερης οικονομικής «προστασίας» από τα νοικοκυριά.
Η εικόνα που αναδύεται από τα στοιχεία της έρευνας του ΙΟΒΕ είναι διττή. Αφενός οι επιχειρήσεις επανέρχονται σε τροχιά ανάπτυξης, με αυξανόμενη εμπιστοσύνη στην παραγωγή, τις εξαγωγές και την απασχόληση· αφετέρου, οι καταναλωτές διατηρούν επιφυλάξεις, εν μέσω πληθωριστικών πιέσεων και αβεβαιότητας για το προσωπικό τους οικονομικό μέλλον. Η ασυμμετρία αυτή συνιστά πρόκληση για τη συνέχεια της ανάκαμψης και επαναφέρει στο προσκήνιο την ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές στήριξης της ζήτησης, ενίσχυση της απασχόλησης και αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην ευρύτερη προοπτική της οικονομίας.