Η Κίνα ξαναγράφει τους κανόνες της εφοδιαστικής αλυσίδας
Η Κίνα σχεδιάζει ένα εναλλακτικό σύστημα παραγωγής, διανομής και ελέγχου πιο πολύπλοκο, αλλά και πιο προσαρμοστικό στις απαιτήσεις της νέας παγκόσμιας οικονομίας.
Στο επίκεντρο της πρότασης βρίσκονται η μείωση κόστους, η βιωσιμότητα, η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιακή ανιχνευσιμότητα και η ευελιξία διανομής.
Η Κίνα επιχειρεί να μεταβάλει τη θέση της στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, όχι μόνο ως κέντρο παραγωγής αλλά ως ρυθμιστικός κόμβος συνεργασίας. Στην τρίτη Διεθνή Έκθεση Εφοδιαστικής Αλυσίδας στο Πεκίνο, με συμμετοχή 651 επιχειρήσεων και φορέων από 75 χώρες, η κινεζική κυβέρνηση ανέπτυξε το νέο της αφήγημα: διεθνής εφοδιαστική αλυσίδα με αμοιβαία ωφέλεια, πολυμερή συμμετοχή και τεχνολογική διασύνδεση.
Πέρα από το πολιτικό μήνυμα περί ανοιχτών αγορών, το στρατηγικό βάθος αυτής της προσέγγισης είναι σαφές. Η Κίνα προβάλλει ως εναλλακτικό υπόδειγμα, σε αντιδιαστολή με τον αυξανόμενο προστατευτισμό των ΗΠΑ και τις δασμολογικές πολιτικές του 2025. Στο επίκεντρο της πρότασης βρίσκονται η μείωση κόστους, η βιωσιμότητα, η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιακή ανιχνευσιμότητα και η ευελιξία διανομής.
Επιπλέον, η κινεζική πολιτική γραμμή ενισχύει τη λεγόμενη «διπλή κυκλοφορία» — τον παράλληλο συνδυασμό εξωστρεφούς εμπορίου και ενίσχυσης της εγχώριας αυτάρκειας. Η σταδιακή υποκατάσταση ξένων εξαρτημάτων, ιδίως σε ημιαγωγούς, ενέργεια, υγεία και υλικά υψηλής τεχνολογίας, δείχνει ότι το Πεκίνο δεν επιδιώκει απλώς συμμετοχή στην αλυσίδα, αλλά έλεγχο του ρυθμού και των κόμβων της.
Η έκθεση στο Πεκίνο δεν ήταν απλώς εμπορικό γεγονός αλλά στρατηγικό σήμα. Κινεζικές εταιρείες υπέγραψαν συμφωνίες με εταίρους από την Κεντρική Ασία, τη Μέση Ανατολή και τη Νοτιοανατολική Ασία, εστιάζοντας σε έξυπνα logistics, πράσινη ενέργεια και αυτόνομα οχήματα. Η συμμετοχή ξένων επιχειρήσεων, που ξεπέρασε το 35% των εκθετών, δείχνει ότι η διεθνής αγορά παρακολουθεί με ενδιαφέρον — όχι μόνο για λόγους κόστους αλλά και λόγω της ανάγκης για πολυδιάστατη ανθεκτικότητα.
Η Ελλάδα, αν και μικρός παραγωγός σε σχέση με την Ασία, εντάσσεται λειτουργικά σε αυτή τη συζήτηση μέσω της γεωγραφικής της θέσης και της δυναμικής των λιμενικών και μεταφορικών της υποδομών. Ο Πειραιάς, ως σημείο εισόδου κινεζικών και ευρασιατικών φορτίων στην Ευρώπη, διατηρεί ενεργό ρόλο στις θαλάσσιες εμπορευματικές ροές Κίνας–Ε.Ε. Η COSCO ελέγχει ήδη άνω του 67% του λιμανιού και τοποθετεί την Ελλάδα εντός του νέου μοντέλου «ανοιχτής εφοδιαστικής», με αναβαθμισμένες δυνατότητες logistics, διαμετακόμισης και αποθήκευσης. Επιπλέον, ελληνικές εταιρείες logistics και μεταφορών που δραστηριοποιούνται σε Θεσσαλονίκη, Θριάσιο και Ασπρόπυργο καλούνται να προσαρμοστούν στις νέες απαιτήσεις διαφάνειας, τεχνολογικής ιχνηλασιμότητας και πράσινων λύσεων, ώστε να παραμείνουν μέρος των διεθνών κόμβων. Η ενσωμάτωση ευρωπαϊκών standards στις υποδομές, οι απλοποιήσεις τελωνειακών διαδικασιών και η αξιοποίηση του σιδηροδρομικού άξονα Πειραιάς–Βαλκάνια–Κεντρική Ευρώπη συνιστούν κρίσιμες παραμέτρους για τη συμμετοχή της Ελλάδας στις μετασχηματισμένες εφοδιαστικές ροές.
Παράλληλα με την επέκταση των κινεζικών logistics μέσω του Belt and Road, οι ΗΠΑ, η Ινδία, η Σαουδική Αραβία και η Ε.Ε. προωθούν τον ανταγωνιστικό διάδρομο IMEC (India–Middle East–Europe Corridor), ο οποίος παρουσιάστηκε το 2023 στη G20. Το σχέδιο προβλέπει τη δημιουργία ενός συνδυασμένου σιδηροδρομικού και θαλάσσιου δικτύου που θα ενώνει την Ινδία με τα λιμάνια του Περσικού Κόλπου και από εκεί με την Ελλάδα και άλλους ευρωπαϊκούς κόμβους. Η πρωτοβουλία αυτή δεν αφορά μόνο τις υποδομές αλλά στοχεύει και σε μια νέα γεωοικονομική ισορροπία, προσφέροντας μια δυτική εναλλακτική διαδρομή για το παγκόσμιο εμπόριο. Η Ελλάδα, ως δυτικός τελικός προορισμός του IMEC, βρίσκεται σε θέση στρατηγικής επιλογής, γεγονός που ενισχύει τον ανταγωνισμό μεταξύ Δύσης και Κίνας στην ευρασιατική διαμετακόμιση.
Σε ένα περιβάλλον όπου η παγκόσμια εμπορική αλυσίδα γίνεται εργαλείο πίεσης, η Κίνα επιλέγει να επενδύσει στην εικόνα του «συνεργάτη και εγγυητή σταθερότητας». Ωστόσο, ο σκοπός είναι σαφής: διατήρηση πρόσβασης σε πρώτες ύλες και τεχνολογίες, αύξηση γεωοικονομικής επιρροής, περιορισμός της εξάρτησης από κρίσιμους εισαγωγικούς πόρους και διαμόρφωση νέων περιφερειακών κόμβων ελέγχου.
Η σύγκρουση με τη γραμμή Ουάσιγκτον είναι αναπόφευκτη. Καθώς οι ΗΠΑ προχωρούν σε τιμωρητικούς δασμούς και reshoring, η Κίνα δεν απαντά με απλή αντίδραση. Αντίθετα, σχεδιάζει ένα εναλλακτικό σύστημα παραγωγής, διανομής και ελέγχου πιο πολύπλοκο, αλλά και πιο προσαρμοστικό στις απαιτήσεις της νέας παγκόσμιας οικονομίας.