MONEY & MARKET, ΘΕΜΑ THEOPINION
Η Ελλάδα εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας: Σημαντικό ορόσημο στην εποχή της πράσινης μετάβασης
Η εξαγωγική δυνατότητα της χώρας ενισχύεται και από τη βελτίωση των διασυνδέσεων με τα συστήματα των γειτονικών κρατών, ενώ η γεωγραφική θέση της Ελλάδας προσφέρει επιπλέον στρατηγικά πλεονεκτήματα
Η Ελλάδα κατέγραψε ένα ιστορικό ορόσημο στον ενεργειακό της χάρτη, καθώς για πρώτη φορά από το 2000 εμφανίζεται ως καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας.
Η θετική αυτή εξέλιξη αποδίδεται κυρίως στην εκρηκτική ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας και στη σημαντική ενίσχυση των υποδομών αποθήκευσης, που επιτρέπουν πλέον μεγαλύτερη αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) και εξαγωγές προς τα δίκτυα των γειτονικών χωρών.
Το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί απτή απόδειξη της προόδου που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα της καθαρής ενέργειας και αντανακλά τη σταθερή στροφή της χώρας προς ένα νέο, βιώσιμο ενεργειακό μοντέλο. Σημαντικό ρόλο στη μετάβαση αυτή διαδραματίζει η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), η οποία ανακοίνωσε την έναρξη κατασκευής δύο νέων συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας στη Βόρεια Ελλάδα. Τα συστήματα αυτά θα λειτουργούν υποστηρικτικά προς φωτοβολταϊκούς σταθμούς που αναπτύσσονται στην ίδια γεωγραφική περιοχή, επιτρέποντας καλύτερη διαχείριση της ενέργειας που παράγεται κατά τη διάρκεια της ημέρας και την αξιοποίησή της στις ώρες αιχμής.
Η αποθήκευση ενέργειας αποτελεί κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα ενεργειακής μετάβασης, καθώς αντιμετωπίζει το βασικό μειονέκτημα των ΑΠΕ: τη μεταβλητότητα της παραγωγής. Η επένδυση σε υποδομές αποθήκευσης ενισχύει τη σταθερότητα του συστήματος και ενδυναμώνει τη θέση της Ελλάδας ως περιφερειακού παρόχου καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας.
Η εξαγωγική δυνατότητα της χώρας ενισχύεται και από τη βελτίωση των διασυνδέσεων με τα συστήματα των γειτονικών κρατών, ενώ η γεωγραφική θέση της Ελλάδας – στην καρδιά της Νοτιοανατολικής Ευρώπης – προσφέρει επιπλέον στρατηγικά πλεονεκτήματα. Η ηλεκτρική διασύνδεση με τη Βουλγαρία, την Ιταλία και σύντομα με την Κύπρο και το Ισραήλ μέσω του EuroAsia Interconnector, ενισχύει την ενοποίηση των αγορών ενέργειας και μετατρέπει τη χώρα σε κρίσιμο ενεργειακό κόμβο.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα γίνεται εξαγωγέας ενέργειας με κύρια πηγή τις ΑΠΕ, και όχι τον λιγνίτη ή το φυσικό αέριο, σηματοδοτεί μια ουσιαστική ποιοτική αλλαγή. Δεν πρόκειται απλώς για ένα εμπορικό πλεόνασμα στον κλάδο της ενέργειας, αλλά για μια στρατηγική αναβάθμιση του ρόλου της χώρας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και της κοινής προσπάθειας για απανθρακοποίηση της οικονομίας.
Το νέο ενεργειακό τοπίο προσφέρει όχι μόνο περιβαλλοντικά, αλλά και οικονομικά οφέλη. Η δημιουργία θέσεων εργασίας στον τομέα της καθαρής ενέργειας, η μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα και η ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας συνθέτουν έναν σταθερό πυλώνα βιώσιμης ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια.
Η πρόκληση, πλέον, είναι η διατήρηση του ρυθμού υλοποίησης επενδύσεων, η βελτίωση της διασύνδεσης των δικτύων, η επιτάχυνση αδειοδοτήσεων και η ενεργειακή δικαιοσύνη ώστε η ενεργειακή μετάβαση να είναι όχι μόνο πράσινη, αλλά και κοινωνικά ισόρροπη.