Eurobank: Η βουτιά στις εισαγωγές καυσίμων «φρέναρε» το έλλειμμα στο ισοζύγιο
Δύο ήταν οι βασικοί παράγοντες πίσω από αυτή την εξέλιξη.
Η εικόνα του εξωτερικού ισοζυγίου της Ελλάδας εμφανίζεται αισθητά βελτιωμένη το πρώτο εξάμηνο του 2025, με το έλλειμμα να περιορίζεται στα 7,6 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου στο 6,4% του ΑΕΠ, έναντι 15,3 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2024.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Eurobank, δύο ήταν οι βασικοί παράγοντες πίσω από αυτή την εξέλιξη. H υποχώρηση στις εισαγωγές καυσίμων λόγω χαμηλότερων διεθνών τιμών και η συμβολή των επιχορηγήσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η χρηματοδότηση του ελλείμματος καλύφθηκε κυρίως από επενδυτικές ροές του εξωτερικού. Επενδύσεις χαρτοφυλακίου σε ελληνικά ομόλογα και μετοχές, άμεσες ξένες επενδύσεις αλλά και άλλες μορφές κεφαλαίων κατευθύνθηκαν στην ελληνική αγορά, προσφέροντας όχι μόνο άμεση ρευστότητα αλλά και προοπτικές ενίσχυσης της ανάπτυξης, εφόσον αξιοποιηθούν σε παραγωγικές δραστηριότητες.
Σε σχέση με πέρυσι, το έλλειμμα συρρικνώθηκε κατά σχεδόν 700 εκατ. Ευρώ. H πορεία του όμως δεν ήταν ομοιόμορφη μέσα στη χρονιά. Το πρώτο τρίμηνο καταγράφηκε επιδείνωση κατά περίπου 758 εκατ. ευρώ (+20,1%), ενώ στο δεύτερο τρίμηνο υπήρξε σαφής βελτίωση, με το έλλειμμα να μειώνεται κατά 1,45 δισ. ευρώ (-31,9%).
Αναλύοντας τις επιμέρους κατηγορίες, το ισοζύγιο αγαθών βελτιώθηκε κυρίως χάρη στη μείωση των εισαγωγών καυσίμων. Η μέση τιμή του πετρελαίου Brent έπεσε στα 70,7 δολάρια το βαρέλι από 83,4 δολάρια πέρυσι, δηλαδή μια πτώση 15,2%, γεγονός που περιόρισε αισθητά το κόστος. Αντίθετα, όταν εξαιρεθούν καύσιμα και πλοία, το έλλειμμα αγαθών αυξήθηκε κατά 2%, αφού οι εισαγωγές αυξήθηκαν ταχύτερα από τις εξαγωγές.
Στις υπηρεσίες, το ταξιδιωτικό ισοζύγιο ενισχύθηκε κατά 437 εκατ. ευρώ (+7,9%), δείχνοντας τη δυναμική του τουρισμού, αλλά η θετική αυτή επίδοση «έσβησε» εν μέρει από τη μεγάλη πτώση των ναύλων στις μεταφορές, που περιόρισε το πλεόνασμα κατά σχεδόν 30%. Παράλληλα, το έλλειμμα στο ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων (τόκοι, μερίσματα κ.λπ.) μειώθηκε κατά 99 εκατ. ευρώ (-9%), ενώ στο δευτερογενές ισοζύγιο οι εισροές από μεταβιβάσεις, κυρίως χάρη στις επιχορηγήσεις του ΤΑΑ, αύξησαν το πλεόνασμα κατά περίπου 136 εκατ. ευρώ (+4,8%).
Η βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου δεν προήλθε μόνο από τη συγκυριακή πτώση των τιμών στα καύσιμα, αλλά και από σταθερές ροές όπως οι ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις και οι ξένες επενδύσεις. Το μεγάλο ερώτημα πλέον είναι αν αυτή η θετική δυναμική θα συνεχιστεί και θα αποτελέσει μόνιμο στήριγμα για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.