Έλον Μασκ vs Ντόναλντ Τραμπ: Μια σύγκρουση δισεκατομμυρίων που αλλάζει τα δεδομένα
Πρόκειται για ένα «διαζύγιο» που θα έχει συνέπειες όχι μόνο στα χρηματιστήρια και στις επιχειρήσεις.
Η σύγκρουση μεταξύ του Έλον Μασκ και του Ντόναλντ Τραμπ εξελίσσεται πλέον σε μετωπική ρήξη, σηματοδοτώντας μια καμπή στις σχέσεις πολιτικής και τεχνολογικής εξουσίας στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτό που ξεκίνησε ως διάσταση απόψεων για ένα αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο φοροελαφρύνσεων και δαπανών, εξελίχθηκε ταχύτατα σε δημόσια αντιπαράθεση με πολιτικές, οικονομικές και όπως φαίνεται– και θεσμικές διαστάσεις.
Ο Έλον Μασκ, επικεφαλής της Tesla και της SpaceX, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο-μαμούθ της κυβέρνησης Τραμπ ως «αηδιαστικό βδέλυγμα», κατηγορώντας την ηγεσία για οικονομικό λαϊκισμό που απειλεί να διογκώσει εκ νέου το δημοσιονομικό έλλειμμα και να υποθηκεύσει το μέλλον των ΗΠΑ. Η ρητορική του Μασκ συνοδεύεται από οξύτατη κριτική, με τον ίδιο να καταγγέλλει ότι του αποκρύφθηκαν κρίσιμες πτυχές του πακέτου δαπανών.
Η απάντηση Τραμπ ήρθε άμεση και σκληρή, σε προσωπικό και πολιτικό επίπεδο. Ο πρώην πρόεδρος εκδήλωσε δημόσια απογοήτευση για την αλλαγή στάσης του Μασκ, υποστηρίζοντας ότι η δική του διοίκηση δεν ευθύνεται για τα δημοσιονομικά προβλήματα, αλλά προσπαθεί να τα διορθώσει με τη μεγαλύτερη μείωση φόρων και δαπανών στη σύγχρονη ιστορία. Ωστόσο, πίσω από τα δημόσια σχόλια, διαφαίνεται πλέον και η διάλυση κάθε γέφυρας μεταξύ των δύο ανδρών.
Η αγορά δεν έμεινε ανεπηρέαστη. Η μετοχή της Tesla υπέστη σημαντική πίεση, με αναλυτές να αποδίδουν την πτώση στην αβεβαιότητα γύρω από την πολιτική τοποθέτηση του Μασκ, αλλά και στο ενδεχόμενο κατάρρευσης μελλοντικών συνεργασιών με το κράτος. Το τεχνολογικό κατεστημένο, που για καιρό στήριξε τις διοικητικές βλέψεις του Τραμπ, δείχνει πλέον σημάδια αποσύνδεσης.
Η αντιπαράθεση πήρε νέα τροπή όταν παρενέβη ο Στιβ Μπάνον, πρώην στρατηγικός σύμβουλος του Τραμπ και γνωστός πολέμιος του Μασκ. Με δηλώσεις του κάλεσε ανοιχτά τον Λευκό Οίκο να ακυρώσει όλα τα συμβόλαια με τις εταιρείες του Μασκ, ζητώντας ακόμα και έρευνα για τη νομιμότητα της μετανάστευσής του. Πέρα από τις επιθέσεις για φορολογικά ή επιχειρηματικά ζητήματα, ο Μπάνον επανέφερε στο προσκήνιο κατηγορίες για χρήση ναρκωτικών και –χωρίς στοιχεία– υπαινιγμούς για ζητήματα εθνικής ασφάλειας.
Το πιο εκρηκτικό επεισόδιο, όμως, ήρθε από τον ίδιο τον Μασκ. Σε ανάρτησή του στο X (Twitter), υποστήριξε ότι το όνομα του Ντόναλντ Τραμπ περιλαμβάνεται στη λίστα του Τζέφρι Έπσταϊν, αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτή είναι και η αιτία που δεν δημοσιοποιείται ολόκληρη. Η δήλωση προκάλεσε σεισμό στην Ουάσιγκτον, εντείνοντας τη φημολογία και φέρνοντας το σκάνδαλο Έπσταϊν ξανά στο πολιτικό προσκήνιο.
Ορισμένοι κύκλοι βλέπουν πλέον μια συνολική στρατηγική από τον Μασκ, ο οποίος από τεχνολογικός σύμβουλος επιχειρεί να μετατραπεί σε αυτόνομο πολιτικό παράγοντα, ενώ συνεχίζει να υποστηρίζει πρωτοβουλίες όπως η καμπάνια «Kill the Bill» και η δημόσια αποκήρυξη της φορολογικής πολιτικής του Τραμπ. Αξιοσημείωτο είναι πως υπενθύμισε πως «χωρίς αυτόν, ο Τραμπ δεν θα είχε κερδίσει τις εκλογές» μια δήλωση με πολλαπλά μηνύματα και αποδέκτες.
Η σύγκρουση Μασκ–Τραμπ δεν είναι απλώς προσωπική. Αποκαλύπτει το εύθραυστο σημείο επαφής μεταξύ της τεχνολογικής ελίτ και της πολιτικής εξουσίας, ενώ θέτει υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο ο επιχειρηματικός κόσμος μπορεί να παραμείνει αμέτοχος σε ένα όλο και πιο πολωμένο πολιτικό περιβάλλον. Πρόκειται για ένα «διαζύγιο» που θα έχει συνέπειες όχι μόνο στα χρηματιστήρια και στις επιχειρήσεις, αλλά και στην ίδια τη γεωγραφία της εξουσίας στην Αμερική του 2025.