Το ίδιο έργο, άλλοι πρωταγωνιστές
Κάθε φορά νομίζαμε ότι φτάσαμε στον πάτο, όμως κάθε φορά ανακαλύπταμε καινούργιο… υπόγειο
Ο Άδωνις Γεωργιάδης και η Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν συγκρούστηκαν χθες στη Βουλή για την παραίτηση Διαμαντή Καραναστάση, για τη λαϊκή βούληση ή για το αν ο τέταρτος στη σειρά μπορεί να γίνει βουλευτής χωρίς σταυρό.
Συγκρούστηκαν για το ποιος θα φωνάξει πιο δυνατά και ποιος θα γίνει πιο… viral. Και κέρδισαν και οι δύο, όχι στη Βουλή, αλλά στα timelines και στα κοινωνικά δίκτυα, εκεί που δίνεται πλέον η πιο δυνατή μάχη…
“Κάτσε κάτω ρε…”
Αυτό που είδαμε δεν ήταν κοινοβουλευτική αντιπαράθεση. Ήταν reality show με έδρανα αντί για καναπέδες και μικρόφωνα αντί για εξομολογητήρια. Ο πολιτικός λόγος έχει συρρικνωθεί τόσο πολύ που πια δεν χωράει ιδέες, χωράει μόνο χαρακτηρισμούς. Δεν χρειάζεται να τεκμηριώσεις τίποτα. Δεν χρειάζεται να απαντήσεις σε επιχειρήματα. Η ελληνική Βουλή είναι καιρό τώρα, αρένα και με τα social media αποκτήσαμε και το… Κολοσσαίο. Μια φράση του Γεωργιάδη γίνεται meme σε δευτερόλεπτα, ένα βίντεο της Κωνσταντοπούλου ανεβαίνει στο TikTok –αφού πρώτα το ανεβάζει ή ίδια στο πόντιουμ της βουλής με το κινητό της– με ανάλογη λεζάντα. Οι πολίτες δεν παρακολουθούν πολιτική, παρακολουθούν σήριαλ. Και όπως σε κάθε τηλεοπτική σειρά, δεν έχει σημασία ποιος έχει δίκιο. Σημασία έχει ποιος θα πει την ατάκα που θα μείνει που θα «πουλήσει». Και οι δύο πλευρές τα είπαν καλά και γιόρτασαν τη νίκη τους, ψηφιακά και αργότερα και τηλεοπτικά, νίκες που θα κρατήσουν για τρεις ημέρες, όσο δηλαδή διαρκούν τα περισσότερα καλά ή άσχημα στην πατρίδα μας. Μετά θα πάμε για το επόμενο επεισόδιο …
Κανόνας όχι εξαίρεση…
Αυτό είναι το νέο επίπεδο, μηδέν επιχειρήματα, μέγιστη ένταση. Όσο πιο χυδαία η φράση, τόσο πιο ψηλά στα trends. Όσο πιο προσωπική η επίθεση, τόσο πιο πιστοί οι οπαδοί. Η Βουλή έχει γίνει το απόλυτο Big Brother, όλοι μέσα, όλοι έξω παρακολουθούν, κανείς δεν καταλαβαίνει τι γίνεται, όλοι έχουν άποψη. Και το χειρότερο είναι ότι δεν πρόκειται για παρέκκλιση. Είναι ο κανόνας. Είναι ο τρόπος που λειτουργεί η πολιτική, με φωνές, με ύβρεις, με viral moments. Και εμείς, οι από κάτω, αντί να απαιτήσουμε κάτι καλύτερο, χειροκροτούμε αναλόγως. Γιατί είναι πιο ανάλαφρο να βλέπεις καβγά παρά να ακούς πολιτική. Γιατί είναι πιο εύκολο να πεις «καλά της έκανε» ή «καλά του έκανε» παρά να σκεφτείς ποιος τεκμηρίωσε το λόγο ή τον αντίλογο καλύτερα.
Το “σκάσε” είναι πολιτικός λόγος;
Κι όμως, τίποτα από αυτά που είδαμε με Γεωργιάδη-Κωνσταντοπούλου δεν είναι καινούργιο. Από τη Μεταπολίτευση και μετά, η Βουλή έχει γίνει αρένα δεκάδες φορές, μόνο που παλιότερα τουλάχιστον υπήρχε η δικαιολογία της μεγάλης ιδέας ή του μεγάλου σκανδάλου. Το 1989, με το σκάνδαλο Κοσκωτά, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας αντάλλασαν χαρακτηρισμούς όπως «προδότες» και «κλέφτες» μέχρι που η αίθουσα μύριζε μπαρούτι. Το 1993, μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ, ο Ανδρέας Παπανδρέου και οι «εκσυγχρονιστές» του Σημίτη έφτασαν να φωνάζουν ο ένας τον άλλο «δοσίλογο» και «μαριονέτα». Το 2011, όταν ψηφιζόταν το πρώτο Μνημόνιο, ο Αλέξης Τσίπρας αποκαλούσε τον Γιώργο Παπανδρέου «δούλο των Γερμανών» και «προδότη», ενώ τα έδρανα του ΠΑΣΟΚ απαντούσαν με «γερμανοτσολιάδες» και «εθνομηδενιστές».
“Λαμόγια” και “ταγματασφαλίτες”
Το 2015, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης έλεγε στον Τσίπρα «ψεύτη» και «καταστροφέα» για τα capital controls, κι ο Τσίπρας του γύριζε «υποκριτή» και «λαμόγιο του παλιού συστήματος». Τα χρόνια πέρασαν, οι πρωταγωνιστές άλλαξαν, οι λέξεις όμως έμειναν ίδιες και χειρότερες. Το 2023, ο Κυριάκος Βελόπουλος και οι Σπαρτιάτες αποκαλούσαν ο ένας τον άλλο «ναζί» και «ταγματασφαλίτη» μέσα στην Ολομέλεια. Το 2024, τον Απρίλιο, ο Κωνσταντίνος Φλώρος χτύπησε τον Βασίλη Γραμμένο αφού πρώτα τον είχε πει «σκουπίδι» και «προδότη» μπροστά στα μικρόφωνα. Έχει κι άλλα πολλά… Κάθε φορά νομίζαμε ότι φτάσαμε στον πάτο. Κάθε φορά όμως ανακαλύπταμε καινούργιο… υπόγειο.