Διπλό παιχνίδι Ερντογάν: απειλές στη Συρία, σιωπή για το Ισραήλ

Στο φόντο όλων αυτών, η Τουρκία συνεχίζει να επενδύει στον γεωστρατηγικό της ρόλο ως κόμβος ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση

Διπλό παιχνίδι Ερντογάν: απειλές στη Συρία, σιωπή για το Ισραήλ
EPA/NECATI SAVAS

Την ώρα που η Άγκυρα υψώνει τόνους στα σύνορα της Συρίας και απειλεί ανοιχτά με νέα στρατιωτική επέμβαση κατά κουρδικών δυνάμεων, ταυτόχρονα αποφεύγει επιμελώς να στηρίξει διεθνείς κυρώσεις κατά του Ισραήλ, παρά την κλιμάκωση της βίας στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη.

Η στάση αυτή αποτυπώνει την πολιτική διπλής όψης που ακολουθεί η Τουρκία στη Μέση Ανατολή, προσπαθώντας να εμφανιστεί ως σταθεροποιητικός παράγοντας, χωρίς όμως να συγκρουστεί ευθέως με κανέναν από τους βασικούς περιφερειακούς και δυτικούς παίκτες.

Το τελευταίο επεισόδιο αυτής της στρατηγικής σημειώθηκε την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν δήλωσε πως η χώρα του δεν θα δεχτεί σε καμία περίπτωση δημιουργία αυτόνομου κουρδικού θύλακα στη βόρεια Συρία, απειλώντας ανοιχτά με επέμβαση.

Η Άγκυρα θεωρεί τις κουρδικές πολιτοφυλακές των YPG προέκταση του PKK – οργάνωσης που χαρακτηρίζει τρομοκρατική – και υποστηρίζει πως κάθε είδους κουρδική αυτονομία στα νότια σύνορά της ισοδυναμεί με απειλή για την εθνική ασφάλεια.

Παράλληλα, έχει ήδη αναπτύξει πάνω από 20.000 στρατιώτες σε συριακό έδαφος, διατηρώντας μόνιμη στρατιωτική παρουσία με τη συναίνεση της προσωρινής συριακής κυβέρνησης που υποστηρίζει.

Όμως, την ίδια ώρα που η Τουρκία υιοθετεί αυστηρή στάση στο συριακό μέτωπο, παρουσιάζει εντυπωσιακή απροθυμία να στηρίξει κυρώσεις κατά του Ισραήλ, ακόμη και όταν συμμάχοι της στην ΕΕ και χώρες του Νότου καταγγέλλουν εγκλήματα πολέμου στη Γάζα.

Παρόλο που η Άγκυρα είχε διακόψει το εμπόριο με το Ισραήλ την άνοιξη, δεν προσχώρησε σε καμία επίσημη διεθνή απόφαση κυρώσεων και απέφυγε να πιέσει περαιτέρω διπλωματικά.

Τούρκοι αξιωματούχοι περιορίστηκαν σε ρητορική καταδίκης, με διαβήματα που έγιναν μέσω των μυστικών υπηρεσιών και όχι δια της επίσημης διπλωματικής οδού. Επιπλέον, η τουρκική κυβέρνηση φρόντισε να κρατήσει ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με το Τελ Αβίβ, ενισχύοντας το αφήγημα ότι λειτουργεί ως «ισορροπιστής» στην περιοχή.

Αυτή η στάση δεν είναι νέα, αλλά εντάσσεται στην πάγια στρατηγική του Ταγίπ Ερντογάν να επωφελείται ταυτόχρονα από την εγγύτητα με τη Ρωσία, τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και τον αραβικό κόσμο. Η Τουρκία θέλει να έχει λόγο σε κάθε μέτωπο – από τη Λιβύη και το Ναγκόρνο Καραμπάχ μέχρι τη Συρία και την Παλαιστίνη – χωρίς όμως να αναλαμβάνει κόστος που θα διαταράξει τη δική της ασφάλεια ή την οικονομική της ισορροπία.

Ακόμη και η απόρριψη κυρώσεων στο Ισραήλ αποδίδεται από αναλυτές στην επιθυμία της Άγκυρας να αποφύγει να φανεί πολύ κοντά στο Ιράν ή τις σκληρές ισλαμικές φωνές εντός της χώρας, που ήδη πιέζουν για πιο επιθετική ρητορική κατά της Δύσης.

Σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, η Άγκυρα εμφανίζεται σαν δύναμη «συνεχούς διαμεσολάβησης»: συνεργάζεται με τις ΗΠΑ για τον εναέριο συντονισμό στη Συρία, αλλά καταγγέλλει τις επιχειρήσεις των Ισραηλινών.

Υποστηρίζει την παλαιστινιακή υπόθεση με λόγια, αλλά προτιμά να μη δεσμευτεί με πράξεις που θα φέρουν αντίποινα από την Ουάσινγκτον. Οι δηλώσεις Φιντάν ότι «η διχοτόμηση της Συρίας θα φέρει μόνο αστάθεια» συνοδεύονται από πρόσκληση προς όλες τις πλευρές για εκεχειρία, σε μια προσεκτική γλώσσα που στόχο έχει να δείξει ωριμότητα χωρίς ευθύνη.

Στο φόντο όλων αυτών, η Τουρκία συνεχίζει να επενδύει στον γεωστρατηγικό της ρόλο ως κόμβος ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, αποφεύγοντας να κλείσει την πόρτα σε κανέναν – ούτε στους Κούρδους, ούτε στο Ισραήλ, ούτε στους Άραβες, ούτε στη Ρωσία.

Όμως, το ερώτημα που γεννάται είναι αν αυτή η πολιτική των ισορροπιών μπορεί να διατηρηθεί επ’ αόριστον, ή αν αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να πάρει καθαρές θέσεις – κάτι που μέχρι τώρα η Άγκυρα καταφέρνει να αποφεύγει με εντυπωσιακή επιτυχία.