Φαιδρά Πορτοκαλέα #009: Η Κρατοκατάντια, η Χειροσκόπηση, το ΔΕΘtainment, η κυρά Επιδοτούλα, τα δέντρα, η Τουνοποίηση και η Δουκοκρατία της Αθήνας…..
Στην Ελλάδα, η φωτιά θέλει δευτερόλεπτα για να απλωθεί, αλλά το κράτος θέλει δεκαετίες για να ξυπνήσει. Γράφει η Φαιδρά Πορτοκαλέα.
Κρατοκατάντια: Είναι το κράτος ανίκανο ή η ανικανότητα είναι κρατική;
Κάθε καλοκαίρι η Ελλάδα φλέγεται. Όχι από τον ήλιο, ούτε από τον τουρισμό που «σπάει ρεκόρ», αλλά από εκείνη τη μόνιμη, ετήσια, σχεδόν παραδοσιακή συνήθεια: τις φωτιές. Και κάθε χρόνο, η ίδια θεατρική παράσταση: υπουργοί που «παρακολουθούν την κατάσταση στενά», περιφερειάρχες που «συντονίζουν τις δυνάμεις», και δήμαρχοι που «ζητούν ενίσχυση». Όλοι κάτι κάνουν εκτός από το να σβήσουν τη φωτιά.
Η κρατική μηχανή μοιάζει με εκείνο τον παλιό, σκουριασμένο πυροσβεστικό κρουνό που υπάρχει απλώς για διακοσμητικούς λόγους: κοκκινίζει ωραία στις φωτογραφίες, αλλά αν τον ανοίξεις, θα βγάλει ή σκουριά ή… αέρα. Κι ενώ η χώρα καίγεται, η επικοινωνιακή διαχείριση δουλεύει ρολόι. Θα σου δείξουν ελικόπτερα να πετούν, πυροσβέστες να παλεύουν ηρωικά, κι ένα υπουργικό βλέμμα «συγκίνησης». Όχι βέβαια ότι αυτά σώζουν σπίτια ή δάση, αλλά καλύπτουν ειδήσεις.
Οι δικαιολογίες έχουν γίνει κι αυτές παραδοσιακές. «Ακραία καιρικά φαινόμενα», «πρωτόγνωρη ξηρασία», «δυσπρόσιτες περιοχές». Λες και οι φωτιές σκάσανε μύτη πρώτη φορά φέτος. Πενήντα χρόνια ίδια τραγωδία, αλλά η πρόληψη παραμένει έννοια θεωρητική, κάτι σαν τα manual που κανείς δεν διαβάζει. Μνημεία φύσης και ολόκληρα οικοσυστήματα γίνονται στάχτη, αλλά του χρόνου πάλι θα κόβουμε κορδέλες σε «πράσινες πρωτοβουλίες».
Κι εδώ μπαίνει το μεγάλο ερώτημα: Είναι το κράτος ανίκανο ή η ανικανότητα είναι θεσμοθετημένη; Γιατί όταν η ανικανότητα επαναλαμβάνεται με τέτοια συνέπεια, δεν είναι πια τυχαίο λάθος είναι κανονισμός λειτουργίας. Είναι σαν να έχουμε γραμμένο στο Σύνταγμα: «Άρθρο 1: Η Ελλάδα είναι κράτος που δεν προλαβαίνει ποτέ τις φωτιές».
Την ίδια ώρα, οι πολίτες βλέπουν τον κόπο μιας ζωής να γίνεται κάρβουνο και παίρνουν υποσχέσεις ότι «θα αποζημιωθούν άμεσα». Όπως ακριβώς οι σεισμόπληκτοι, οι πλημμυροπαθείς και οι πυρόπληκτοι προηγούμενων δεκαετιών… που ακόμα περιμένουν.
Και κάπως έτσι, κάθε καλοκαίρι, η Ελλάδα ξαναζεί το ίδιο σενάριο. Οι φλόγες σβήνουν μόνες τους όταν δεν έχουν πια τι να κάψουν. Το κράτος, πάλι, μένει άσβεστο στην αδράνεια. Γιατί μπορεί η φωτιά να είναι φυσικό φαινόμενο, αλλά η κρατική ανικανότητα είναι ανθρώπινο δημιούργημα και μάλιστα made in Greece.
Στην Ελλάδα, η φωτιά θέλει δευτερόλεπτα για να απλωθεί, αλλά το κράτος θέλει δεκαετίες για να ξυπνήσει
Φαιδρά Πορτοκαλέα
Χειροσκόπηση: Το όραμα του καθηγητή Γκιβίση που ένωσε τη χειρουργική ακριβείας με το δημόσιο νοσοκομείο
Όταν οι περισσότεροι επιστρέφουν από ιατρικά συνέδρια με μερικά φυλλάδια και αναμνηστικά στυλό, ο Παναγιώτης Γκιβίσης γύρισε από το Μιλάνο με μια… διαστημική ιδέα: να φέρει στην Α’ Ορθοπεδική Κλινική του ΑΠΘ στο Παπανικολάου ένα υπερμικροσκόπιο 625.000 ευρώ, γιατί όχι; Κι όμως, εκεί που άλλοι θα έλεγαν «ωραίο είναι, αλλά πού να τρέχεις τώρα», ο καθηγητής δεν δίστασε. Έστησε ομάδα, βρήκε κονδύλια, ταρακούνησε διαδικασίες, και… voila! Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, έκανε το όραμα πράξη. Ένας γιατρός που βλέπει μακριά και τώρα, χάρη στο μικροσκόπιο, βλέπει και πολύ κοντά. Μέχρι και τα αγγεία που είναι λεπτότερα κι από τρίχα μαλλιών.
Δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία, αλλά για καθαρή επιστημονική… επιμονή. Σε έναν χώρο που έχει περισσότερο γραφειοκρατία παρά ιατρική τεχνολογία, ο Γκιβίσης κατάφερε να φέρει στην Ελλάδα ένα από τα 16 τέτοια μικροσκόπια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Και να το στήσει όχι σε ιδιωτική κλινική πολυτελείας, αλλά σε δημόσιο νοσοκομείο. Μπροστά σε τέτοιες πρωτοβουλίες, ακόμα και το φάντασμα του Δημόσιου Συστήματος Υγείας κουνάει το κεφάλι με απορία.
Τώρα, χάρη σε αυτόν, αντίχειρες ξαναμπαίνουν στη θέση τους, τένοντες ράβονται σαν λεπτή δαντέλα και οι νέοι χειρουργοί εκπαιδεύονται στο μέλλον. Η Θεσσαλονίκη προστίθεται στον χάρτη των μεγάλων ευρωπαϊκών κέντρων μικροχειρουργικής και ο Γκιβίσης αποδεικνύει ότι το «δεν γίνεται» δεν είναι ιατρικός όρος, είναι απλώς κακή δικαιολογία.
Και όλα αυτά, γιατί κάποιος είδε κάτι σε ένα συνέδριο και είπε το πιο επαναστατικό «γιατί όχι;». Μερικές φορές, η διαφορά ανάμεσα στον μέσο όρο και την πρωτοπορία είναι απλώς ένας καθηγητής με όραμα και γερό ζουμ.
Η ακρίβεια είναι το έργο του άξιου
Αριστοτέλης
ΔΕΘtainmen, όταν η Έκθεση αποφασίζει να γυρίσει τον καθρέφτη στον εαυτό της… και να τραγουδήσει….
Κάποτε η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης είχε τιμώμενες χώρες: Κίνα, Γερμανία, Ινδία, ΗΠΑ. Φέτος, τιμά την… ίδια της την ύπαρξη. Γιατί, αλήθεια, ποια χώρα είναι αντάξια της ΔΕΘ πλέον; Μήπως να καλούσαμε το Κατάρ; Την Αυστραλία; Άσε, καλύτερα να δώσουμε το βήμα στη μοναδική σταθερά της έκθεσης: τον εαυτό της.
Αυτό το ιδιοφυές αφήγημα της «έκθεσης που τιμά την έκθεση» δεν είναι μόνο μεταμοντέρνο, είναι μεταπανηγυρικό. Η 89η ΔΕΘ δεν είναι εμπορική, δεν είναι τεχνολογική, δεν είναι πολιτική, είναι καθαρά καλλιτεχνική. Δεν περιμένουμε πλέον καινοτομίες, αναπτυξιακά deals ή διεθνή visibility. Περιμένουμε πλήθος καλλιτεχνών και φυσικά μια εξέδρα που θα δονείται σαν να βρισκόμαστε στο MAD VMA των Βαλκανίων.
Για πρώτη φορά, η έκθεση γίνεται… μουσικό φεστιβάλ με λίγο περίπτερο στο background. Ένας μικρός Λυκαβηττός του Βορρά, με σπόνσορες. Το μοντέλο αλλάζει: δεν εκθέτεις προϊόν, εκθέτεις φωνητικές χορδές. Δεν προσελκύεις επενδυτές, μα groupies. Και αντί για συνέντευξη Τύπου με υπουργούς, έχεις καραόκε με τους τοπικούς φορείς.
Η απόφαση να μην υπάρχει τιμώμενη χώρα είναι φυσικά ένδειξη πολιτισμικού αυτοσεβασμού. Γιατί να βάλεις άλλη χώρα στο προσκήνιο, όταν μπορείς να θαυμάσεις την ίδια την Ελλάδα που κατάφερε, για άλλη μια φορά, να μετατρέψει έναν θεσμό σε μουσικολαϊκή βραδιά; Με μια ελαφρά μυρωδιά εκλογικής συγκέντρωσης και μπόλικη ντοπαμίνη ντεσιμπέλ.
Το μήνυμα είναι σαφές: η ΔΕΘ δεν χρειάζεται να είναι διεθνής για να θεωρείται διεθνής. Δεν χρειάζεται καν να είναι έκθεση. Αρκεί να έχει προβολείς, ντραμς και έναν παρουσιαστή που θα ανακοινώνει με στόμφο: «Και τώρα… η ίδια η ΔΕΘ!»
Η ΔΕΘ δεν εκθέτει προϊόντα. Εκθέτει, απλώς, τον εαυτό της. Και το κάνει με στυλ.
Ας συμμετέχουν και οι καρακάξες μας μ ένα τραγούδι τους «Κρααα ,κρααα, κρααα…..»
Μια ανόητη συνέπεια είναι το τερατάκι των μικρών μυαλών
Ραλφ Γουόλντο Έμερσον, Αμερικανός δοκιμιογράφος, φιλόσοφος και ποιητής, ηγετική μορφή του τρανσεντενταλισμού
Η Κυρά Επιδοτούλα και το Μυστικό του Χρυσού ΟΠΕΚΕΠΕ
Μια φορά κι έναν καιρό, στη χώρα της Λεβεντοδημοκρατίας, υπήρχε μια γυναίκα με μαγικές ικανότητες στην ανάγνωση οδηγιών ΕΣΠΑ και ξεχωριστό χάρισμα στο να γεμίζει έντυπα. Το όνομά της ήταν Κυρά Επιδοτούλα Χρηματορροού και η φήμη της ως «Μεγάλη Ιέρεια των Κοινοτικών Πόρων» είχε περάσει και τις Πρέσπες.
Γύρω της είχε χτίσει έναν κύκλο εκλεκτών συγγενών και ημισυγγενών, όλοι με μικρά ή μεγάλα χωραφάκια ή κοπάδια υπαρκτά ή φανταστικά που έμπαιναν στα σωστά συστήματα, την κατάλληλη στιγμή. Και τότε ήρθαν τα ευλογημένα κονδύλια: πολλά εκατομμύρια ευρώ έσταζαν από τον ΟΠΕΚΕΠΕ σαν μέλι πάνω σε τραχανά.
Και ενώ όλα έδειχναν πως η ζωή ήταν ωραία και χρηματοδοτούμενη, έφτασε το νέο στο παλάτι: ο Ηγεμόνας Ευθύμιος ο Άκαμπτος, ο οποίος είχε ορκιστεί να φέρει «σκληρή διαύγεια και μαλακό μάνατζμεντ», έμαθε τα καθέκαστα.
Σύμφωνα με ψιθύρους των αυλικών, η αντίδρασή του ήταν άμεση: σηκώθηκε όρθιος από το θρόνο του και φώναξε, «Η χώρα δεν είναι επιχείρηση Catering οικογενειακής ευθύνης!» Απαίτησε εξηγήσεις, διέταξε ελέγχους και μονολόγησε θυμωμένα: «Τόσα κονδύλια για σιτηρά και δεν φύτρωσε ούτε φρέσκος μαϊντανός διαφάνειας!»
Η Επιδοτούλα, βλέποντας την τρικυμία, φόρεσε το καλό της ταγέρ και παραιτήθηκε με έναν λυρικό αποχαιρετισμό: «Δεν έκανα τίποτα κακό απλώς αξιοποίησα ό,τι μου έδωσε η Ευρώπη και η μοίρα.» Όμως όλοι κατάλαβαν: η παραίτηση ήταν το λιγότερο. Οι ψίθυροι για ελέγχους, πορίσματα και πιθανές επιστροφές… δεν έσβηναν εύκολα. Ο λαός, όπως πάντα, χώθηκε στο timeline και έκανε share. Άλλοι χειροκρότησαν τον Ηγεμόνα Ευθύμιο για τη στάση του «Επιτέλους κάποιος που δεν καλύπτει τους δικούς του», είπαν. Άλλοι έψαξαν μήπως υπάρχει νέο πρόγραμμα για αστική κομποστοποίηση.
Και έτσι, αγαπητέ αναγνώστη, το παραμύθι αυτό δεν τελείωσε. Γιατί όσο υπάρχουν κονδύλια, θα υπάρχουν Επιδοτούλες. Αλλά όσο υπάρχουν και Άκαμπτοι Ευθύμιοι, μπορεί και να γίνει κάνα ξεχορτάριασμα.
Καληνύχτα, μικρέ φορολογούμενε.
Όταν κατέχεις εξουσία, να τη χρησιμοποιείς με καλή κρίση γιατί οι περισσότεροι, όταν την αποκτούν, αποζητούν το προσωπικό τους κέρδος
Ισοκράτης, Αθηναίος ρήτορας, λογογράφος
Τα Δέντρα και ο Δήμαρχος που Δεν Ρίζωσε
Στη Θεσσαλονίκη, όπου τα έργα ξεκινούν με φιέστες και τελειώνουν με… αρχειοθέτηση, υπήρξε κάποτε ένας δήμαρχος ονόματι Κωνσταντίνος Ζέρβας. Κατά την τετραετή του θητεία, πολλά ανακοινώθηκαν, λίγα άρχισαν και ακόμη λιγότερα ολοκληρώθηκαν. Και μέσα σε αυτή την αχανή έρημο των «θα» και των μακετών, ένα μόνο έργο άντεξε στον χρόνο: τα δέντρα της Τσιμισκή.
Αντικατέστησε τα παλιά, καμένα και μισοπεθαμένα με καινούρια, φρέσκα και γεμάτα ελπίδα. Και, ω του θαύματος, αυτά έπιασαν. Έριξαν σκιά, άνθισαν, φωτογραφήθηκαν από περαστικούς. Σε μια πόλη όπου ακόμη περιμένουμε την πλήρη ολοκλήρωση του μετρό που έχει γεννήσει περισσότερα ανέκδοτα απ’ ό,τι συρμούς, η απλή πράξη να φυτεύεις και να βλέπεις να μεγαλώνει θεωρείται επαναστατική.
Αλλά εδώ αρχίζει το δράμα. Γιατί, πέρα από τη δενδροφύτευση, ο Ζέρβας μας χάρισε και άλλα «έργα»… πεζοδρόμια που θυμίζουν πίστα εμποδίων, ποδηλατοδρόμους που τελειώνουν σε τοίχο και βέβαια τις ατελείωτες υποσχέσεις για μια «νέα» Θεσσαλονίκη, που μάλλον θα την εγκαινιάσουν τα εγγόνια μας, αν μείνει τίποτα όρθιο.
Κι ύστερα ήρθε ο Στέλιος Αγγελούδης, με νέα σχέδια, νέα όνειρα και… παλιά συνταγή: φωτογραφίες, εξαγγελίες, μακέτες σε υψηλή ανάλυση. Υπόσχεται αναπλάσεις, πεζοδρομήσεις, λύση στο κυκλοφοριακό, ακόμη και μια πόλη που θα λειτουργεί χωρίς να χρειάζεσαι GPS για να βρεις πού ξεκινά ο ποδηλατόδρομος. Φυσικά, εδώ είναι Θεσσαλονίκη η πιθανότητα να γίνουν όλα αυτά είναι όσο να βρεις θέση πάρκινγκ στο κέντρο Σάββατο πρωί.
Μένει να δούμε αν ο κ. Αγγελούδης θα αφήσει πίσω του κάτι που να ριζώσει ή αν, όπως τόσοι πριν από αυτόν, θα μείνει στην ιστορία για την ομορφιά των μακετών του και το πάχος των φακέλων με τις μελέτες. Στο κάτω κάτω, τα δέντρα του Ζέρβα τον περιμένουν να τα ποτίσει…….
Η πολιτική είναι η ικανότητα να προβλέπεις τι θα συμβεί αύριο, την επόμενη εβδομάδα, τον επόμενο μήνα και τον επόμενο χρόνο και μετά να εξηγείς γιατί δεν συνέβη
Ουίνστον Τσώρτσιλ
Τουνοποίηση Εργασίας: Το Επάγγελμα του Καλοκαιριού
Καλοκαίρι στην Ελλάδα: τα μελτέμια φυσάνε, τα καρπούζια τσακίζονται, και ο ελληνικός λαός, με το ένα χέρι στο φραπέ και το άλλο στο πληκτρολόγιο, αποφασίζει ξανά τι μετράει ως «κανονική δουλειά». Στο επίκεντρο αυτού του θερινού debate, η Ιωάννα Τούνη, το πιο πολυσυζητημένο ηλιοκαμένο φαινόμενο του Instagram.
Αφορμή αυτή τη φορά στάθηκαν κάποια σχόλια «αγανακτισμένων» διαδικτυακών φιλοσόφων που αναρωτήθηκαν αν η Τούνη έχει επάγγελμα. Ως απάντηση, εκείνη δεν πήρε καν το ύφος της αδικημένης. Πήρε, αντίθετα, το ύφος της αυτοδημιούργητης influencer που ζει απ’ αυτό που άλλοι απλώς καταναλώνουν: την εικόνα, το lifestyle, τη συνέπεια και ναι το σωστό φίλτρο.
Η Ιωάννα δεν απαντά απλώς στους επικριτές της τους βάζει στη θέση τους με στιλ. Γιατί δεν παίζει ρόλο, παίζει Τούνη. Κι αυτό αρκεί για να τους σβήσει με ένα βλέμμα μέσα από το κινητό. Στην εποχή που η κάθε ανάρτηση έχει βάρος και το κάθε story είναι προϊόν, εκείνη δεν «ανεβάζει» απλά, χτίζει, πουλάει, δημιουργεί και εμπνέει. Δεν λέει ψέματα: δεν κουβαλάει τσιμέντο. Κουβαλάει κάτι πιο βαρύ την εθνική εμμονή του σχολιασμού. Και αντί να απολογηθεί, χαμογελάει και συνεχίζει. Όπως κάθε καλή influencer, βάζει το καλοκαίρι στην καριέρα της.
Ας την αφήσουμε, λοιπόν, να κάνει τη «μη δουλειά» της. Κι ας επιστρέψουμε εμείς στην εξόχως «κανονική» μας καθημερινότητα: να την παρακολουθούμε.
Όποιος δεν μπορεί να λάμψει, κράζει το φως των άλλων
ΑΝΩΝΥΜΟΣ
Η Δουκοκρατία των Αρεστών
Με αφορμή τις δηλώσεις του Ισραηλινού πρέσβη στην Αθήνα, Νόαμ Κατς, ο οποίος επέκρινε τον Δήμο Αθηναίων για την πολιτικοποίηση των σχέσεων με το Ισραήλ και κάλεσε σε μηδενική ανοχή στον αντισημιτισμό, ο Δήμαρχος Χάρης Δούκας απάντησε όχι με επιχειρήματα, αλλά με σταυροφορικό ενθουσιασμό:
«Δε δεχόμαστε μαθήματα δημοκρατίας από όσους σκοτώνουν αμάχους»
Η Αθήνα, σύμφωνα με τον κ. Δούκα, δεν είναι πια μια πόλη είναι εξεταστικό κέντρο πολιτικής ηθικής. Αν δεν έχεις τις “σωστές” απόψεις, καλύτερα να μη διανοηθείς να φωτογραφηθείς στην Ακρόπολη ίσως σου αρνηθούν και την είσοδο. Φανταστείτε τώρα, χάριν της παραβολής, μια πινακίδα να γράφει: «Απαγορεύονται οι χοντροί τουρίστες. Η πόλη δεν σηκώνει πολλά βάρη.» Θα ήταν εξοργιστικό. Κι όμως, το ίδιο κάνει η ρητορική Δούκα απλώς στο όνομα της ηθικής. Αν δεν ταιριάζεις στο πολιτικό casting, είσαι persona non grata. Και κάπου εκεί, οι Αθηναίοι αυτοί που κάποτε χλεύαζαν τις πορτοκαλί ζαρντινιέρες και τα παγκάκια με πλάτη γραφομηχανής αναπολούν με τρυφερότητα την εποχή Μπακογιάννη.
Ναι, ήταν λίγο “ανθοπωλείο σε κρίση” η αισθητική. Αλλά τουλάχιστον τότε η Αθήνα δεν γινόταν τηλεοπτικό πάνελ εξωτερικής πολιτικής. Η Αθήνα δεν χρειάζεται άλλον έναν τοπικό σωτήρα με σύνδρομο Υπουργού Εξωτερικών. Χρειάζεται κάποιον που να ξέρει ότι το δημαρχείο δεν είναι βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Η δημοκρατία δε γεννήθηκε για να χωρίζει, αλλά για να χωράει
Μένανδρος