Φαιδρά Πορτοκαλέα #006: Η Kiss cam, η Προμηθειοκρατία, οι Ανατολικοί και οι Δυτικοί, η Μουσταρδοποίησις, το Κατοικολαστήριο του Κολωνακίου , η τελευταία σημαία και δανεικά και αγύριστα…….
Παλιά το “Μένω Κολωνάκι” άνοιγε πόρτες. Τώρα ανοίγει το GPS και σου λέει να παρκάρεις στο Γαλάτσι
Σε έπιασε η Kiss Cam; Σε έπιασε κι η γυναίκα σου!
Αν είσαι παντρεμένος και σκέφτεσαι να πας συναυλία με την παράνομη, έχεις δύο επιλογές: ή δεν πας καθόλου… ή κάθεσαι πίσω από τη σκηνή, ανάμεσα στα ηχεία και τα ψυγεία με τα νερά. Γιατί αν κάτσεις μπροστά και σε πιάσει η Kiss Cam, μετά σε πιάνει και η… κανονική κυρία της ζωής σου.
Έτσι την έπαθε κι ένας φουκαράς σε συναυλία των Coldplay, CEO μεγάλης εταιρείας, σοβαρός άνθρωπος , μέχρι που τον ζούμαρε η κάμερα την ώρα που καθόταν αγκαλιά με τη… λάθος γυναίκα. Εκείνη γύρισε να τον φιλήσει, κι εκείνος τραβήχτηκε λες και είδε μπροστά του τη γυναίκα του με σταυρωμένα χέρια και βλέμμα τύπου «μίλα τώρα, να σε ακούσει και το γήπεδο».
Το βίντεο έκανε το γύρο του κόσμου. Η γυναίκα του το είδε πριν τελειώσει το τραγούδι. Η πεθερά το κατέβασε και το έκανε ringtone και το TikTok τους έκανε θέμα της εβδομάδας.
Την επόμενη μέρα, ο τύπος παραιτήθηκε απ’ τη δουλειά, διαγράφηκε από το LinkedIn και λογικά κοιμήθηκε στον καναπέ ενός φίλου με το τηλεκοντρόλ αγκαλιά. Κι όλα αυτά, γιατί δεν ήξερε τον χρυσό κανόνα του παντρεμένου:
Αν η γυναίκα δίπλα σου δεν λέει “μάνα” τη μάνα σου, κάτσε στο σπίτι.
Γιατί η τεχνολογία δεν συγχωρεί. Δεν είναι όπως παλιά που έλεγες «είμαι σε meeting» και τελείωνε εκεί. Τώρα, είσαι σε meeting… και σε δείχνει το YouTube.
Μηδέποτε φίλει δημοσίως, ἂν μή γαμεῖς νομίμως
Θεόφραστος, αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος και φυσιοδίφης
Προμηθειοκρατία Πειραιώς: η τράπεζα που σε χρεώνει και το βλέμμα
Κάποτε πήγαινες στην τράπεζα με ένα χαρτί και μια υπογραφή. Τώρα, χρειάζεσαι ραντεβού, σύνδεση με το e-banking, επιβεβαίωση με SMS, φωτογραφία της γιαγιάς σου σε καρναβάλι του ’83, και φυσικά… προμήθεια. Όχι από αυτές που παίρνεις, από αυτές που πληρώνεις.
Η Τράπεζα Πειραιώς ή αλλιώς, «Τράπεζα … πού είναι ο υπάλληλος;» έχει ξεπεράσει τον εαυτό της. Διότι δεν είναι πια τράπεζα, είναι concept, performance art. Ένα ζωντανό installation αφιερωμένο στη γραφειοκρατία του μέλλοντος. Εκεί που για να φτιάξεις μια κάρτα, χρειάζεσαι ραντεβού. Και για να κλείσεις το ραντεβού, χρειάζεσαι άλλη κάρτα, η οποία… δεν έχει φτιαχτεί ακόμη.
Πας στο υποκατάστημα και βρίσκεις μία κυρία που σου λέει “εγώ είμαι καθαρίστρια, το ATM είναι απ’ έξω, όλα γίνονται ηλεκτρονικά”. Ζητάς να μιλήσεις με υπάλληλο και εμφανίζεται ένα tablet που σου λέει «επιλέξτε θέμα συζήτησης». Εσύ πας για ανάληψη και βγαίνεις με κρίση ταυτότητας.
Θες να κλείσεις τον λογαριασμό που άνοιξες το 1995 στο χωριό σου; Δεν μπορείς εδώ στην πόλη. Πρέπει να πάρεις ΚΤΕΛ, να πας στην Άνω Μπαρουφίτσα, να πεις στον τοπικό διευθυντή το μυστικό σύνθημα, «ο Πελάτης δεν έχει ποτέ δίκιο» και τότε μόνο ίσως να σου σβήσουν τα 2 ευρώ υπόλοιπο αφού σου κρατήσουν 5 ευρώ προμήθεια για την προσπάθεια.
Η νέα τακτική; Προμήθεια για τα πάντα. Για την ανανέωση κάρτας, για την ερώτηση υπολοίπου, για να μπει το κεφάλι σου μέσα στο κατάστημα. Προσεχώς και προμήθεια «ανάσας», 0,10€ ανά εισπνοή εντός υποκαταστήματος.
Που καταντήσαμε. Η Πειραιώς δεν είναι πια τράπεζα. Είναι escape room που δεν βγαίνεις ποτέ, ή βγαίνεις με χρέωση.
«Όταν η αδικία γίνεται νόμος, η αντίσταση γίνεται καθήκον.
Μπέρτολτ Μπρεχτ
ΔΕΘ ή ΔΕΝ; Η μάχη του Τόπου και των Τοπικών
Ανατολικά ή δυτικά; Θέρμη ή Λαχανά; Καλαμαριά ή Κορδελιό;
Όχι, δεν μιλάμε για το νέο reality της ΕΡΤ. Μιλάμε για την ατέρμονη αστική μυθολογία της μετακόμισης της ΔΕΘ, που θυμίζει το δίλημμα του χωρισμένου ζευγαριού: «Εσύ θα πάρεις το εξοχικό, εγώ θα κρατήσω την Έκθεση. Και το παιδί θα το βλέπουμε εναλλάξ στα εγκαίνια.» Η πόλη έχει χωριστεί σε στρατόπεδα.
Οι Δήμαρχοι των Δυτικών κλαίνε για χρόνια εγκατάλειψης και διεκδικούν το έκθεμα ως τάμα δικαιοσύνης:
— “Θέλουμε τουλάχιστον να πάρουμε την ψευδαίσθηση ανάπτυξης.”
Οι Ανατολικοί , πιο latte απαντούν: “Εμείς έχουμε τις επενδύσεις, τα malls και τα τζακούζι. Βάλτε την εδώ να δένει με τις ιαματικές πηγές της Καινοτομίας.”
Μόνο που υπάρχει κι ένα τρίτο μέτωπο, οι κάτοικοι του Κέντρου, που δεν φωνάζουν, δεν παρελαύνουν, δεν σηκώνουν πανό. Απλώς λένε:
“Ρε παιδιά, πάρτε την Έκθεση όπου θέλετε, δώστε μας το Πάρκο. Θέλουμε να αναπνέουμε, όχι να κάνουμε networking με περίπτερα.”
Αυτοί οι περίεργοι ρομαντικοί τύποι ζητούν το εξής εξωφρενικό:
— Να γίνει το κέντρο πιο ανθρώπινο.
— Να μην τσιμεντωθεί άλλο
— Να φυτευτούν δέντρα αντί να θεμελιωθούν προκάτ καινούργια «οράματα»
Αλλά ποιος τους ακούει αυτούς; Δεν έχουν “ώριμες μελέτες”, δεν έχουν «στρατηγικούς εταίρους». Έχουν μόνο πνευμόνια κι αυτά γεμάτα καυσαέριο.
Η υπόθεση θυμίζει τις διεκδικήσεις της Ιερουσαλήμ τον Μεσαίωνα, όλοι θέλουν το ίδιο κομμάτι γης, για διαφορετικούς λόγους, κανείς δεν ρωτάει τους ντόπιους.
Κάθε πόλη καθορίζεται από αυτούς που την κυβερνούν
Αριστοτέλης
Η Μουσταρδοποίησις του Πανοράματος
Όλα ξεκίνησαν ένα ηλιόλουστο πρωινό πριν από πέντε εβδομάδες, όταν ένας ανώνυμος λάτρης των λουκάνικων, προφανώς μετά από μια έντονη πάλη με το οικολογικό του χρέος, αποφάσισε να πετάξει το άδειο μπουκαλάκι της μουστάρδας του σ’ ένα παρτέρι στον πιο “καθωσπρέπει” δρόμο του Πανοράματος. Από τότε, το μπουκάλι παραμένει εκεί. Σταθερό, αγέρωχο, σαν φετίχ αστικής εγκατάλειψης. Οι μέρες περνούν, τα SUV περνούν, οι σκύλοι το αγνοούν, αλλά η Μουστάρδενα (ναι, της δώσαμε και όνομα) στέκει εκεί, απολιθωμένη υπενθύμιση ότι η καθαριότητα δεν είναι ταξικό προνόμιο ούτε καν στο Πανόραμα.
Στο μεταξύ, ο Δήμος φαίνεται πως έχει ξεχάσει τι σημαίνει σκούπα. Οδοκαθαριστές; Αγνοούνται. Σαν να έχουν μετακομίσει όλοι στα Καρπάθια ή να πήγαν για σεμινάρια στο CERN. Κανείς δεν σκουπίζει, κανείς δεν φυσάει ούτε ένα φύλλο λες και ο Δήμος πειραματίζεται με ένα νέο μοντέλο αστικής συνύπαρξης: “Ζήσε με τα σκουπίδια σου, αγάπησε τα όπως είναι”. Μάλλον περιμένουν οι κάτοικοι να βγουν μόνοι τους, αυτοί, οι οικιακές βοηθοί και τα golden retriever τους με σκούπες, φαράσια και Gucci ποδιές, να κάνουν την καμπάνια “Πανόραμα Clean Challenge”. Ο Δήμαρχος Ιγνάτιος Καϊτεζίδης, ίσως ακολουθώντας το παράδειγμα του συναδέλφου του στη Θεσσαλονίκη, προτίθεται να απευθυνθεί προσωπικά στους κατοίκους, ζητώντας τους να βγουν και να σκουπίσουν. «Όπως ποτίζετε τα δεντράκια, σκουπίστε και το πεζοδρόμιο!», φέρεται να είπε σε κλειστή συνάντηση με οικιακές βοηθούς, αφήνοντας να εννοηθεί ότι μπορεί να δημιουργηθεί νέο πρόγραμμα «Σκουπίστε κιόλας. Πλούσιοι είστε!».
Και κάπως έτσι γεννήθηκε και η νέα λέξη για τη δημοτική ανεπάρκεια στην καθαριότητα των πλουσίων συνοικιών, η Μουσταρδοποίησις. Η σπάνια εκείνη κατάσταση όπου ένα σκουπίδι γίνεται τοπόσημο. Γιατί στον Δήμο αυτό, το πλαστικό σκουπίδι ζει και βασιλεύει στις άκρες των δρόμων και όχι μόνο, αφού… δεν το μαζεύει κανείς.
Το γελοίο, σε έναν σοβαρό άνθρωπο, είναι τελείως ακατάλληλο
Μένανδρος, Αρχαίος Έλληνας κωμωδιογράφος
Η τελευταία σημαία της γαλάζιας κομματικής ελπίδας
Επειδή στην προηγούμενη μας Φαιδρά Πορτοκαλέα γράψαμε για τον στενό σύμβουλο του Πρωθυπουργού ,ναι, εκείνον τον έναν, τον άνθρωπο-σκιά, που του κρατάει το τηλέφωνο , του σιδερώνει τα non paper και του ψιθυρίζει τις διαθέσεις της βάσης πριν ακόμα τις καταλάβει η βάση , αναγκαστήκαμε να στείλουμε στην Αθήνα μία από τις καρδερίνες μας με ανθρώπινη φωνή. Εκπαιδευμένη στα ενδοκυβερνητικά, με ειδική άδεια από τον ΑΣΕΠ πτηνών και γνωρίζοντας μυστικό πέρασμα, κατάφερε να τρυπώσει στο Μέγαρο Μαξίμου. Εκεί, κρυμμένη ανάμεσα σε φακέλους με σημειώσεις “ΝΕΖΗΣ;” άκουσε αρκετά ώστε να επανέλθουμε. Όχι για να ζητήσουμε συγγνώμη, προς Θεού, αλλά για να ισορροπήσουμε το κάδρο.
Μπορεί, λοιπόν, να του προσάπτουν ότι ξέχασε τους παλιούς συναγωνιστές του, αλλά μέσα στη θάλασσα των πολιτικών τουριστών, των υπουργικών αλεξιπτωτιστών και των διορισμένων ναυαγοσωστών του συστήματος, ο Θανάσης Νέζης μοιάζει περισσότερο με σωσίβιο σε λαϊκή παραλία: παλιό, αλλά το μόνο που ξέρεις ότι σίγουρα επιπλέει ακόμα. Για εκείνους τους παλιούς, τους ξεχασμένους, τους ανένταχτους, που δεν έγιναν φίλοι βουλευτών, ούτε ανέβηκαν σε καράβια κυβερνητικών παραγόντων που ξεκίνησαν από άλλες παραλίες και βρέθηκαν, ως δια μαγείας, στο λιμάνι της Νέας Δημοκρατίας.
Ο Θανάσης είναι ο άνθρωπος που, χωρίς να κρατά πανό, κρατά ακόμα την ψευδαίσθηση ότι μπορείς να μείνεις “γαλάζιος” χωρίς να χρειαστεί να γίνεις “χρυσοποίκιλτος”. Δεν χρειάζεται να έχεις κουμπάρο υπουργό. Είναι ο γλυκός αντικατοπτρισμός ενός κομματικού μηχανισμού που άλλοτε λειτούργησε με ιδεολογία, συντροφικότητα και τσίπα. Κι αν καμιά φορά μοιάζει απόμακρος ή σαν να φοράει παρωπίδες εξουσίας, ας του συγχωρήσουμε και λίγη αλαζονεία. Γιατί, ειλικρινά, ποιος άλλος έμεινε να θυμάται τους παλιούς συναγωνιστές; Ποιος άλλος δίνει, έστω και σιωπηλά, την ελπίδα πως ο κομματικός ιδεαλισμός δεν πέθανε, απλώς φοράει μπλε πουκάμισο και πίνει καφέ μόνος του στην Καρόλου Ντηλ;
Το να είσαι ισχυρός είναι σαν να είσαι κυρία. Αν πρέπει να το λες, τότε μάλλον δεν είσαι.
Μάργκαρετ Θάτσερ
Κατοικολαστήριο το Κολωνάκι, το παρκάρισμα έγινε εφιάλτης πολυτελείας
Στο Κολωνάκι έχει ξεσπάσει μια ιδιότυπη καταιγίδα, όχι από βροχή, αλλά από πρόστιμα. Τα μηχανάκια που μέχρι χθες παρκάρανε πάνω στα μάρμαρα με τη χάρη παλιάς Αθήνας, τώρα διώκονται σαν να ’χουν κάνει ένοπλη ληστεία. Η Δημοτική Αρχή, με επικεφαλής τον Χάρη Δούκα, ξεκίνησε πόλεμο κατά των δίτροχων, και η Τροχαία γράφει πιο γρήγορα κι απ’ ό,τι παρκάρεις.
Ωραία, λες, να τηρηθεί ο νόμος. Μόνο που τώρα όλα τα μηχανάκια παρκάρουν στις κανονικές θέσεις αυτοκινήτων, δημιουργώντας το απόλυτο μπάχαλο. Οι μόνιμοι κάτοικοι του Κολωνακίου ζουν την απόλυτη ταλαιπωρία. Δεν βρίσκουν θέση ούτε για δείγμα. Γυρνάνε γύρω από το τετράγωνο επί μία ώρα, σαν να συμμετέχουν σε δημοτικό ράλι αντοχής.
Η κατάσταση έχει ξεφύγει. Τα μηχανάκια κατέλαβαν κάθε πιθανή και απίθανη θέση στον δρόμο και πια δεν βρίσκει να παρκάρει ούτε αυτός που πληρώνει δημοτικά τέλη μια ζωή. Από τη Λυκαβηττού μέχρι τη Σόλωνος, ο κάτοικος γυρνάει σαν τον χαζό, με τα ψώνια στο πορτ μπαγκάζ και το δάκρυ στο μάτι.
Κι ενώ αυτά συμβαίνουν, ο Χάρης Δούκας φαίνεται πιο απασχολημένος με το αν θα αναστηθεί το ΠΑΣΟΚ, παρά με το αν θα παρκάρει ποτέ άνθρωπος στο Κολωνάκι. Σαν να διοικεί τη Χαριλάου Τρικούπη και όχι τον μεγαλύτερο Δήμο της χώρας.
Το Κολωνάκι έχει καταντήσει μια αφόρητη γειτονιά για τους ίδιους τους κατοίκους της χωρίς καμία λογική, χωρίς καμία μέριμνα. Ο Δήμος φαίνεται να σκέφτεται τους πάντες… εκτός από αυτούς που μένουν εκεί. Και στο τέλος, έτσι όπως πάει, θα βγει κόσμος στα μπαλκόνια να φωνάζει: “Πού ’σαι ρε Μπακογιάννη…”
Παλιά το “Μένω Κολωνάκι” άνοιγε πόρτες. Τώρα ανοίγει το GPS και σου λέει να παρκάρεις στο Γαλάτσι
ΦΑΙΔΡΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΕΑ
Δανεικά και Αγύριστα: Θερινή Σύγκληση στο Δημοτικό Θέατρο Θεσσαλονίκης
Αχ, Θεσσαλονίκη μου, καλή μου νύφη του Βορρά, που αντί για πετρέλαιο έχεις δημοτικά συμβούλια και αντί για θέα στη θάλασσα, θέα στον οικονομικό βάλτο. Να λοιπόν που ο Δήμος αποφάσισε να πάρει δάνειο και μάλιστα μέσα στο κατακαλόκαιρο, όταν ο λαός ιδρώνει και δεν ιδρώνει μόνο από τον καύσωνα, αλλά και από την αγωνία για το τι θα του ξημερώσει με τέτοιες αποφάσεις.
Η νέα δημοτική αρχή, με φόντο τον Θερμαϊκό και τα έργα που «κάποια στιγμή θα ξεκινήσουν», αποφάσισε να χτυπήσει την πόρτα των τραπεζών ή, αν προτιμάτε, να γονατίσει μπροστά τους με το πλατύ χαμόγελο του καλοπροαίρετου χρεώστη. Το δάνειο, λένε, είναι για το καλό της πόλης. Μα κάθε δάνειο για το καλό της πόλης δεν ξεκινά; Όπως κάθε δίαιτα για το καλό της υγείας, μέχρι να δεις την πάστα σοκολάτα.
Ο νέος δήμαρχος Αγγελούδης προχωρά με τη φόρα πρωτοετούς φοιτητή σε συνέλευση. Ο παλιός δήμαρχος Ζέρβας, με την άνεση του ανθρώπου που πλέον μιλάει εκ του ασφαλούς, τον κατακεραυνώνει όχι για το δάνειο καθαυτό, αλλά για το «πότε». «Μέσα στο καλοκαίρι;» αναφωνεί, λες και υπάρχει μήνας του χρόνου που να επιτρέπεται η λήψη οικονομικών αποφάσεων χωρίς κατακραυγή. Άλλωστε στην Ελλάδα, όπως όλοι ξέρουμε, το καλοκαίρι είναι ιερό. Όχι αποφάσεις, μόνο παγωτά και πανηγύρια.
Και μέσα σ’ όλα, έρχεται και η παράταξη του Σπύρου Πέγκα να προσθέσει το κερασάκι στην τούρτα της αμφιθυμίας. Να το ψηφίσουμε; Να μην το ψηφίσουμε; Σαν ζευγάρι σε κατάστημα επίπλων που κοιτάει έναν καναπέ: «Είναι ωραίος, αλλά χωράει στο σαλόνι;» Έχουν ψηφίσει αντίστοιχη πρόταση παλιότερα, λένε. Άρα, τώρα τι; Αντιφάσκουν; Αναθεωρούν; Ωριμάζουν; Ή απλώς σκέφτονται πώς θα φανεί στα social;
Και στο μεταξύ, ο απλός Θεσσαλονικιός, που θέλει απλώς να πάει στη δουλειά του χωρίς να πέσει σε καμιά λακκούβα ή να βρεθεί αποκλεισμένος από έργα που “θα τελειώσουν τον άλλο μήνα”, κοιτάει όλα αυτά με το γνωστό μείγμα σκεπτικισμού και ειρωνείας που χαρακτηρίζει τον κάτοικο αυτής της πόλης.
Να το πάρουμε το δάνειο; Ίσως ναι, γιατί η πόλη έχει ανάγκες. Ίσως όχι, γιατί οι ανάγκες δεν καλύπτονται πάντα με χρέος. Αλλά πριν αποφασίσουμε, ας κάνουμε όλοι ένα βήμα πίσω. Όχι για να πάρουμε φόρα αλλά για να θυμηθούμε πόσες φορές πήραμε δάνειο για να σωθούμε, και τελικά σωθήκαμε μόνο στο PowerPoint.
Το δημόσιο χρήμα είναι το ευκολότερο να ξοδευτεί, γιατί δεν φαίνεται σε κανέναν ο λογαριασμός.
Μίλτον Φρίντμαν, Αμερικανός οικονομολόγος