Το τελευταίο «Κάλεσμα»: Ένας αποχαιρετισμός με τρόμο άλλα με πολύ αφήγηση (VIDEO)

Το «Conjuring: Last Rites» βασίζεται στην υπόθεση των Σμερλ και ολοκληρώνει την ιστορία των Γουόρεν με περισσότερη αφήγηση παρά τρόμο.

Το τελευταίο «Κάλεσμα»: Ένας αποχαιρετισμός με τρόμο άλλα με πολύ αφήγηση (VIDEO)

Το υποτιθέμενο φινάλε του πιο επιτυχημένου κινηματογραφικού franchise τρόμου της δεκαετίας βρίσκει το ζευγάρι των διάσημων δαιμονολόγων αντιμέτωπο με μια από τις πιο πολυσυζητημένες υποθέσεις τους.

Το «Conjuring: Last Rites» επιστρέφει στο 1986, αντλεί έμπνευση από την πραγματική ιστορία της οικογένειας Σμερλ και επιχειρεί να συνδυάσει τον υπερφυσικό τρόμο με το οικογενειακό δράμα — με αποτελέσματα που διχάζουν. Το τελευταίο κεφάλαιο του κινηματογραφικού σύμπαντος «Το Κάλεσμα» έρχεται να κλείσει την ιστορία των ερευνητών παραφυσικών φαινομένων Εντ και Λορέιν Γουόρεν με μία ακόμη ανατριχιαστική υπόθεση.

Η ταινία εκτυλίσσεται το 1986, πέντε χρόνια μετά τα γεγονότα του «Ο Διάβολος με Έβαλε να το Κάνω». Οι Γουόρεν, κουρασμένοι από τις μάχες τους με το υπερφυσικό, σκέφτονται να αποσυρθούν. Ωστόσο, ένα ζευγάρι από την Πενσιλβάνια ζητά τη βοήθειά τους, καθώς μια ανεξήγητη και βίαιη παρουσία απειλεί την οικογένειά του. Έτσι, οι δύο δαιμονολόγοι αποφασίζουν να δράσουν για μία τελευταία φορά.

Η υπόθεση βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, κάτι που τι κάνει ακόμα πιο τρομακτικό, συγκεκριμένα στην περιβόητη περίπτωση της οικογένειας Σμερλ. Το 1976 οι Τζακ και Τζάνετ Σμερλ μετακόμισαν με τις κόρες τους και τους γονείς του Τζακ σε ένα σπίτι στο West Pittston. Μέχρι το 1985 η ζωή τους ήταν ήσυχη, ώσπου μια σειρά από αλλόκοτα περιστατικά –ανεξήγητοι θόρυβοι, άσχημες μυρωδιές, αντικείμενα που κινούνταν μόνα τους– άρχισαν να ταράζουν την οικογενειακή γαλήνη. Η κορύφωση ήρθε με πιο βίαιες εκδηλώσεις: το σκυλί τους εκσφενδονίστηκε στον τοίχο, οι κόρες τους σπρώχτηκαν από αόρατη δύναμη, ενώ ο Τζακ υποστήριξε ότι υπέστη ακόμη και σεξουαλική επίθεση από δαιμονική παρουσία.

Παρά τους επανειλημμένους εξορκισμούς, τα φαινόμενα δεν σταμάτησαν. Τότε οι Σμερλ αποφάσισαν να δημοσιοποιήσουν την υπόθεσή τους, δίνοντας συνεντεύξεις σε τηλεοπτικές εκπομπές και τραβώντας την προσοχή του κοινού. Το 1986 η ιστορία τους έφτασε στα αυτιά των Γουόρεν, οι οποίοι κατέληξαν ότι στο σπίτι κατοικούσαν τέσσερα πνεύματα – τρία ανθρώπινα και ένα δαιμονικό.

Το franchise «Conjuring» από το 2013, με την υπογραφή του Τζέιμς Γουάν, έχει καταφέρει να αναβιώσει το είδος των δαιμονικών ταινιών τρόμου, προσφέροντας σκηνοθετική αρτιότητα, σασπένς και μερικές από τις πιο αποτελεσματικές σκηνές τρόμου της δεκαετίας. Αν και ποτέ δεν έφτασε στο επίπεδο του «Εξορκιστή», το σύμπαν που δημιούργησε αναδείχθηκε σε ένα από τα πιο επιτυχημένα εμπορικά horror franchises μετά το MCU. Μετά τις δύο πρώτες ταινίες, ο Γουάν παρέδωσε τη σκυτάλη στον Μάικλ Τσάβες, ο οποίος μετά από αμφιλεγόμενες προσπάθειες («Κατάρα της Γιορόνα», «Conjuring 3») επανέρχεται με μια πιο ώριμη σκηνοθετική ματιά στο «Conjuring: Last Rites».

Άξιζε το κλείσιμο;

Το «Conjuring: Last Rites» έρχεται ως το (υποτιθέμενο) φινάλε ενός από τα πιο επιτυχημένα σύμπαντα τρόμου των τελευταίων ετών. Η ταινία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην ανάπτυξη των χαρακτήρων και τον τρόμο, κάτι που έχει διχάσει κοινό και κριτικούς. Από τη μια, η εστίαση στη δραματική πλευρά των Γουόρεν και η παρουσίαση της υπόθεσης των Σμερλ με σχετική πιστότητα δίνουν περισσότερο βάθος στο στόρι. Από την άλλη, οι φίλοι του τρόμου ίσως νιώσουν ότι λείπει το ακατέργαστο ρίγος των πρώτων ταινιών.

Παρότι η νέα ταινία απέχει από το απογοητευτικό τρίτο κεφάλαιο, δεν καταφέρνει να παρουσιάσει μια υπόθεση αρκετά δυνατή ώστε να δικαιολογήσει την επιστροφή του ζεύγους Γουόρεν. Η αφήγηση δίνει έμφαση στις προσωπικές ιστορίες και τη χριστιανική ηθική, με αποτέλεσμα οι δαίμονες και οι τρομακτικές οντότητες να έχουν λιγότερη παρουσία στην οθόνη. Ωστόσο, η ταινία προσφέρει μερικές έντονες στιγμές τρόμου, αξιοποιώντας τη γνώριμη συνταγή της ατμόσφαιρας, της έντασης και των επιτυχημένων jumpscares.

Η σκηνοθεσία του Μάικλ Τσάβες δείχνει σημάδια βελτίωσης, με πιο υπομονετικό ρυθμό και καλύτερη χρήση των jumpscares. Παρ’ όλα αυτά, η έλλειψη ενός εμβληματικού «κακού» –όπως η Καλόγρια ή η Bathsheba των προηγούμενων ταινιών– αφήνει την ταινία χωρίς πραγματικό αντίπαλο δέος. Το κρεσέντο του φινάλε, αν και καλοφτιαγμένο τεχνικά, δεν φτάνει ποτέ τις κορυφές του franchise.

Συνολικά, το «Last Rites» είναι μια αξιοπρεπής αλλά όχι συναρπαστική προσθήκη στη σειρά. Ξεχωρίζει για την αφήγηση και την ατμόσφαιρά του, όμως υστερεί σε αληθινό τρόμο και καινοτομία. Αν πράγματι αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο, αποχαιρετά το κοινό με σεβασμό αλλά χωρίς τη δύναμη που θα άρμοζε σε ένα franchise που σημάδεψε τον σύγχρονο κινηματογραφικό τρόμο. Επίσης το πιο τρομακτικό, παράξενο και «σενάριο επιστημονικής φαντασία» δεν ήταν η δαιμονισμένη κόρη του ζευγαριού αλλά ότι παντρεύτηκε με έναν τυπά που γνώριζε 6 μήνες και η ταινία είχε happy end. Θρίλερ θέλαμε να δούμε όχι ρομαντικί κομεντί.

«Furies»: Η νέα γαλλική σειρά που φλέγεται από δράση στο Netflix (VIDEO)