«The Smashing Machine»: Ο άνθρωπος πίσω από τον μύθο (VIDEO)

Μια ωμή, ατελής αλλά ειλικρινής κατάβαση στην ψυχή ενός μαχητή — και ενός σταρ που αποφάσισε να πολεμήσει ξανά, αυτή τη φορά με τον εαυτό του.

«The Smashing Machine»:  Ο άνθρωπος πίσω από τον μύθο (VIDEO)

Ο Dwayne Johnson αποκαλύπτει μια απροσδόκητα ευάλωτη πλευρά του, σε μια ωμή και μελαγχολική βιογραφία του θρύλου των MMA, Mark Kerr.

Ο Mark Kerr υπήρξε ένας από τους πρώτους θρύλους των μικτών πολεμικών τεχνών — ένας “νικητής της ζωής” που γνώρισε τη δόξα, αλλά και την απόλυτη πτώση. Το όνομά του έγινε ευρύτερα γνωστό μέσα από το ντοκιμαντέρ The Smashing Machine (2002), που κατέγραψε με σοκαριστική ειλικρίνεια την πάλη του με τις καταχρήσεις. Δύο δεκαετίες αργότερα, ο Benny Safdie επιστρέφει σ’ αυτή την ιστορία, αυτή τη φορά με την υπογραφή της A24, για να την αφηγηθεί μέσα από μια κινηματογραφική βιογραφία που ισορροπεί ανάμεσα στο δράμα και την παρατήρηση.

Στο επίκεντρο βρίσκεται ο Dwayne “The Rock” Johnson, σε μια εντελώς διαφορετική εκδοχή του εαυτού του. Μακριά από τους ρόλους των blockbusters και τις υπερηρωικές φιγούρες που τον καθιέρωσαν, ο Johnson υποδύεται τον Kerr με εσωτερικότητα, σιωπή και αξιοθαύμαστη συναισθηματική αυτοσυγκράτηση. Η ερμηνεία του, γεμάτη πόνο και καταπίεση, θυμίζει ότι πίσω από κάθε “ατσάλινο” κορμί μπορεί να κρύβεται ένας άνθρωπος έτοιμος να λυγίσει.

Η ιστορία εκτυλίσσεται από το 1997 έως το 2000 — την εποχή που ο Kerr φτάνει στην κορυφή του UFC, αλλά αρχίζει ταυτόχρονα να χάνει τη μάχη με τον εθισμό του στα παυσίπονα. Η σχέση του με τη σύντροφό του, Dawn Staples (Emily Blunt), μετατρέπεται σε ένα μείγμα πάθους, εξάρτησης και αυτοκαταστροφής, ενώ στο παρασκήνιο η φιλία του με τον συναθλητή του, Mark Coleman (Ryan Bader), προσθέτει μια σπάνια νότα αυθεντικότητας.

Ο Safdie, στο πρώτο του σκηνοθετικό εγχείρημα χωρίς τον αδερφό του Josh, αποφεύγει επιδεικτικά τα κλισέ των αθλητικών δραμάτων. Οι σκηνές μέσα στο ρινγκ είναι σχεδόν “κομμένες” — το ενδιαφέρον του εστιάζει στην ψυχολογία του ήρωά του, στα σκοτάδια που κουβαλάει, στις μικρές στιγμές σιωπής και ντροπής που χτίζουν το πορτρέτο ενός ανθρώπου εγκλωβισμένου στη δική του δύναμη. Η φωτογραφία του Maceo Bishop, γυρισμένη σε 16mm, χαρίζει στην ταινία μια ωμή, ντοκιμαντερίστικη αισθητική που ταιριάζει απόλυτα στο θέμα της.

Όμως αυτή η επιλογή έχει και το τίμημά της. Το The Smashing Machine μοιάζει κατά στιγμές αποστασιοποιημένο, αφήνοντας τον θεατή συναισθηματικά εκτός. Η αφήγηση είναι αποσπασματική, η ανάπτυξη των χαρακτήρων ελλιπής, και ο ρυθμός άνισος. Οι σχέσεις του Kerr με τον εθισμό και τη Dawn σκιαγραφούνται χωρίς την απαραίτητη εμβάθυνση, με αποτέλεσμα να χάνεται ένα μέρος της δυναμικής που θα μπορούσε να απογειώσει το δράμα. Εκεί που ταινίες όπως το Warrior ή το Raging Bull σε κάνουν να νιώθεις κάθε γροθιά, εδώ συχνά μένεις να παρατηρείς.

Παρόλα αυτά, οι ερμηνείες σώζουν την ταινία. Ο Johnson παραδίδει την πιο ώριμη στιγμή της καριέρας του — μια μελέτη στην εσωτερική κατάρρευση ενός ανθρώπου που έχει χτίσει τη ζωή του πάνω στην αντοχή. Η Blunt, αν και περιορισμένη από το σενάριο, φέρνει βάθος και ένταση στη σχέση τους, ενώ ο Ryan Bader, πραγματικός MMA πρωταθλητής, προσφέρει απρόσμενη αλήθεια στον ρόλο του Mark Coleman.

Το The Smashing Machine δεν είναι το κινηματογραφικό “knockout” που ίσως περίμενε κανείς. Είναι όμως μια ειλικρινής, συχνά σπαρακτική απόπειρα να δει κανείς πίσω από τον μύθο, πίσω από τους μυς και τη δόξα, εκεί όπου μένει μόνο η ευαλωτότητα του ανθρώπου. Ο Benny Safdie δεν προσφέρει ένα δράμα για τις μάχες του ρινγκ, αλλά για τις μάχες που δίνονται μέσα στο μυαλό και στην ψυχή.

Κι αν κάτι μένει όταν πέσουν οι τίτλοι τέλους, είναι η εικόνα του Dwayne Johnson — όχι πια σαν “The Rock”, αλλά σαν ένας άντρας που επιτέλους έσπασε τη δική του πέτρα.

Η Eurostat λέει πως οι Έλληνες φεύγουν από το πατρικό τους στα 30 – Η νεολαία συμφωνεί;