Τάνια Παλαιολόγου στο TheOpinion: «Το χιούμορ είναι ένα “κλειδί” που σου ξεκλειδώνει την ευζωία»
Η Τάνια Παλαιολόγου, με αφορμή την παράσταση «Ο τόρνος», μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
«Ο τόρνος» του Γιάννη Κεντρωτά, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κοιλάκου, έρχεται για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη, στο Θέατρο Αμαλία, από 15 έως 18 Μαΐου.
Η Τάνια Παλαιολόγου, με την ιδιότητα της ηθοποιού, μοιράζει τη ζωή της μεταξύ των γυρισμάτων της δραματικής σειράς της ΕΡΤ «Ο Όρκος ΙΙ» και της θεατρικής παράστασης «Ο τόρνος».
Παράλληλα με το θέατρο, όμως, εργάζεται κι ως ηθοποιός φωνής, «χαρίζοντας» την τελευταία σε διαφημιστικές ταινίες και ραδιοφωνικά σποτ, καθώς και σε παραγωγές μεταγλώττισης κινουμένων σχεδίων και live action. «Τις περισσότερες ώρες της ζωής μου, τα τελευταία είκοσι χρόνια, τις περνάω σε στούντιο μέσα. Νιώθω ευγνώμων που είμαι σε αυτό το περιβάλλον κι έχω μια καλή ποιότητα ζωής», επισημαίνει, μεταξύ άλλων, στο TheOpinion.
Μάλιστα, την περίοδο αυτήν, βρίσκεται σε διαδικασία εγγραφών για τη μεταγλώττιση της ταινίας της Universal: «Ρούμπι Γκίλμαν: Ένα κράκεν στην εφηβεία», η οποία αναμένεται να κυκλοφορήσει στους κινηματογράφους στις 29 Ιουνίου, σε σκηνοθετική επιμέλεια μεταγλώττισης Πέτρου Δαμουλή.
Στον «τόρνο», μία παράσταση – κοινωνικό σχόλιο πάνω στην καθημερινή βία, η Τάνια Παλαιολόγου υποδύεται -με, ενδεχομένως, μερικές εκπλήξεις- τη μητέρα του πρωταγωνιστή, σε νεαρή και μεγαλύτερη ηλικία. «Με τα παιδιά του θιάσου νιώθουμε ότι έχουμε έναν κοινό κώδικα και, κάπως, βρεθήκαμε και καταφέραμε να μιλήσουμε τη γλώσσα μας. Σε αυτήν την παράσταση μπορώ να είμαι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Αυτό νιώθω.», παραδέχεται στο TheOpinion.

Τάνια, δεν σου κρύβω ότι μπήκα στη διαδικασία να ψάξω, να δω οπτικά πώς είναι ο τόρνος. Κι έτσι, κάπως, να ξεκινήσει η δική μου διαδρομή σύνδεσής του με την παράσταση και τι νοηματοδοτεί.
Ο τόρνος είναι ένα μηχάνημα, το οποίο χειρίζεται υλικά πολύ στιβαρά. Στο έργο έχει διπλή σημασία. Υπάρχει και η συμβολική, από την άποψη ότι έχουμε τη διαμόρφωση ενός ανθρώπου που ξεκινάει από τα έξι του χρόνια και φτάνει μέχρι τα σαράντα πέντε. Και πώς, ουσιαστικά, οι πολύ σκληρές συνθήκες, θα έλεγα, και το περιβάλλον του τον διαμορφώνουν.
Αυτό που είναι πιο εμφανές, είναι το δραματουργικό· ότι ο πατέρας του πρωταγωνιστή, του Αλέξη, είναι τορναδόρος. Ένας πατέρας, που τον έχει καθορίσει. Από την πρώτη στιγμή βλέπουμε τον πρωταγωνιστή, έξι ετών, να είναι στο τραπέζι με τον πατέρα και τη μητέρα του και πρόκειται για τη μοναδική σκηνή που δεν μιλάει· το παιδί έχει επιλέξει να μην μιλήσει. Πολλά παιδιά περνούν επιλεκτική αφασία, όταν έχουν βιώσει τραύματα.
Τι μπορεί, λοιπόν, να έχει περάσει ο Αλέξης στη ζωή του;
Τι δεν έχει περάσει ο Αλέξης στη ζωή του… Ας πούμε ότι δεν έχει περάσει και πολύ εύκολα. Είναι ένα παιδί που μεγαλώνει σε μια μικροαστική οικογένεια, όπου η θρησκεία και οι εξαρτήσεις είναι καλά ριζωμένες μέσα στο σπίτι. Όπως και στα περισσότερα σπίτια, θεωρώ, των ανθρώπων.
Έχουμε ένα περιβάλλον που, από την αρχή, είναι κακοποιητικό. Και γι’ αυτό ο Αλέξης επιλέγει να μην μιλήσει. Το να αντιδρά ένα παιδί, επιλέγοντας την αφασία, την αλαλία, είναι δείκτης ευφυΐας, κατά τη γνώμη μου. Αντιλαμβάνεται ότι το περιβάλλον είναι κακοποιητικό και αντιδράει σ’ αυτό με τον τρόπο που μπορεί.
Στην πορεία τον βλέπουμε στο σχολείο. Στο γήπεδο με έναν φίλο του από το σχολείο και που τώρα, πια, είναι φοιτητές στο πανεπιστήμιο. Σε ένα πρώτο ραντεβού με μια γυναίκα. Στη δουλειά. Τον βλέπουμε σε φάσεις που περνάει ένας άνθρωπος, όπως όλοι μας. Καλύπτει ένα τεράστιο φάσμα της ζωής η γραφή του Γιάννη Κεντρωτά· ενώ πραγματικά ασχολείται με την καθημερινή βία που υφιστάμεθα όλοι μας -ο θεατής δεν γίνεται να μην ταυτιστεί με τον πρωταγωνιστή- ταυτόχρονα, έχει κι ένα πολύ φλεγματικό χιούμορ και πολύ έντονους και γρήγορους διαλόγους, που κάνουν την όλη εμπειρία να είναι πολύ ολοκληρωμένη.
Αυτός είναι ο τρόπος που, κατά τη γνώμη μου, βλέπει τη ζωή ο συγγραφέας. Κι είναι κι αυτό που μας τράβηξε στο έργο. Το αγαπήσαμε πάρα πολύ. Κάθε φορά, στην παράσταση, επιδιώκουμε να είμαστε παρόντες και να είμαστε ειλικρινείς ο ένας απέναντι στον άλλον. Ουσιαστικά, να ακούμε και να απαντάμε.

Με όσα μου περιγράφεις, θα παραδεχτώ ότι έχω ήδη τοποθετήσει ανθρώπους του περίγυρού μου σε παρόμοιες καταστάσεις.
Και πολύ πιθανόν κι εσύ να σκεφτείς ότι έχεις βιώσει τέτοιες καταστάσεις. Μιλάμε, δηλαδή, για περιστατικά καθημερινότητας, που δεν συνειδητοποιούμε, ακριβώς, σε ποιο βαθμό μπορεί να εγγραφούν μέσα μας ως κάτι κακοποιητικό, τραυματικό. Αλλά συμβαίνουν. Και, πολλές φορές, μας παίρνει χρόνια να καταλάβουμε. Γιατί δεν υπήρχε ένα περιβάλλον ασφάλειας που να νιώσουμε ότι πραγματικά μπορούμε να είμαστε ο εαυτός μας και να ξεδιπλώσουμε όλες τις δυνατότητές μας και να κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε.
Για να κάνουμε μία σύνδεση και με τα περισσότερο «χιουμοριστικά» στοιχεία που ενέχει το κείμενο, πιστεύεις ότι τα υιοθετούμε είτε για να κρύψουμε είτε και για να αντιμετωπίσουμε, σε ένα άλλο πλαίσιο, ό, τι μας φέρνει η ζωή;
Ναι, το χιούμορ είναι λυτρωτικό. Μεγαλώνοντας, θέλω πολύ να μην παίρνω τίποτα στα σοβαρά. Να έχω πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι η ζωή μας είναι πολύ μικρή και φθαρτή, ότι είμαστε, πραγματικά, ένα τίποτα.
Κι αυτό με βοηθάει να αντιμετωπίζω τις δυσκολίες ή κάποιες καταστάσεις που μοιάζουν απροσπέραστες. Να τις βλέπω και να λέω «Άμα το δεις και λίγο από απόσταση, είναι και αστείο» και να γελάω με αυτό. Να γελάω ακόμα και με το γεγονός ότι θεωρώ κάποια πράγματα τραγικά. Όχι για όλα, προφανώς. Αλλά το χιούμορ είναι τρόπος να βλέπεις τη ζωή, για ‘μένα. Είναι ένα «κλειδί» που σου ξεκλειδώνει την ευζωία, θα έλεγα.

Αναφορικά με το βίαιο κομμάτι της ανθρώπινης συμπεριφοράς, ήταν ίσως και μια κατάλληλη συγκυρία για την παράσταση λόγω των όσων περάσαμε τα τελευταία χρόνια; Συνθήκες που μας στιγμάτισαν όλους, στη διάρκεια των οποίων οι ανθρώπινες σχέσεις εντάθηκαν σε όλα τα επίπεδα.
Η παράσταση γράφτηκε την περίοδο της κρίσης, από το ’10 και μετά που προσδιορίζουμε την οικονομική κρίση. Αλλά ήρθε στα χέρια μας πέρυσι το καλοκαίρι. Συγκεκριμένα, το βρήκε ο Ελισσαίος ο Βλάχος, που ήξερε τον συγγραφέα. Το πρότεινε στον σκηνοθέτη, τον Μιχάλη τον Κοιλάκο. Ο Μιχάλης ενθουσιάστηκε και είπε «Πάμε να το κάνουμε». Όλοι, όταν το διαβάσαμε, συμφωνήσαμε. Ενθουσιαστήκαμε με το έργο.
Θεωρώ ότι η συγκυρία ήταν πολύ καλή και για να το στηρίξουμε κι εμείς. Μέσα στην τριετία αυτήν, από τότε που προέκυψε η συνθήκη της απομόνωσης και της καραντίνας, έγινε μια ενδοσκόπηση. Και για τον καθένας μας, ατομικά, αλλά και σε κάθε χώρο, νομίζω, έγινε και μια πιο συλλογική ενδοσκόπηση. Δεν είναι τυχαίο, προφανώς, ότι δυνάμωσε το κίνημα Me Too. Αυτό είναι κάτι στο οποίο, όταν ξεκίνησαν γενικά οι παραστάσεις, πια, όταν επιστρέψαμε στα θέατρα, είδα πολύ μεγάλη διαφορά. Και στον εαυτό μου και στις συμπεριφορές των συναδέλφων. Είδα, δηλαδή, ότι, πια, τα όρια ήταν πιο συγκεκριμένα και δεν είχαμε τον φόβο του να τα καθορίσουμε αυτά τα όρια. Να μιλήσουμε γι’ αυτό. Παλιότερα δεν μπορούσαμε να το κάνουμε, δεν ήταν εύκολο. Υπήρχε ένας «άγραφος» κανόνας που έλεγε ότι, για κάποια πράγματα, δεν μιλάμε.
Από τότε, έχω μιλήσει κι εγώ, χωρίς θυμό. Χωρίς φόβο κι ανασφάλεια. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί το γεγονός ότι δεν μιλούσα τόσο καιρό σήμαινε ότι είχα φόβο και είχα ανασφάλεια. Είχα φόβο για το πώς θα εκλάβει κάποιος τα όρια που θα θέσω, αν θα κινδυνεύει η δουλειά μου ή η θέση μου μέσα σε μία ομάδα. Και τώρα δεν το έχω αυτό. Μπήκαμε σε μια διαδικασία σκέψης. Σταματήσαμε να τρέχουμε και κάτσαμε λίγο να σκεφτούμε και να πούμε «Τι είναι σημαντικό;».

Πληροφορίες
«Ο τόρνος», του Γιάννη Κεντρωτά
Θέατρο Αμαλία (Αμαλίας 71, Θεσσαλονίκη)
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 15/05, Τρίτη 16/05, Τετάρτη 17/05, Πέμπτη 18/05 στις 21.00
Εισιτήρια: Είσοδος 15€, Φοιτητικό 13€, Ανέργων & ΑμεΑ 10€
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr
Διάρκεια παράστασης: 90 λεπτά
Η παράσταση δεν χρηματοδοτείται από το ΥΠΠΟΑ, τη ΣΓΤ και το ΚΠΣΝ
Συντελεστές
Κείμενο: Γιάννης Κεντρωτάς
Σκηνοθεσία: Μιχάλης Κοιλάκος
Σκηνικά: Άννα Σάπκα
Κοστούμια: Ιφιγένεια Νταουντάκη
Κίνηση: Μαργαρίτα Τρίκκα
Φωτισμοί: Βασίλης Κλωτσοτήρας
Πρωτότυπη μουσική: Βασίλης Τζαβάρας
Κατασκευή σκηνικού: Νίκος Δεντάκης
Φωτογραφίες προώθησης και παράστασης: Χριστίνα Φυλακτοπούλου
Γραφιστικά/Σχεδιασμός αφίσας: Γιάννης Κεντρωτάς
Παραγωγή: «Ξανθίας» Α.Μ.Κ.Ε.
Οργάνωση παραγωγής/Βοηθός σκηνοθέτη: Δήμητρα Ευθυμιοπούλου
Επικοινωνία: Ειρήνη Λαγουρού
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά)
Ελισσαίος Βλάχος
Τάνια Παλαιολόγου
Σήφης Πολυζωΐδης
Φοίβος Συμεωνίδης