Τάκης Χρυσικάκος στο TheOpinion: «Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες και τα τραγούδια τους “κατοικούν” μέσα μου»

Ο ηθοποιός Τάκης Χρυσικάκος, με αφορμή την παράσταση Τα «Κατά Μάρκον»!.. Μια Ρεμπέτικη Λειτουργία, μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη

Τάκης Χρυσικάκος στο TheOpinion: «Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες και τα τραγούδια τους “κατοικούν” μέσα μου»

Το θεατρικό – μουσικό έργο Τα «Κατά Μάρκον»!.. Μια Ρεμπέτικη Λειτουργία, σε κείμενα – μουσική επιμέλεια του Λάμπρου Λιάβα και σε σκηνοθεσία κι ερμηνεία του Τάκη Χρυσικάκου, παρουσιάζεται, 2 με 4 Δεκεμβρίου, στο Θέατρο Αμαλία στη Θεσσαλονίκη.

Η παράσταση Τα «Κατά Μάρκον»!.. Μια Ρεμπέτικη Λειτουργία ερευνά και προβάλλει τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που «γέννησαν» την παράδοση του Ρεμπέτικου και προσδιόρισαν το ύφος και το ήθος του. Αφετηρία αποτελούν οι δραματοποιημένες αφηγήσεις δύο εκ των κορυφαίων ρεμπέτηδων, του Μάρκου Βαμβακάρη και του Μιχάλη Γενίτσαρη.

Τα «Κατά Μάρκον»!.. Μια Ρεμπέτικη Λειτουργία: Από τον «πατριάρχη» του ρεμπέτικου, Μάρκο Βαμβακάρη, στον «τελευταίο» ρεμπέτη, Μιχάλη Γενίτσαρη.

Ναι. Ο Γενίτσαρης είναι η επόμενη γενιά των ρεμπέτηδων. Καταγράφεται, μέσα από τη βιογραφία του, ο «υπόκοσμος». Δηλαδή, η κατάσταση που επικρατούσε στον Πειραιά, στα Βούρλα… Καταγράφεται η εξορία, επί Μεταξά, που πέρασε.

Το σημαντικό, αυτό που, δηλαδή, άκουσα και στις τέσσερις παραστάσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κρήτη, είναι το «ευχαριστώ» για ό, τι έμαθε το κοινό. Ο Λάμπρος ο Λιάβας έχει γράψει το κείμενο. Δανείστηκε από τις βιογραφίες, αλλά έχει προσθέσει και πολλά δικά του πράγματα και τα έχει επεξεργαστεί, καθώς και τις μουσικές επιλογές, και τοποθετεί, ιστορικά και κοινωνικά, το ρεμπέτικο.

Ήταν μία καινοτομία, που μου άρεσε, και την πρότεινα στον Λάμπρο. Να υπάρχει, δηλαδή, επί σκηνής κι αυτός ο οποίος, θεωρητικά, θα βγει και θα μιλήσει και θα τοποθετήσει, ιστορικά και κοινωνικά, το ρεμπέτικο μέσα στο έργο. Μιλάμε για Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Μικρασιατική Καταστροφή, Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, Δικτατορία του Μεταξά. Αν δεν καταλάβει ο κόσμος, μοιάζει λίγο περίεργο, γραφικό θα έλεγα. Κι εμείς ακριβώς, εξού και η ρεμπέτικη λειτουργία, γι’ αυτό δεν χρησιμοποιούμε καθόλου προβολές με ρεμπέτες και διάφορα τέτοια. Αλλά, αντίθετα, για να τονίσουμε το ποιητικό στοιχείο -το οποίο, κατά την άποψή μας, υπάρχει- συμπεριλάβαμε στο έργο προβολές με τους πίνακες του Χρήστου Μποκόρου.

Δύο μεγάλοι ρεμπέτες, λοιπόν, συναντώνται επί σκηνής, μέσα από τη δική σας σκηνοθετική και υποκριτική ματιά.

Ακριβώς. Η παράσταση ξεκινάει με τον Μάρκο, που κάνει όλη την τοποθέτηση του ρεμπέτικου. Όπως λέει, χαρακτηριστικά: «Πειραιάς, Μικρασία και στη μέση Σύρα». Μιλάει για όλη αυτή τη διαδρομή. Περνάμε μετά στον Γενίτσαρη, που είναι ακριβώς η επόμενη γενιά. Και καταλήγουμε στην τελευταία περίοδο, πριν τον θάνατό του, στον Μάρκο. Γέρος, πια, απογοητευμένος πάρα πολύ από την όλη κατάσταση. Βγαίνει στα κέντρα, παίζοντας με το γιο του τον Στέλιο και βγάζουνε πιατάκι· τους διώχνουν οι περισσότεροι. Μιλάμε για μία ταπείνωση αυτού του γίγαντα.

Αυτό που διαπίστωσα είναι ότι το έργο έχει χιούμορ, γελάει ο κόσμος. Αλλά και κλαίει. Μας έχει εντυπωσιάσει με τον Λάμπρο η συμμετοχή του κόσμου, ο οποίος τραγουδάει και τα τραγούδια.

Κύριε Χρυσικάκο, πώς προέκυψε αυτή η παράσταση; Ποια η δική σας σχέση με το ρεμπέτικο τραγούδι;

Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κοκκινιά. Τα μέρη του Μάρκου, του Βαγγέλη του Παπάζογλου, τα έζησα από πρώτο χέρι. Ήταν τα γλέντια στην αυλή του σπιτιού μας στην Κοκκινιά, ήταν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες. Οι πρώτες βόλτες εκεί, που με πήγε ο πατέρας μου. Περνάγαμε απ’ έξω από τα κέντρα της εποχής εκείνης, που εμφανίζονταν οι μεγάλοι τραγουδιστές· Καζαντζίδης, Καίτη Γκρέι και διάφοροι άλλοι. Εγώ μωρό παιδάκι τότε, αλλά οι μνήμες υπάρχουν.

Το φιζίκ ενός αριστοκρατικού τύπου, που καλλιεργήθηκε μέσα από τους δασκάλους μου, μπορεί να υπάρχει, αλλά, οι καταβολές, πρέπει να σας πω ότι δεν φεύγουν ποτέ. Μεγάλωσα με αυτά τα τραγούδια και με αυτούς τους ανθρώπους, «κατοικούνε» μέσα μου. Δίπλα μας ήταν η κυρά Μέλπω, η Σμυρνιά, και ανταλλάσσαμε κάθε μέρα ένα πιάτο φαγητό, όπως έκαναν την εποχή εκείνη οι νοικοκυρές. Ακόμη έχω τη γεύση από τα φαγητά της, τα ασύλληπτα, τα σμυρνέικα. Οι άνθρωποι δεν πεθαίνουν όταν τους κουβαλάς, κι εγώ αυτή την εποχή όλη, η οποία αναφέρεται στον Μάρκο και στον Γενίτσαρη, την κουβαλάω. Δεν ήμουν στην εποχή τους, αλλά ήμουν κοντά σε αυτά όλα. Μου είναι οικεία.

Τώρα, για το πώς προέκυψε η παράσταση… Ήταν μία δουλειά που είχε κάνει ο Λάμπρος πολλά χρόνια πριν. Με γοήτευσε και ξεκίνησα πρόβες. Δεν βρήκα υποστήριξη, οικονομική, και δεν μπόρεσα να κάνω την παραγωγή. Κι έτσι σταματήσαμε. Φέτος, λοιπόν, τον πήρα τηλέφωνο και του είπα: «Λάμπρο, θέλω να κάνω το έργο με τους ρεμπέτες». Με ενημέρωσε ότι, κατά σύμπτωση, στο Ίδρυμα Κακογιάννη, πραγματοποιούνταν δράσεις για το ρεμπέτικο, κατά τη διάρκεια των οποίων θα παρουσιαζόταν και αυτό το έργο, σε μία μορφή άλλη. Το κάναμε, είδα την απήχηση που είχε και γύρισα και του επανέλαβα ότι θέλω να το κάνω, αλλά με την πρώτη του μορφή· δηλαδή Μάρκος – Γενίτσαρης – Μάρκος. Συμφώνησε κι έτσι ξεκινήσαμε…

Η εμπειρία από τις τέσσερις παραστάσεις είναι πολύ θετική. Αυτό που με συγκινεί είναι ότι, αυτή η μουσική, δεν είναι μία μουσική «μουσειακή», του παρελθόντος. Είναι μία ζωντανή μουσική. Όταν ασχολούνται οι νέοι με αυτά τα τραγούδια, κάτι γίνεται… Κάτι σημαίνει. Σε όλη μου τη ζωή υποστηρίζω τους νέους. Είναι επίσης συγκινητικό ότι, στη Θεσσαλονίκη, θα βρεθώ επί σκηνής με ένα παιδί που σπουδάζει μουσική στο Πανεπιστήμιο, παίζει μπουζούκι και τραγουδάει.

Ποια, θα λέγατε, ότι είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που διαμόρφωσαν το κλασικό ρεμπέτικο ως ταυτότητα του πολιτισμού μας;

Κοιτάξτε… Η μάνα της μουσικής είναι η Μικρασία, λέει ο Μάρκος. Και μάθαμε πολλά από τους πρόσφυγες. Αυτό που μάθαμε κυρίως, λέει, ήταν τα ζεϊμπέκικα. Βαριά, κιμπάρικα, ωραία. Διαμορφώθηκε το ρεμπέτικο από αυτό το «πάντρεμα» Ανατολής και Πειραιά.

«Όλα τα χάσαμε, το μόνο που μας έμεινε ήταν η μουσική. Δεν έπρεπε να την αφήσουμε να χαθεί κι αυτή», μας λέει ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο οποίος ήρθε με την Αγγέλα Παπάζογλου από τη Μικρά Ασία.

Αυτοί οι άνθρωποι συνάντησαν τον Μάρκο και τους υπόλοιπους, και συνεργάστηκαν. Έτσι διαμορφώθηκε η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς».

Από τα τραγούδια που ακούγονται στην παράσταση, αν σας έλεγα να επιλέξετε, ποιο από αυτά θα ξεχωρίζατε; Ποιο «μιλάει», δηλαδή, περισσότερο στην ψυχή σας; 

Το «Άτακτη» είναι αυτό που μιλάει στην ψυχή μου περισσότερο, γιατί έχει τον καημό του άντρα.

Όταν ο Μάρκος χωρίζει από την πρώτη του γυναίκα, γιατί τον έκανε ρεντίκολο, τον κεράτωνε, έγραψε πάνω στο θυμό το κομμάτι «Σκύλα μ’ έκανες και λιώνω». Και μετά γράφει το «Άτακτη» (Δε σε θέλω δε σε θέλω, Πια δε σ’ αγαπώ, Δε σε θέλω και πάρε και δρόμο, Και τράβα στο καλό). Το οποίο βέβαια, είναι ένα τρομερό ζεϊμπέκικο που θα χορέψει ο Γιώργος ο Σοφιανίδης, ο τρομερός Θεσσαλονικιός χορευτής.

Από την άλλη, υπάρχουν και δύο τραγούδια του Παπαϊωάννου στην περίοδο του Γενίτσαρη. Ο Γενίτσαρης ήταν κολλητός με τον Παπαϊωάννου και ‘παιζαν μαζί. Όταν αναφέρεται στην απώλεια ενός σφουγγαρά, φίλου τους, εκεί ακούγεται το «Βγήκε ο Χάρος να ψαρέψει με τ’ αγκίστρι του ψυχές». Το λες και κλαις, είναι τέτοιο τραγούδι.

Η παράσταση ξεκίνησε από την Κρήτη και κάνει μία στάση στην πόλη μας. Η περιοδεία θα συνεχιστεί;

Ναι, θα συνεχιστεί. 5/12  θα είμαστε στην Αριδαία, 6/12 στη Βέροια, 7/12 στη Φλώρινα και 8/12 στην Κομοτηνή. Αυτό είναι το πρώτο μέρος της περιοδείας μας. Τον Μάρτιο θα παρουσιαστεί και στην Αθήνα. Έχουμε σκοπό, πέρα από τον χειμώνα, να κάνουμε όσες περισσότερες παραστάσεις μπορούμε το καλοκαίρι.

Θα δούμε, βέβαια, που θα φτάσει όλο αυτό. Ο κόσμος καθορίζει τα πράγματα. Η αρχή που έγινε -που, πια, μετά από πενήντα χρόνια στη σκηνή, καταλαβαίνω τι γίνεται- ήταν ελπιδοφόρα όσον αφορά στην ανταπόκριση. Η αποστολή ενός ηθοποιού και σκηνοθέτη είναι να μπορεί να δίνει στον κόσμο πράγματα χρήσιμα. Αυτό είναι πάντα το ερώτημά μου. Είναι χρήσιμο αυτό που κάνω; Δεν με ενδιαφέρει τίποτ’ άλλο, ούτε η φήμη ούτε τα λεφτά. Είναι χρήσιμο αυτό;

Πληροφορίες

Τα «Κατά Μάρκον»!.. Μια Ρεμπέτικη Λειτουργία

Θέατρο Αμαλία (Αμαλίας 71, Θεσσαλονίκη)

Ημέρες & Ώρες Παραστάσεων: Παρασκευή 02 & Σάββατο 03 Δεκεμβρίου, στις 21:00

Κυριακή 04 Δεκεμβρίου, στις 20:00

Τιμές εισιτηρίων: Γενική Είσοδος 15€, Μειωμένο 13€ (Ανέργων, Φοιτητών, ΑμεΑ)

Προπώληση εισιτηρίων: Θέατρο Αμαλία, viva.gr

Πληροφορίες – Κρατήσεις: 231 084 2509 (καθημερινά, 10:30 -14:30 & 17:30 – 21:00)

Συντελεστές

Κείμενα – Μουσική επιμέλεια: Λάμπρος Λιάβας

Ερμηνεία – Σκηνοθεσία: Τάκης Χρυσικάκος

Συμμετέχουν επί σκηνής: Νίκος Μπλουμπής (μουσικός), Γιώργος Σοφιανίδης (λαϊκός χορευτής)

Οι προβολές της παράστασης προέρχονται (ευγενική παραχώρηση) από πίνακες του Χρήστου Μποκόρου