Όταν η λογοτεχνία μετατρέπεται σε προφητεία
Η αξία του βιβλίου δεν περιορίζεται στην πλοκή - Το «Θα κάψω το Παρίσι» λειτουργεί ως προειδοποίηση για το πώς η ακραία κοινωνική ανισότητα μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή.
Το «Θα κάψω το Παρίσι» δεν είναι απλώς ένα πολιτικό μυθιστόρημα αλλά μια ωδή στην ανατρεπτική δύναμη της λογοτεχνίας.
Υπάρχουν βιβλία που διαβάζονται σαν αφηγήσεις μιας εποχής, και άλλα που μοιάζουν να στέκονται έξω από τον χρόνο, συνομιλώντας με το σήμερα όσο και με το χθες. Το «Θα κάψω το Παρίσι» του Πολωνού συγγραφέα Bruno Jasieński ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Πρόκειται για ένα έργο γραμμένο το 1928, στην καρδιά του μεσοπολέμου, το οποίο όμως ακούγεται σήμερα πιο επίκαιρο από ποτέ. Η ιστορία ενός απελπισμένου εργάτη που, απογυμνωμένος από δουλειά, στέγη και αξιοπρέπεια, επιλέγει να τινάξει στον αέρα την ίδια την πόλη που τον συνέθλιψε.
Ο ήρωας, σε μια πράξη απελπισμένης εκδίκησης, ρίχνει στη δεξαμενή νερού του Παρισιού τον ιό της πανούκλας που έκλεψε από το Ινστιτούτο Παστέρ. Αυτό το φανταστικό σενάριο δεν είναι παρά αφορμή για τον συγγραφέα να χτίσει μια αλληγορία κοινωνικής κατάρρευσης. Το Παρίσι, σύμβολο της δυτικής μητρόπολης, μετατρέπεται σε χάρτη κατακερματισμένων γκέτο. Θρησκευτικές και εθνοτικές κοινότητες υψώνουν σύνορα, πολιτικές δυνάμεις παλεύουν να επικρατήσουν ενώ η πόλη φλέγεται κυριολεκτικά και μεταφορικά από τις αντιφάσεις της.
Η γραφή του Jasieński είναι ορμητική, σχεδόν κινηματογραφική. Οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη με ρυθμό μοντάζ, οι σκηνές έχουν ένταση και παραπέμπουν περισσότερο σε πρωτοποριακή ταινία παρά σε κλασικό μυθιστόρημα. Δεν είναι τυχαίο ότι το έργο του εντάσσεται στο ρεύμα του φουτουρισμού, καθώς η γλώσσα του είναι κοφτή, ανατρεπτική, με μια διαρκή τάση να γκρεμίζει τα όρια ανάμεσα στην αφήγηση και την πολιτική προκήρυξη.
Η αξία του βιβλίου δεν περιορίζεται στην πλοκή. Το «Θα κάψω το Παρίσι» λειτουργεί ως προειδοποίηση για το πώς η ακραία κοινωνική ανισότητα και η περιθωριοποίηση μπορούν να οδηγήσουν στην καταστροφή. Ο συγγραφέας, χρησιμοποιεί τη λογοτεχνία ως όπλο. Το Παρίσι του Jasieński είναι ταυτόχρονα συγκεκριμένο και συμβολικό· μια μητρόπολη που εκπροσωπεί ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, έτοιμο να διαλυθεί κάτω από το βάρος των ίδιων του των αντιθέσεων.
Η νέα ελληνική έκδοση από τις εκδόσεις Έρμα, σε μετάφραση Αναστασίας Χατζηγιαννίδη, ξαναδίνει φωνή σε ένα βιβλίο που είχε προκαλέσει σάλο όταν πρωτοκυκλοφόρησε. Η μετάφραση αποδίδει με ακρίβεια την ένταση και τον ρυθμό του πρωτοτύπου, δίνοντας την αίσθηση ότι ο αναγνώστης ακούει τον ίδιο τον συγγραφέα να φωνάζει μέσα από τις σελίδες. Πρόκειται για ένα εκτενές και πυκνό μυθιστόρημα που καταφέρνει να καθηλώσει, να σοκάρει, αλλά και να εμπνεύσει με το θράσος και τη δύναμη της γραφής του.
Το «Θα κάψω το Παρίσι» δεν είναι απλώς ένα πολιτικό μυθιστόρημα. Είναι μια ωδή στην ανατρεπτική δύναμη της λογοτεχνίας, μια προφητεία για την κρίση της σύγχρονης μητρόπολης και μια υπενθύμιση ότι οι κοινωνίες που αγνοούν τους απόκληρους, κάποτε πληρώνουν το τίμημα. Ένα έργο που διαβάζεται σαν εφιάλτης, αλλά αφήνει την αίσθηση μιας αλήθειας που δεν μπορούμε να προσπεράσουμε.