Μαρίζα Τσάρη στο TheOpinion: «Η ανθρωπότητα είναι ικανή για τα χειρότερα, διαχρονικά. Όπως και για τα καλύτερα»
Η ηθοποιός Μαρίζα Τσάρη, με αφορμή την παράσταση «Τρωάδες» του Ευριπίδη, μιλάει στο TheOpinion και τη Δέσποινα Δαϊλιάνη
Η τραγωδία του Ευριπίδη «Τρωάδες» ξεκινάει το ταξίδι της από τη Θεσσαλονίκη και το Θέατρο Δάσους, στις 6 και 7 Ιουλίου. Το έργο παρουσιάζει το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, σε μετάφραση Θόδωρου Στεφανόπουλου και σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη, με το οποίο και θα συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου 2023.
Τη Μαρίζα Τσάρη θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε ως μία ηθοποιό του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Όπου κι αν βρίσκεται, με ό, τι κι αν καταπιάνεται θεατρικά, θα καταλήγει στο μέρος από όπου ξεκίνησε την υποκριτική της διαδρομή και πάντα με γνώριμους ανθρώπους…από τα παλιά!
Φέτος, υποδυόμενη την Ανδρομάχη, συμμετέχει στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη που θα παρουσιαστούν και στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου…μέσα από ένα πιο ανθρώπινο, πιο «ήσυχο» πρίσμα.
Λίγα λόγια για το έργο
Σε αναμονή της αναχώρησής τους για την Ελλάδα, οι αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας θρηνούν για την άλωση της πόλης. Μαζί τους η Εκάβη, που περιμένει την ανακοίνωση για τη δική της μοίρα, αλλά έρχεται αντιμέτωπη με απανωτές συμφορές: η Πολυξένη σκοτώνεται στον τάφο του Αχιλλέα και η Ανδρομάχη μαθαίνει την απόφαση των Αχαιών να θανατώσουν τον μικρό της γιο, τον Αστυάνακτα. Την ίδια ώρα, η Κασσάνδρα προμηνύει τις καταστροφές που θα βρουν τους Έλληνες στον δρόμο της επιστροφής.
Οι Τρωάδες, η μόνη σωζόμενη τραγωδία της ευριπίδειας τριλογίας για τον Τρωικό Πόλεμο, διδάχτηκε το 415 π.Χ. στα Μεγάλα Διονύσια. Το έργο γράφτηκε λίγο μετά την καταστροφή της Μήλου το 416 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι, με απάνθρωπη βιαιότητα, σκότωσαν όλους τους ενήλικες άντρες της Μήλου και πούλησαν για δούλους τις γυναίκες και τα παιδιά.
Ο Ευριπίδης επιχειρεί να προειδοποιήσει για τις συνέπειες της ασυδοσίας των νικητών και να υπενθυμίσει τη σημασία του να παραμένει κανείς άνθρωπος, μακριά από την ψευδαίσθηση παντοδυναμίας που προκαλούν οι εφήμερες νίκες. Στις Τρωάδες, ο ποιητής αναδεικνύει την ανθρώπινη διάσταση του εχθρού και, εστιάζοντας στο μεγαλείο των γυναικών της Τροίας, προβάλλει τη δύναμη εκείνη που κάνει τον άνθρωπο να επιμένει ακόμα και μετά την καταστροφή.

Μαρίζα, είσαι δικό μας «παιδί». Έτσι δεν είναι; Γενικότερα της Θεσσαλονίκης, ειδικότερα του Κρατικού Θεάτρου.
Ναι ναι, έτσι είναι. Είχα την τύχη να μπω στη δραματική σχολή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Ήμουν, όμως, ούτως ή άλλως στη Θεσσαλονίκη. Κατάγομαι από τη Βέροια, οπότε είχα έρθει να σπουδάσω, αρχικά, Art & Design σε μια ιδιωτική σχολή. Μετά, κάπως, το έψαξα με το θέατρο. Και κατάφερα να μπω στο Κρατικό, το τελείωσα και δούλεψα πάρα πολλά χρόνια.
Έκανα κάποια διαλείμματα. Την πρώτη φορά έφυγα για το Θεσσαλικό Θέατρο, να κάνω μία περιοδεία εκεί, καλοκαιρινή. Ξαναγύρισα μετά στο Κρατικό, γιατί μου προτάθηκε από τον κύριο Τσακίρογλου, τότε, ένας πολύ ωραίος ρόλος. Η μία δουλειά έφερνε την άλλη, μέχρι που κάποια στιγμή είπα ότι εάν δεν φύγεις εσύ, δεν φαίνεται να σε αφήνει η συνθήκη να φύγεις. Κι έτσι, επειδή τις δοκιμές τις κάνεις νέος, συνήθως, τολμάς πιο εύκολα πράγματα στην ελεύθερη αγορά και στο ελεύθερο θέατρο, έφυγα για την Αθήνα. Για να δοκιμαστώ, να δω, να γνωρίσω ένα καινούριο περιβάλλον, μια άλλη αγορά εργασίας που είναι πιο σκληρή. Το ελεύθερο θέατρο έχει μεγάλες δυσκολίες. Όπως, δηλαδή, και η ελεύθερη αγορά για όλους τους εργαζόμενους.
Και τώρα μου ξαναδίνεται η ευκαιρία να επιστρέψω, συμμετέχοντας σε αυτήν τη δουλειά. Είναι πολύ συγκινητικό για ‘μένα και μεγάλη τιμή. Συναντάω και πάλι ανθρώπους που ήμασταν παιδιά, ακόμα και τεχνικούς, που δουλεύαμε τότε όλοι μαζί. Είναι πολύ συγκινητικό, γιατί γίνεται και μια εσωτερική διαδρομή σ’ όλο αυτό. Τι ήμουν τότε; 25 – 30 χρονών. Εκ των πραγμάτων, κάνεις μια ενδοσκόπηση· πώς ήμουν; Πώς έφυγα; Τι μεσολάβησε; Πώς επιστρέφω; Τι έχει αλλάξει; Βλέπεις ανθρώπους που συναναστρεφόσουν και φιλικά. Έχω φίλους εδώ πέρα. Κι έχω και τη χαρά να παίζω με συναδέλφους που έχω παίξει και στο παρελθόν, εδώ και πάλι.
Δηλαδή, ζεις, πια, μόνιμα στην Αθήνα. Εκεί είναι η βάση σου…
Ζω κι εργάζομαι στην Αθήνα από το 2012. Με κόπο, με δυσκολίες. Έπεσα και πάνω στην κρίση. Εκεί, όμως, έχω χτίσει, πια, τη ζωή μου. Και πάει και καλά. Άνοιξε ένας κύκλος, ο οποίος με βοήθησε να βρω ακόμα κάτι που με ενδιαφέρει πάρα πολύ κι εργάζομαι, τα τελευταία χρόνια, και σε αυτόν τον τομέα. Έχει να κάνει με το θεατρο-παιδαγωγικό κομμάτι.
Μαζί με το θέατρο, που έρχεται στη ζωή μου, διατηρώ και ομάδες εργαστηρίων από βρέφη μέχρι και ενήλικες. Κάνω Messy Play, αισθητηριακά παιχνίδια, πρώτους ρόλους σε προσχολικής ηλικίας παιδιά· δουλεύω και με παιδιά, με μια προσέγγιση θεατρική.
Αυτό είναι κι ένα από τα θετικά στοιχεία της τέχνης του θεάτρου. Ότι, δηλαδή, δεν σε περιορίζει μόνον στο υποκριτικό κομμάτι, αλλά σου ανοίγει ένα ευρύτερο φάσμα δραστηριοτήτων. Και μέσα από αυτό, έχεις τη δυνατότητα να εκπαιδεύσεις και να χρησιμοποιήσεις τη γνώση αυτήν για να εξελίξεις τις ικανότητες, να εξερευνήσεις έως και να θεραπεύσεις…
Εννοείται! Έχω πολλά παιδιά, σε τμήματά μου, που μου τα στέλνουν εργοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, παιδοψυχολόγοι. Δεν κάνω εγώ προσωπικά θεραπεία, αλλά, ουσιαστικά, τι γίνεται; Χρησιμοποιείται η τέχνη ως ένα εργαλείο έκφρασης, κοινωνικοποίησης, αλληλεγγύης, ένταξης μέσα σε μία ομάδα. Τι σημαίνει να υπάρχω μέσα στην ομάδα. Όλα αυτά που είναι τόσο σημαντικά στοιχεία για έναν άνθρωπο.
Είναι μεγάλο κλειδί για να μπορείς να ανταποκρίνεσαι στην καθημερινότητά σου. Να μπορείς να αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα που συμβαίνουν γύρω σου. Να έχεις μια προσωπική ματιά στα πράγματα. Το πώς υπάρχουμε σε ένα σύνολο ανθρώπων. Τα θεατρικά εργαστήρια δεν υπάρχουν για να γίνεις οπωσδήποτε ηθοποιός. Λειτουργούν ως ένα μέσο έκφρασης, ως ένας τόπος που μπορεί ένας άνθρωπος να υπάρχει. Να εξερευνά τον εαυτό του, την ομάδα του.

Ήρθε, νομίζω, η στιγμή να μιλήσουμε και για το θεατρικό «στοίχημα» με το οποίο έρχεσαι να «αναμετρηθείς» το φετινό καλοκαίρι: «Τρωάδες», του Ευριπίδη. Είναι η πρώτη φορά που παίζεις στην Επίδαυρο; Θέλω να μου μιλήσεις για τα συναισθήματα αυτά που «ξυπνάει» ένας ρόλος στον χώρο αυτόν.
Είναι η τρίτη φορά που παίζω στην Επίδαυρο. Τις προηγούμενες δύο φορές, συμμετείχα σε ρόλο μέσα στον Χορό. Ήμουν μέρος ενός συνόλου, το οποίο, βέβαια, είναι εξίσου σημαντικό.
Τώρα, πηγαίνω με μία «ευθύνη» παραπάνω, με έναν διαφορετικό τρόπο. Γιατί κρατάω τον ρόλο της Ανδρομάχης. Αυτός ο ρόλος είναι, από γραφής, τεράστιος. Είναι μία πολύ τραγική φιγούρα, με την έννοια ότι της αρπάζουν το παιδί και της το πετάνε απ’ τα βράχια. Μόνον αυτό να δεις δραματουργικά, αυτό που έχει γράψει ο Ευριπίδης…είναι συγκλονιστικό!
Ιδίως, όταν ζούμε σε εποχές που βλέπεις να στοιβάζονται μέσα στις βάρκες άνθρωποι, οι οποίοι φεύγουν από δύσκολες καταστάσεις, από τη χώρα τους, και χάνουν τα παιδιά τους… Θέλω να πω ότι έχεις ερεθίσματα, δεν είναι κάτι «περίεργο». Ξέρουμε ότι σε πολέμους συμβαίνουν αυτά τα πράγματα. Ξέρουμε ότι βιάζουν ανθρώπους, ότι σκοτώνουν για αντίποινα· για την άσκηση της εξουσίας του ισχυρού στον ανίσχυρο. Σκοτώνουν παιδιά, σκοτώνουν γονείς μπροστά στα παιδιά τους. Όλα αυτά τα φριχτά εγκλήματα που γνωρίζουμε ότι γίνονται.
Πώς λειτουργεί για ‘σένα -αφήνοντας για λίγο στην άκρη το υποκριτικό κομμάτι- το γεγονός ότι όλα αυτά τα θέματα που έθιξαν αιώνες πριν οι αρχαίοι μας τραγωδοί, καθρεφτίζονται στο σήμερα; Στο τώρα;
Νομίζω ότι αυτό, κάπως μέσα μου, αποδεικνύει περίτρανα ότι η ανθρωπότητα είναι ικανή για τα χειρότερα, διαχρονικά. Όπως και για τα καλύτερα. Έχουμε να θυμόμαστε πράξεις αλληλεγγύης. Έχουν περάσει άνθρωποι εξαιρετικοί. Κι έχουν υπάρξει και κτήνη, ικανοί για τα χειρότερα. Αυτό είναι, μάλλον, και το μεγαλείο του ανθρώπου; Δεν ξέρω…
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, πόσοι πόλεμοι γίνονται στον κόσμο; Πόσες κτηνωδίες; Εμείς έχουμε το προνόμιο αυτήν την στιγμή –που είναι καθαρά θέμα τύχης το ότι έχουμε γεννηθεί σε αυτήν τη χώρα- να μην έχει χρειαστεί να αφήσουμε τα σπίτια μας και να φύγουμε. Ούτε έχει χρειαστεί να μας πάρει κάποιος με τη βία, όπως τους ήρωες αυτής της τραγωδίας.
Αυτές οι γυναίκες είναι ό, τι απέμεινε από την Τροία και περιμένουν να δουν σε ποιον έχουν τύχει. Σε ποιον έχουν κληρωθεί, για να τις πάρει για δούλες. Για ερωμένες. Σκέψου πόσο βίαιο είναι αυτό. Είναι κάτι που υπάρχει ακόμη. Επίσης, υπάρχει νικητής στον πόλεμο; Κανένας δεν είναι νικητής, κατεστραμμένοι είναι όλοι. Είναι οικογένειες που θρηνούν τα μέλη τους. Προφανώς δεν αναφέρομαι στης ηγεσίες, ποιος ξεκινάει κάτι…

Κι έρχεται ο Ευριπίδης να μας υπενθυμίσει τη σημασία της ανθρωπιάς…την οποία εσύ, ως Μαρίζα, τη συναντάς;
Την ανθρωπιά, ε; Εντάξει, ζούμε μια δύσκολη περίοδο. Και στη χώρα μας και παγκοσμίως. Υπάρχει μια δυσκολία. Και νομίζω ότι, ο άνθρωπος, όσο δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα, τόσο περισσότερο σκληραίνει. Η αλήθεια είναι ότι δείχνουμε να είμαστε πιο αγχωμένοι, πιο σκληροί μεταξύ μας, εύκολα θυμώνουμε και αρπαζόμαστε.
Αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ ότι δεν υπάρχει κι ομορφιά. Αλίμονο! Και την ομορφιά τη βλέπουμε! Βλέπουμε την αλληλεγγύη, που είναι εκεί και βοηθά τους πιο ανίσχυρους. Με τίποτα δεν μπορώ να χάσω την πίστη μου!
Θα σε χαρακτηρίσω ως έναν αισιόδοξο άνθρωπο…
Ναι, βέβαια. Φύσει και θέσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν βλέπουμε τη δυσκολία, αλλά πρέπει να αντισταθούμε! Πώς θα γίνει; Πρέπει να αντισταθούμε, γιατί κάπως πρέπει να αναπνέουμε όμορφα!
Και τι έχουμε; Ο ένας τον άλλον! Οπότε, πραγματικά, αυτό έχει σημασία.
Και στις «Τρωάδες» του Ευριπίδη έχετε ο ένας τον άλλον και όλοι μαζί αποτελείτε ένα εξαίρετο καστ ηθοποιών, που δεν ξέρω από ποιον να αρχίσω! Σίγουρα, όμως, θέλουμε να μάθουμε και για την αφήγηση του κύριου Σουγάρη.
Εμείς ακολουθούμε την αφήγηση που επιλέγει ο σκηνοθέτης μας, ο Χρήστος ο Σουγάρης. Γενικά, ο τρόπος που μας έχει ζητηθεί να προσεγγίσουμε αυτήν τη συνθήκη, είναι ένας ήσυχος τρόπος. Κι όχι αυτός ο οποίος έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε τις τραγωδίες, στη χώρα μας τουλάχιστον· δηλαδή, πράγματα έντονα εκφρασμένα.
Είναι μια συνθήκη που μας ζητείται να είναι πιο ανθρώπινη, ήσυχη. Αυτό θα έλεγα ότι, περισσότερο, χαρακτηρίζει αυτήν τη δουλειά· αυτήν η ησυχία πριν το «μπαμ». Που καταλαβαίνεις ότι κάτι «κοχλάζει» από πίσω. Αυτήν ήταν η πρόθεσή του και σ’ αυτήν μας οδηγεί, και υποκριτικά και στον τρόπο που στήνει την παράσταση. Στον τρόπο που βλέπει όλους τους ήρωες και τις ηρωίδες. Αναφέρομαι και στον Χορό, όχι μόνον στους ρόλους. Γιατί κι ο Χορός -αυτά τα φανταστικά πλάσματα- αποτελείται από είκοσι κοπέλες κι έχουν καταφέρει η καθεμία να έχει τη μοναδική της προσωπικότητα και να είναι μία Τρωάδα. Και φαίνεται αυτό κι είναι πολύ σημαντικό. Και το οφείλουμε και στον σκηνοθέτη και σε όλες τις συνεργάτιδες ηθοποιούς, βέβαια.
Είναι πρόκληση και για ‘μας. Γιατί έχουμε μάθει ότι αυτό θέλει άλλα ανοίγματα, πιο έντονα πράγματα. Οπότε, το να μιλήσεις πιο ανθρώπινα και να πεις αυτό το κείμενο που έχει γράψει ο Ευριπίδης, είναι φοβερή πρόκληση. Είναι σπουδαία και η μετάφραση του Θεόδωρου Στεφανόπουλου. Έχει μία ποιητικότητα πάρα πολύ ωραία.
Μετά, τι να πω για την Ρούλα την Πατεράκη; Είναι η τέταρτη φορά που συνεργάζομαι μαζί της. Είναι μάθημα για ‘μας, να την βλέπεις πώς το λέει η ψυχή της. Πόσο δουλευταρού είναι! Πολύ σημαντικό, επίσης, για τους νεότερους… Δεν το βγάζει από το τσεπάκι της και τέλος. Δουλεύει! Είναι εκεί και «ματώνει» πάνω στη σκηνή. Είναι μεγάλο μάθημα! Μαθαίνεις, όταν βλέπεις τους άλλους να παίζουν. Μπορεί να μην κάνεις εσύ πρόβα, αλλά να κάνει κάποιος άλλος, να τον παρακολουθείς και να μαθαίνεις πράγματα. Βλέπεις πώς διαχειρίζεται το κείμενό της, είναι και μια παλιά κυρία του θεάτρου. Φανταστική, πανέξυπνη, φρέσκια, αεικίνητη! Παίρνει δύναμη και δίνει δύναμη, και στο κείμενο και σε ‘μας. Είναι μεγάλη τιμή για ‘μένα!
Όπως είναι μεγάλη τιμή και για τους υπόλοιπους συντελεστές. Με τον Δημήτρη τον Πιατά επίσης έχουμε ξανασυνεργαστεί. Κι είναι απ’ τους πιο ωραίους ανθρώπους που έχω συναντήσει. Για να μην πω για το πόσο εξαιρετικός ηθοποιός είναι… Τις πρώτες φορές που συνεργάστηκα μαζί του, κοιτούσα με ανοιχτό το στόμα. Πια, είμαστε και λίγο…οικογενειακά! Υπάρχει μια τριβή στις δουλειές, δένεσαι με τους ανθρώπους. Στην παράσταση κάνει τον Ταλθύβιο κι είναι εξαιρετικός σε αυτό που κάνει.
Με τον Αλέξανδρο τον Μπουρδούμη, που κάνει τον Μενέλαο, είμαστε, πια, φίλοι. Ένας υπέροχος ηθοποιός. Πάντα διαθέσιμος κι ανοιχτόκαρδος.
Η Μαρία η Διακοπαναγιώτου επίσης φιλενάδα μου. Είναι το «καμαρινάκι» μου. Είναι η τέταρτη δουλειά που μετράμε παρέα. Πέρα από τη φιλική μας σχέση, η Μαρία είναι ηθοποιάρα. Τη θαυμάζω, πραγματικά. Και, νομίζω, κάπως έτσι γίνονται και οι φιλίες. Είναι πολύ γοητευτικό να θαυμάζεις τον άλλον στη δουλειά του.
Επειδή πολλές φορές μιλάμε για τους ανθρώπους που είναι αναγνωρίσιμοι, θέλω να τονίσω ότι ο εικοσαμελής Χορός των γυναικών, είναι μία και μία οι συναδέλφισσες όλες! Εξαιρετικά ταλαντούχα πλάσματα όλες τους! Επειδή έχω κάνει Χορό, ξέρω τη δυσκολία να είσαι συμμετέχουσα.

Για τη μουσική του Στέφανου Κορκολή, ο οποίος θα παίζει πιάνο επί σκηνής, τι πρέπει να ξέρουμε που δεν μπορούμε να υποπτευθούμε;
Άλλο παμμέγιστο ταλέντο! Αυτός ο άνθρωπος κάθεται στο πιάνο και γεμίζουν τα αυτιά και η ψυχή σου. Και με τον Στέφανο έχω ξαναδουλέψει. Είναι φανταστικός. Θα τις ακούσετε τις μουσικές του.
Στο Θέατρο Δάσους και στην Επίδαυρο θα είναι επί σκηνής ο ίδιος. Θα είναι μέρος του συνόλου, του θιάσου. Έχει ένα μοναδικό ταλέντο στο να ακούει, να διαβάζει το κείμενο και να γράφει και να συνθέτει πάνω σε αυτό. «Μιλάει» με τη μουσική του αυτός ο άνθρωπος.
Για την πρεμιέρα σας, στις 6 Ιουλίου στο Θέατρο Δάσους…άγχος έχεις;
Ε βέβαια, πάντα! Όχι μόνον στις πρεμιέρες, σε κάθε παράσταση. Προσπαθώ να το χρησιμοποιώ υπέρ μου αυτό το άγχος, να μην με καταβάλλει.
Δεν είναι μόνον άγχος. Αδημονώ κιόλας! Θέλω, πια, να το παρουσιάσουμε στον κόσμο αυτό που φτιάξαμε, όπως κάνουν τα παιδιά.
Και ποια είναι η τελευταία σκέψη που κάνεις, πριν βγεις να παίξεις; Ή τι κάνεις για να κατευνάσεις αυτό το, κατά τα άλλα, εποικοδομητικό άγχος λίγο πριν;
Οι ανάσες μου με βοηθούν πολύ. Προσπαθώ να συγκεντρωθώ και να θυμίσω στον εαυτό μου ότι την ξέρει την παρτιτούρα του. Ξέρει τι έχει να κάνει.
Μετά, πάντα σκέφτομαι την κόρη μου, που μου δημιουργεί ένα πάρα πολύ όμορφο συναίσθημα. Φωτίζει την ψυχή μου! Οπότε, κάπως ηρεμώ.
Και τελευταία τελευταία, λέω: «Παναγία μου, τα λόγια μου να πω και μετά όλα θα πάνε καλά»!

Πληροφορίες
«Τρωάδες», του Ευριπίδη
Θέατρο Δάσους
Πέμπτη 6 & Παρασκευή 7 Ιουλίου, στις 21.15
Τιμές εισιτηρίων: Προπώληση μέσω ηλεκτρονικής αγοράς και ταμεία 15€, Κανονικό εισιτήριο 17€, Φοιτητικό/Άνω των 65 ετών 12€, Δάσκαλοι & Καθηγητές/Ομαδικό (10 άτομα) 10€, Άνεργοι δωρεάν (20 θέσεις ανά παράσταση για τις παραστάσεις στο Θέατρο Δάσους) κατόπιν τιμή εισιτηρίου 10€, ΑμεΑ & Συνοδοί ΑμεΑ 8€
Προπώληση εισιτηρίων: viva.gr, 11876, Wind, Public, Media Markt
Πληροφορίες – Κρατήσεις στο Τ.: 2315 200 200 και στα εκδοτήρια του ΚΘΒΕ
* Με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους
Συντελεστές
Μετάφραση: Θεόδωρος Στεφανόπουλος
Δραματουργική επεξεργασία – Σκηνοθεσία: Χρήστος Σουγάρης
Σκηνικά – Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Στέφανος Κορκολής
Κίνηση: Ερμής Μαλκότσης
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Βοηθός σκηνοθέτη: Χριστόφορος Μαριάδης
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου: Δανάη Πανά
Οργάνωση παραγωγής: Marleen Verschuuren
Διανομή (αλφαβητικά)
Μελίνα Αποστολίδου (Αθηνά), Λουκία Βασιλείου (Αθηνά, Ελένη), Μομώ Βλάχου (Αθηνά), Χαρά Γιώτα (Αθηνά), Ηλέκτρα Γωνιάδου (Αθηνά), Μαρία Διακοπαναγιώτου (Κασσάνδρα), Αντώνης Καφετζόπουλος (Ποσειδώνας), Χριστίνα Μπακαστάθη (Αθηνά), Αλέξανδρος Μπουρδούμης (Μενέλαος), Μπέττυ Νικολέση (Αθηνά), Ρούλα Πατεράκη (Εκάβη), Κλειώ Δανάη Οθωναίου (Αθηνά, Ελένη), Δημήτρης Πιατάς (Ταλθύβιος), Πολυξένη Σπυροπούλου (Αθηνά), Βιργινία Ταμπαροπούλου (Αθηνά), Θεοφανώ Τζαλαβρά (Αθηνά), Μαρίζα Τσάρη (Ανδρομάχη), Μάρα Τσικάρα (Αθηνά)
Έκτακτη αντικατάσταση: Γιάννης Χαρίσης
Γυναίκες: Μαριάννα Αβραμάκη, Μελίνα Αποστολίδου, Λουκία Βασιλείου, Μομώ Βλάχου, Χαρά Γιώτα, Ηλέκτρα Γωνιάδου, Ζωή Ευθυμίου, Ηλέκτρα Καρτάνου, Εύη Κουταλιανού, Λωξάνδρα Λούκας, Ελένη Μισχοπούλου, Χριστίνα Μπακαστάθη, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, Μπέτυ Νικολέση, Κλειώ Δανάη Οθωναίου, Πολυξένη Σπυροπούλου, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Θεοφανώ Τζαλαβρά, Φωτεινή Τιμοθέου, Μάρα Τσικάρα
Άντρας: Χριστόφορος Μαριάδης