Η αναβλητικότητα έγινε lifestyle – Γιατί τα πάντα μοιάζουν κουραστικά στα 20-25
Μια γενιά που προσπαθεί να προλάβει τον εαυτό της.
Δεν είναι ότι δεν θέλουμε να κάνουμε πράγματα. Είναι ότι όλα —από το να απαντήσεις σε ένα mail μέχρι να πας για ψώνια— μοιάζουν υπερβολικά κουραστικά.
Η γενιά των 20-30 δείχνει να ζει σε μια περίεργη ισορροπία ανάμεσα στο «πρέπει να τα καταφέρω» και στο «ας μην κάνω τίποτα σήμερα». Και κάπως έτσι, η αναβλητικότητα έγινε τρόπος ζωής. Μπορεί μια γενιά για έχει μαζική κατάθλιψη και να μην μπορεί να κάνει πέντε βασικά tasks μαζί σε μία ώρα ή τα social media και με την καθημερινότητα του επηρεάζουν μια γενιά στο να μην μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά.
Όταν το μυαλό έχει «100 tabs ανοιχτά»
Ο εγκέφαλός μας δεν σταματά ποτέ. Σύμφωνα με έρευνα του American Psychological Association, οι νέοι ενήλικες βιώνουν τα υψηλότερα επίπεδα «γνωστικού overload» στην ιστορία. Οι ειδοποιήσεις, τα deadlines, οι απανωτές πληροφορίες από παντού και η ανάγκη να είσαι πάντα διαθέσιμος δημιουργούν μια αίσθηση μόνιμης πίεσης — και το σώμα απαντά με απάθεια και βαρεμάρα, έτσι όπως την εκλαμβάνουν οι μεγαλύτεροι.
Αυτό το «παγώνω μπροστά στο laptop» δεν είναι τεμπελιά. Είναι μηχανισμός άμυνας και πολλές φορές ψυχικής και πνευματικής κούρασης. Το μυαλό επιλέγει τη διακοπή αντί για τη σύγκρουση. Όπως το περιγράφει η ψυχολόγος Τζούλια Τζόνσον στο Journal of Behavioral Science, «η αναβλητικότητα δεν είναι έλλειψη θέλησης, αλλά τρόπος να ρυθμίσουμε το άγχος μας».
Η dopamine κουλτούρα και το scroll που δεν τελειώνει ποτέ
Στην εποχή του TikTok, έχουμε μάθει να παίρνουμε μικρές δόσεις ευχαρίστησης κάθε λίγα δευτερόλεπτα. Δημιουργείται μια τάση εθιστικότητας και στην καθημερινότητα του, θες συνεχώς μια επιβράβευση, όπως σου έχει μάθει το διαδίκτυο. Όταν η πραγματικότητα απαιτεί παρατεταμένη συγκέντρωση —διάβασμα, εργασία, οργάνωση— ο εγκέφαλος αντιστέκεται. Δεν θέλει να κάνει «βαρετά πράγματα» χωρίς ανταμοιβή.
Αυτό που νιώθουμε ως «πλήξη» ή «κούραση» είναι στην πραγματικότητα ανισορροπία ντοπαμίνης. Το συνεχές scrolling μάς έχει συνηθίσει σε υπερδιέγερση, οπότε το κανονικό μοιάζει άδειο. Και αυτό μεταφράζεται πολύ λάθος στην καθημερινή ζωή και στα ζωτικά μας tasks.
Από το burnout στη «χαμηλή ενέργεια»
Η πανδημία και η κρίση επιτάχυναν κάτι που ήδη υπήρχε: μια γενιά εξαντλημένη προτού καν προλάβει να σταθεροποιηθεί. Πριν καν βγεις στην αγορά εργασίας νιώθεις ήδη κουρασμένος και πιεσμένος. Οι νέοι της δεκαετίας του ’20 μεγάλωσαν με κρίση, αποφοίτησαν σε πανδημία, ενηλικιώνονται σε εποχή ακρίβειας. Όλα αυτά δημιουργούν ένα διαρκές υπόβαθρο άγχους που μεταφράζεται σε fatigue culture.
Δεν είναι τυχαίο ότι το #lazygirljob έγινε trend στο TikTok. Μια δουλεία στην οποία για 8 ώρες δεν κανείς οριακά τίποτα αλλά πληρώνεσαι κανονικά, χωρίς να περιμένεις κάποια καριέρα από αυτό ή κάποια αύξηση. Δεν πρόκειται για «τεμπελιά», αλλά για συλλογική ανάγκη επαναπροσδιορισμού του τι σημαίνει αρκετή προσπάθεια.
Από την αυτολύπηση στην αυτοσυμπόνια
Το να αναβάλεις πράγματα δεν σημαίνει ότι έχεις αποτύχει. Σημαίνει ότι έχεις φτάσει στο όριό σου, παρόλο που είσαι σε μικρή ηλικία, ειδικά σε αυτή την δύσκολη περίοδο. Και αντί να νιώθουμε ενοχή, ίσως χρειάζεται να δούμε αυτή τη φάση ως σήμα για επιβράδυνση.
Το solution-oriented κομμάτι δεν είναι «κάνε περισσότερα», αλλά «κάνε λιγότερα, πιο συνειδητά». Μικρά βήματα, όπως:
Να βάζεις όρια στις ειδοποιήσεις.
Να ξεκινάς με ένα μικρό task χωρίς να απαιτείς τέλεια εκκίνηση.
Να ξεκουράζεσαι χωρίς ενοχές.
Η αναβλητικότητα, τελικά, μπορεί να είναι ένα μήνυμα για επανεκκίνηση — όχι για αυτοτιμωρία.
Ίσως το πιο ειλικρινές πράγμα που μπορούμε να πούμε είναι: δεν βαριόμαστε τη ζωή, κουραστήκαμε να την κυνηγάμε. Και αν η αναβλητικότητα είναι ο τρόπος που το μυαλό μας τραβάει φρένο, τότε ίσως είναι και το πιο ανθρώπινο πράγμα που έχουμε κάνει εδώ και καιρό.
«Swim to me»: Η σιωπή των γυναικών που φροντίζουν τους άλλους