Generation Z: Η πιο μορφωμένη αλλά και πιο ανασφαλής γενιά της Ελλάδας
Η νέα έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ αποκαλύπτει μια γενιά που εργάζεται σκληρά, αλλά παραμένει οικονομικά εξαρτημένη, ψυχικά εξουθενωμένη και εγκλωβισμένη σε μια αγορά που δεν μπορεί να αξιοποιήσει τις δεξιότητές της.
Η νέα πανελλαδική έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ σε συνεργασία με την ALCO, με τίτλο «Νέοι και Εργασία 2025», αποτυπώνει με αριθμούς αυτό που η καθημερινότητα έχει ήδη δείξει: η Generation Z, η γενιά των νέων έως 29 ετών, εισέρχεται στην αγορά εργασίας πιο καταρτισμένη και πιο συνειδητοποιημένη από ποτέ — αλλά βρίσκεται αντιμέτωπη με χαμηλούς μισθούς, επισφάλεια και μια αγορά που δεν μπορεί να αξιοποιήσει το δυναμικό της.
Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2025 σε δείγμα 1.500 εργαζόμενων νέων, σκιαγραφεί μια γενιά που εργάζεται, διεκδικεί αξιοπρέπεια και νόημα, αλλά παλεύει καθημερινά με τα όρια της επιβίωσης.
Οικονομική εξάρτηση και καθυστερημένη ενηλικίωση
Μόλις το 20% των νέων εργαζομένων ζει μόνο του. Το 45% εξακολουθεί να μένει με τους γονείς του, ενώ μεταξύ των εργαζόμενων με μερική απασχόληση το ποσοστό αυτό εκτοξεύεται στο 65%. Επτά στους δέκα δηλώνουν ότι το εισόδημά τους δεν επαρκεί για τις βασικές ανάγκες, και το 62% παραμένει οικονομικά εξαρτημένο από την οικογένεια.
Η αυτονόμηση δεν είναι πλέον επιλογή αλλά αναγκαιότητα που αναβάλλεται. Η ελληνική Generation Z μεγαλώνει μέσα σε ένα καθεστώς παρατεταμένης εξάρτησης: εργάζεται, αλλά δεν μπορεί να ζήσει μόνη της. Οι χαμηλοί μισθοί, το αυξημένο κόστος στέγασης και η απουσία κοινωνικού κράτους ωθούν τους νέους σε μια «παρατεταμένη εφηβεία» — όχι από αδράνεια, αλλά από αδυναμία.
Το 38% δηλώνει ότι η εργασία του δεν έχει σχέση με τις σπουδές του, ενώ σχεδόν οι μισοί (49%) πιστεύουν ότι η εκπαίδευση δεν τους προετοίμασε επαρκώς για την αγορά εργασίας. Παράλληλα, το 86% εκφράζει έντονη διάθεση για συνεχιζόμενη μάθηση — δείχνοντας ότι η γενιά αυτή δεν απορρίπτει την προσπάθεια, αλλά το σύστημα που δεν της προσφέρει διεξόδους.
Η ελληνική αγορά παραμένει χαμηλής οργανωσιακής και τεχνολογικής πυκνότητας. Οι επιχειρήσεις αδυνατούν να απορροφήσουν το υψηλά μορφωμένο ανθρώπινο δυναμικό, δημιουργώντας μια γενιά υπερκαταρτισμένων υποαπασχολούμενων. Αυτή η ασυνέχεια ανάμεσα στη γνώση και την απασχόληση οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο απογοήτευσης: η πιο μορφωμένη γενιά γίνεται η πιο επισφαλής.
Πίεση, burnout και θολά όρια ζωής–εργασίας
Το 62% των νέων δηλώνει ότι η εργασία επηρεάζει αρνητικά την προσωπική του ζωή, ενώ το 60% βιώνει εξουθένωση. Πάνω από τους μισούς (53%) αναφέρουν άγχος και στρες, και μόλις το 21% θεωρεί ότι έχει καλή ισορροπία ζωής–εργασίας.
Η Generation Z εισέρχεται σε ένα εργασιακό περιβάλλον που έχει αποδομήσει τη συλλογική φροντίδα. Η ευθύνη για ψυχική ανθεκτικότητα μετατίθεται στο άτομο, ενώ η αβεβαιότητα και η εντατικοποίηση διαμορφώνουν μια νέα μορφή εργασιακής αποξένωσης. Οι νέοι δουλεύουν περισσότερο, αλλά νιώθουν λιγότερο συνδεδεμένοι με αυτό που κάνουν. Η ψυχική υγεία δεν είναι πια «προσωπική υπόθεση», αλλά δομική συνέπεια μιας αγοράς που εξαντλεί.
Νέες αξίες: νόημα, αυθεντικότητα, βιωσιμότητα
Η έρευνα αποκαλύπτει ένα νέο αξιακό σύστημα: για το 70% η ψυχική υγεία είναι σημαντικότερη από την οικονομική ασφάλεια, και για το 73% η εργασία πρέπει να έχει νόημα πέρα από την αμοιβή. Ένα 72% δηλώνει ότι προτιμά να εργάζεται σε επιχειρήσεις που σέβονται το περιβάλλον και την κοινωνία.
Η Generation Z δεν αντιλαμβάνεται την εργασία μόνο ως πηγή εισοδήματος, αλλά ως πεδίο ταυτότητας και δημιουργίας. Ωστόσο, η πραγματικότητα συχνά διαψεύδει τις αξίες αυτές: μόλις το 24% δηλώνει ότι η δημιουργικότητα αναγνωρίζεται στην εργασία του. Και παρότι πολλοί απορρίπτουν θεωρητικά την «μαύρη εργασία», το 65% παραδέχεται ότι θα την αποδεχόταν εάν δεν υπήρχε άλλη επιλογή — ένδειξη ότι η ανασφάλεια μπορεί να καμφθεί μόνο όταν η εργασία γίνει δίκαιη και σταθερή.
Μόνο το 15% εμπιστεύεται τους κρατικούς θεσμούς προστασίας, όμως το 67% δηλώνει ότι θα συμμετείχε σε απεργία αν θεωρούσε δίκαιο το αίτημα. Αυτή η αντίφαση δείχνει ότι η Generation Z δεν απορρίπτει τη συλλογικότητα — απορρίπτει την αδράνεια.
Η χαμηλή εμπιστοσύνη στους θεσμούς συνυπάρχει με μια αυξανόμενη πίστη στη συλλογική δράση. Οι νέοι γνωρίζουν τα δικαιώματά τους (60%), διεκδικούν, αλλά δεν βλέπουν θεσμική ανταπόκριση. Είναι μια γενιά που δεν αρκείται στο να «επιβιώσει», αλλά ζητά αλλαγή δομική: εργασία με όρους αξιοπρέπειας και ουσιαστικής συμμετοχής.
Το μέλλον αβέβαιο, αλλά όχι αδιάφορο
Το 72% των νέων δηλώνει ότι δεν διαβλέπει επαγγελματικές προοπτικές στην Ελλάδα, ενώ σχεδόν οι μισοί (46%) σκέφτονται να εργαστούν στο εξωτερικό. Το 79% πιστεύει ότι οι γονείς τους έζησαν καλύτερες κοινωνικές συνθήκες, και το 65% θεωρεί ανέφικτη τη δημιουργία οικογένειας με τα σημερινά εργασιακά δεδομένα.
Πρόκειται για ένα συναισθηματικό και επαγγελματικό ρήγμα ανάμεσα στους νέους και την ελληνική αγορά εργασίας. Παρότι η Generation Z δείχνει εξοικειωμένη με τις νέες τεχνολογίες και την τεχνητή νοημοσύνη (53% δηλώνουν άνεση στη χρήση της), νιώθει ότι οι αλλαγές αυτές δεν θα τη συμπεριλάβουν. Η ανησυχία δεν είναι φόβος για το μέλλον, αλλά επίγνωση ότι χωρίς θεσμική στήριξη, η επισφάλεια κινδυνεύει να γίνει κανονικότητα.
Από το brain drain στο brain regain — αλλά με ποιο σχέδιο;
Το συνολικό συμπέρασμα της έρευνας είναι σαφές: η Generation Z είναι μορφωμένη, ευαίσθητη, αξιακά ώριμη, αλλά ζει σε συνθήκες χαμηλών προσδοκιών. Το ενδεχόμενο ενός νέου κύματος brain drain δεν είναι μακρινό. Η απάντηση δεν βρίσκεται μόνο στην αύξηση των μισθών, αλλά στη δημιουργία μιας νέας εργασιακής κουλτούρας που να συνδέει τη γνώση με την παραγωγή, την ψυχική υγεία με την απόδοση και τη σταθερότητα με την καινοτομία.
Χωρίς επενδύσεις στην εκπαίδευση, στην επανεκπαίδευση, στην προστασία της εργασίας και στη συλλογική εκπροσώπηση, καμία πολιτική brain regain δεν θα μπορέσει να πετύχει. Η Generation Z δεν ζητά μόνο δουλειά — ζητά ένα μέλλον με νόημα και δικαιοσύνη.