Οι «εθνικοί πρωταθλητές» και η δυσαρέσκεια των πολιτών

Από τις αερογραμμές και τις τηλεπικοινωνίες μέχρι τις τράπεζες και την ενέργεια, τα ιδιωτικά μονοπώλια αντικατέστησαν τα κρατικά δίχως να βελτιώσουν το επίπεδο ζωής των Ελλήνων.

Οι «εθνικοί πρωταθλητές» και η δυσαρέσκεια των πολιτών

Απολύτως εύστοχη η χθεσινή σφοδρή κριτική του Χρήστου Νικολαΐδη στην Aegean. Εκτός από οριακά υποφερτή ποιότητα υπηρεσιών, το κόστος για τα δρομολόγια Αθήνας-Θεσσαλονίκης και Αθήνας-Κρήτης συστηματικά ξεπερνά εκείνο για τα διεθνή. Με άλλα λόγια, πληρώνουμε πολλά για εξυπηρέτηση μεταφορέα χαμηλού κόστους. Τα παράπονα του κοινού είναι δίκαια, διότι δεν αφορούν μόνο τις τιμές κάποιας αεροπορικής εταιρείας, αλλά μια σοβαρή δομική παθογένεια του ελληνικού οικονομικού μοντέλου.

Στον… τάκο η Aegean και όλες οι εταιρίες που κακοποιούν τους πελάτες τους…

Η Aegean στηρίχθηκε απευθείας από το Δημόσιο στην πανδημία, με το -συζητήσιμο- επιχείρημα ότι «πρέπει να υφίσταται εθνικός αερομεταφορέας». Όμως η έννοια του «εθνικού» δεν φαίνεται να έχει το ίδιο νόημα για όλους. Όταν μια εταιρεία απολαμβάνει ειδικά προνόμια χωρίς να επενδύει γενναία μέσα στη χώρα και χωρίς να ακολουθεί συνετή τιμολογιακή πολιτική, δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον· δυστυχώς το εκμεταλλεύεται. Μετά την εξυγίανσή της το ’09, η εξαγορά της Ολυμπιακής το 2013 γέννησε ένα ιδιωτικό μονοπώλιο. Ένα μονοπώλιο που άνθησε επειδή το κράτος άφησε τον ανταγωνισμό να μαραζώσει: οι σιδηρόδρομοι χειροτέρεψαν, ενώ οι συνδέσεις με υδροπλάνα δεν ξεκινούν.

Ωστόσο, πρόκειται για φαινόμενο που παρατηρείται παντού όπου είχαμε ιδιωτικοποιήσεις -από τις τράπεζες και την ενέργεια, μέχρι τις τηλεπικοινωνίες και τους οδικούς άξονες. Πρόκειται για ένα σχήμα που στοιχίζει στα νοικοκυριά και που μειώνει την εθνική ανταγωνιστικότητα.

Οι τράπεζες λειτουργούν σήμερα με δύο ταχύτητες: για επίλεκτους πελάτες σαν… πριβέ κλαμπ, αλλά για τους πολλούς σαν δημόσιες υπηρεσίες δεκαετίας ’80. Η πλειοψηφία των πελατών πληρώνει εξωφρενικές χρεώσεις, αντιμετωπίζει απάνθρωπη γραφειοκρατία και βλέπει καταστήματα και ΑΤΜ να εξαφανίζονται. Το ίδιο και στις τηλεπικοινωνίες: αργό διαδίκτυο και αδύναμη περιφερειακή συνδεσιμότητα, σε απαράδεκτες τιμές αναλογικά με την υπόλοιπη ΕΕ.

Στην ηλεκτρική ενέργεια, πανίσχυροι παίκτες διαμορφώνουν τιμές μέσω ενός Χρηματιστηρίου, την αναγκαιότητα του οποίου ελάχιστοι τολμούν να ερμηνεύσουν. Τη ίδια στιγμή, οι μικροί παραγωγοί ΑΠΕ αδυνατούν να συνδεθούν με το εθνικό δίκτυο και στραγγαλίζονται από ασύμφορους όρους αποθήκευσης σε μπαταρίες. Στα υγρά καύσιμα η κατάσταση δεν είναι καθόλου καλύτερη, παρά την απελευθέρωση της αγοράς εδώ και 30 χρόνια. Κι όσο για τους αυτοκινητόδρομους, αρκεί μόνο να θυμηθούμε τη γέφυρα του Αλιάκμονα και το τούνελ της Κατερίνης.

Κοινό σημείο όλων των παραπάνω κακοδαιμονιών είναι η απουσία ισχυρής εποπτείας, υπό τη διαχρονική και διακομματική ανοχή της Πολιτείας. Από το 1990 γιγαντώθηκε μια τάξη ιδιοκτητών ιδιωτικών μονοπωλίων, μια νέα κρατικοδίαιτη ελίτ. Εξυπηρετούνται νομοθετικά, επιδοτούνται προνομιακά και συγχωρούνται… στοργικά. Από τη μεριά τους οι πολίτες ακριβοπληρώνουν, ταλαιπωρούνται, και αναπόφευκτα εξοργίζονται.

Το ερώτημα λοιπόν είναι απλό: ως πότε το πολιτικό σύστημα θα χαϊδεύει απροκάλυπτα τους «εθνικούς πρωταθλητές», με πρόσχημα την ισχνή αναπτυξιακή τους συμβολή;