Η Ιθάκη, υπό το βάρος της ασυνέπειας του συγγραφέα της

Ανάμεσα στην εξιδανίκευση του παρελθόντος και τη σιωπή για το παρόν, ο Τσίπρας φαίνεται να επιχειρεί μια προσωπική εξιστόρηση των πεπραγμένων του και μια σκιαγράφηση του αύριο, χωρίς σαφές πολιτικό στίγμα.

Η Ιθάκη, υπό το βάρος της ασυνέπειας του συγγραφέα της

Το δημοσιευμένο χτες προοίμιο στο νέο του βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα είναι αποκαλυπτικό· όχι για όσα λέει, αλλά για όσα αποσιωπά. Πίσω από την εύηχη ρητορική περί «κόμπων», «ευθύνης», «υπέρβασης» και «εσωτερικής αποστολής» κρύβεται η πιο χαρακτηριστική αντίφαση της πορείας του: ένας πολιτικός που μιλά για συλλογικότητα, ενώ κυβέρνησε με κεκαλυμμένο αυταρχισμό· που επικαλείται την κοινωνική δικαιοσύνη, ενώ υπέγραψε το τρίτο και βαρύτερο μνημόνιο· που υπερασπίζεται την «πολιτική της αξιοπρέπειας», ενώ εγκατέλειψε κάθε έννοια κομματικής συνέπειας, αφήνοντας τον ΣΥΡΙΖΑ να καταρρεύσει στα χέρια ενός καιροσκόπου όπως ο Στέφανος Κασσελάκης.

Αλ. Τσίπρας: Οι ατάκες στον πρόλογο του βιβλίου – «Ώρα να ακουστεί και η δική μου φωνή»

Η γραφή του θυμίζει περισσότερο απολογητικό υπόμνημα παρά διαδικασία ενδοσκόπησης. Αναφέρεται στον εαυτό του ως ηγέτη που σήκωσε το σταυρό της χώρας, όμως αποσιωπά ότι το 2015 μετέτρεψε το περήφανο «όχι» σε «ναι σε όλα», ότι διέλυσε την κυβερνώσα Αριστερά και ότι άφησε παρακαταθήκη μια πολιτική κουλτούρα αποκλειστικά προσωπικής επιβίωσης. Η «ευθύνη» που συχνά επικαλείται μεταφράστηκε τότε σε υπογραφή συμφωνιών χωρίς επαρκή πολιτική και τεχνική προετοιμασία, και σε μία διακυβέρνηση όπου η αναντιστοιχία λόγων και έργων κατέστη κανονικότητα.

Η Μαρία Καρυστιανού τον χαρακτήρισε επαγγελματία πολιτικό, και μάλλον αυτός είναι ο πιο περιεκτικός χαρακτηρισμός για τον Τσίπρα σήμερα: ένας ευπροσάρμοστος light επαναστάτης που έμαθε να κινείται άνετα εντός του παγκόσμιου και του εθνικού συστήματος ισχύος, αποδεχόμενος τους όρους τους. Από τη ρήξη με τους… ισχυρούς της ΕΕ κατέληξε σε μια καταπιεστική προσαρμογή, και από το ριζοσπαστισμό στην αναζήτηση πολιτικής νομιμοποίησης από τους θεσμούς που αρχικά καταδίκαζε.

«Κανένας αγώνας δεν είναι μάταιος, όπως ο κυνισμός των συντηρητικών μάς προτρέπει να πιστέψουμε». Είναι λυπηρό ότι ο άνθρωπος που κάποτε ενέπνευσε μια γενιά ανήσυχων Ελλήνων απομακρύνθηκε από κάθε αναφορά στην κομματική διαδρομή του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το πολιτικό τέκνο του, έχει πια τελειώσει κι ο ίδιος, προσπαθώντας να ξαναγίνει επίκαιρος, μοιάζει να αναζητά εξιλέωση χωρίς αυτοκριτική. Για να πείσει ξανά ως εναλλακτικός πρωθυπουργός, θα χρειαζόταν όχι ένα απλό αφήγημα, αλλά τη δύναμη να παραδεχτεί την καλοκαιρινή αποτυχία του 2015, και το πώς εκείνη καθόρισε όσα ακολούθησαν.

Μπορεί λοιπόν να μιμήθηκε το παράδειγμα του Τσώρτσιλ και να έγραψε ένα χειραγωγικό βιβλίο για το πολυσυζητημένο χθες, όμως δεν διαθέτει το πολύτιμο φρέσκο αφήγημα. Αντίθετα, τους τελευταίους μήνες ο Τσίπρας επιχειρεί να ξανασυστηθεί στην κοινή γνώμη ως ώριμος και σοφός ηγέτης, ενώ συστηματικά αποφεύγει κάθε σαφή τοποθέτηση πάνω σε κρίσιμα ζητήματα: στην παγκοσμιοποίηση, στους πολέμους της Ουκρανίας και της Γάζας, στη στάση της Ελλάδας απέναντι στη Δύση, στο μέλλον της Αριστεράς γενικά. Κατά συνέπεια, μιλά για «όραμα» χωρίς πολιτικό σχέδιο και αναζητά την «Ιθάκη» χωρίς πυξίδα.

Αν και υποτίθεται ότι το βιβλίο «Δεν γράφτηκε για να εξωραΐσει αποφάσεις, να ωραιοποιήσει γεγονότα ή να κατασκευάσει ένα αφήγημα βολικό για τον συγγραφέα του», το προοίμιο απογοήτευσε. Εφόσον το υπόλοιπο πόνημα ακολουθεί το ίδιο πνεύμα, η εγχώρια πολιτική σκηνή θα παραμείνει στερημένη από εναλλακτικές επιλογές ασφαλούς διακυβέρνησης. Στερημένη επ’ αόριστον.