Τα ελεύθερα πανό, ως συστημική ανταμοιβή
Η γνώριμη ανοχή σε τακτικές του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και οι ανασφάλειες της σύγχρονης ελληνικής δημοκρατίας
Το ΚΚΕ κρέμασε πανό στην Ακρόπολη!Ε και τι έγινε; Πρώτη φορά είναι;
Είναι οικεία σε σημείο γραφικότητας η συνήθεια του Κομμουνιστικού Κόμματος να αναρτά από τον Ιερό Βράχο ό,τι πιστεύει πως πρέπει να μάθει η Αθήνα. Άλλοτε είναι κάποια ιδιωτικοποίηση, άλλοτε το κλείσιμο μιας επιχείρησης με πολύ προσωπικό, άλλοτε ένα ζήτημα καταστολής, άλλοτε (πολύ συχνά) οι σχέσεις μας με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Την τελευταία φορά αφορούσε τον πόλεμο στη Γάζα, καθώς η Μέση Ανατολή αποτελεί επίσης αντικείμενο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για το ιστορικό κόμμα.
Γιατί όμως τόση μανία με την Ακρόπολη; Κατ’ αρχήν, παρά τις πολυκατοικίες παραμένει περίοπτη, άρα το εκάστοτε μήνυμα φτάνει σε αρκετές γειτονιές της πρωτεύουσας. Κατόπιν, αποτελεί τόπο τουριστικού ενδιαφέροντος, με καθημερινούς επισκέπτες από όλο τον πλανήτη· κάποιοι βλέπουν τα πανό και αναρωτιούνται αν η Ελλάδα βρίσκεται πλήρως στο δυτικό στρατόπεδο. Και τέλος, ίσως το συγκεκριμένο σημείο να ξύνει μια πληγή από τα Δεκεμβριανά: το 1944, οι Βρετανοί είχαν στήσει ένα πολύτιμο παρατηρητήριο μέσα στις αρχαιότητες, διευθύνοντας καλύτερα τις επιχειρήσεις τους κατά των ΕΛΑΣιτών. Κι όπως γνωρίζουμε, το ΚΚΕ παίρνει πολύ σοβαρά τα σύμβολα. Το μαρτυρεί άλλωστε η ύπαιθρος, κατάσπαρτη πια από σοβιετικής αισθητικής -αυθαίρετα- μνημεία.
Παρά τον μάλλον γραφικό χαρακτήρα της εν λόγω… τελετουργίας, αυτή ποτέ δεν αποτρέπεται, όποιος κι αν κυβερνά. Το γεγονός αυτό εξαγριώνει ένα κοινό με πολύ ισχυρά αντικομμουνιστικά αντανακλαστικά, δεξιό μα και φιλελεύθερο. Δυστυχώς, μόνο αυτό το μάλλον ολιγάριθμο κοινό ασχολείται με το θέμα. Βλέποντας το δημόσιο χώρο να εξευτελίζεται ποικιλοτρόπως σε μόνιμη βάση, η μεγάλη μάζα πλέον παρακολουθεί απαθής, λες και πρόκειται για καιρικό φαινόμενο· ένα πανό πάνω, ένα πανό κάτω, δεν έχει μεγάλη σημασία. Μιθριδατισμός.
Η ίδια μεγάλη μάζα στέκεται με συμπάθεια απέναντι στους κάθε λογής παραβατικούς, οποιουδήποτε μεγέθους και πεδίου ενασχόλησης. Εφόσον τραγουδά χαρούμενη τα κατορθώματα ληστών και δολοφόνων εδώ και πάνω από 150 χρόνια, δύσκολα θα καταδικάσει οποιαδήποτε σχετική συμπεριφορά, είτε αφορά πολιτικές “παρεμβάσεις”, είτε στίχους τραπ, είτε βρισιές στο γήπεδο. Γενικά, για υπερβολικά πολλούς Έλληνες, όποιος παραβιάζει τους νόμους έχει τα δίκια του. Κι αν τυχόν σκοτωθεί σε συμπλοκή με άλλους του ιδίου φυράματος, αμέσως γίνεται ήρωας.
Συνεπώς, καμία κυβέρνηση δεν έχει σοβαρό κίνητρο να ασχοληθεί δυναμικά με το θέμα, επειδή ελάχιστα επηρεάζει τα εκλογικά ποσοστά της. Ωστόσο, τα φιλοδυτικα κόμματα δεν θα έπρεπε να αντιδρούν, ώστε να μην αμαυρώνεται η διεθνής εικόνα της χώρας; Δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι οι τουρίστες θα ενοχληθούν εάν τύχουν σε τέτοιο περιστατικό· μάλλον βρίσκουν ενοχλητικότερο το ακατάστατο εργοτάξιο των τελευταίων 40 χρόνων. Οι ξένοι παράγοντες όμως; Όσο γι αυτούς, οι κουτοπόνηροι πολιτικοί μας επιθυμούν να τους καλλιεργούν ολίγη ανασφάλεια για τον προσανατολισμό μας. Πιστεύουν ότι κάτι κερδίζουν όταν δίνεται η εντύπωση πως η Ελλάδα… παίζεται.
Ωστόσο, εκτός από τα παραπάνω, υπάρχει και η πιθανότητα βαθύτερων αιτιών για την ανοχή απέναντι σε υπερβολές του Περισσού, ειδικά εκ μέρους της Νέας Δημοκρατίας. Το 1974, ενώπιον του λαού τέθηκε έμμεσα η γνωστή επιλογή “Ή Καραμανλής, ή τανκς”. Την ίδια στιγμή, ενώπιον του Καραμανλή τέθηκε το αντίστροφο: “Ή ΚΚΕ, ή τανκς”. Ο Καραμανλής λογικά πίστευε ότι -στα πλαίσια των δικών του επιδιώξεων- το ΚΚΕ θα ήταν πολύ πιο πρόθυμο να κινητοποιήσει το λαό προς υπεράσπιση της Δημοκρατίας, σε σχέση με τα υπόλοιπα κόμματα. Με άλλα λόγια, μετά την ηλίθια φαγωμάρα μεταξύ Ένωσης Κέντρου και ΕΡΕ, ο επικεφαλής της ΝΔ ήταν πεπεισμένος ότι οι νοικοκυραίοι θα κάθονταν στα αυγά τους σε περίπτωση πολιτειακής εκτροπής. Οι κομμουνιστές όχι. Και κάτι που ενδεχομένως ξεκίνησε ως προσωρινό, κατέληξε μόνιμο, πιθανώς επειδή οι ηγεσίες εξακολουθούν να δυσπιστούν απέναντι στα δημοκρατικά αντανακλαστικά του λαού.
Πάντως τολμώ να πω ότι προαναφερόμενο σκεπτικό εν μέρει δικαιώθηκε στο Σύνταγμα το 2011, όταν τα “ΚΝΑΤ” επανειλημμένα προστάτευσαν το κοινοβούλιο από ορδές μαύρων και κόκκινων τραμπούκων, υποκαθιστώντας την αστυνομία. Το ΚΚΕ τότε έδρασε με υπευθυνότητα, στηρίζοντας το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα, έστω ιδιόρρυθμα. Δεν πολυπειράζει λοιπόν αν έχει αμφιλεγόμενο καταστατικό, αν γράφει με πινέλο συνθήματα στις γέφυρες, αν κλείνει δρόμους, αν βαράει κάνα χωροφύλακα, αν συμπεριφέρεται σαν μεσσιανική θρησκεία, ή αν κρεμά πανό όπου του καπνίζει. Στον τόπο όπου βασιλεύει το… φλου, οφείλει να συντηρεί το προφίλ του, να κρατά σταθερά τα ποσοστά του και να προσελκύει νέους, ως φάρος σοβαρότητας μέσα στη -γενικά ασόβαρη- σύγχρονη ελληνική Αριστερά. Ας ευχηθούμε ότι θα λειτουργεί πάντα έτσι. Από όσο φαίνεται, αλλιώς δεν γίνεται.