«Παυσίπονο» ο τουρισμός για έναν τόπο που μάθαμε να αγαπάμε με λάθος τρόπο
Ο δήμος Θερμαϊκού μοιάζει συχνά με έναν οργανισμό που προχωρά σκυφτός, κουβαλώντας τις παραδόσεις του, τις πληγές του και τις υποσχέσεις που ακούστηκαν πιο συχνά απ’ όσο υλοποιήθηκαν. Κάθε καλοκαίρι ζωντανεύει με μια ένταση που θυμίζει σύντομη αναλαμπή υγείας. Έναν παλμό που δίνουν οι επισκέπτες, οι εποχικοί έμποροι, οι γεμάτες παραλίες. Μα, όταν τα τραπεζοκαθίσματα μαζευτούν και τα airbnb ξεκρεμάσουν τις αγγελίες τους, ο τόπος επιστρέφει στο γνώριμο βάθος της ακινησίας του. Γι’ αυτό και ο τουρισμός μοιάζει συχνά με παυσίπονο. Προσφέρει ανακούφιση, όχι θεραπεία.
Ο Θερμαϊκός έχει μάθει να ελπίζει σε μια εξωτερική ένεση ζωτικότητας. Η περιοχή διαφημίστηκε επί δεκαετίες ως «παραθαλάσσια ανάσα κοντά στη Θεσσαλονίκη», ένα σύνολο προορισμών που επιβιώνουν χάρη στη γειτνίαση με τη μητρόπολη. Αυτή η εξάρτηση διαμόρφωσε μια κουλτούρα βραχυπρόθεσμων λύσεων. Μερικές ακόμη ξαπλώστρες, ένα ακόμη beach bar, μια ακόμη άδεια οικοδομής κοντά στη θάλασσα, άλλο ένα καλοκαίρι με αισιοδοξία που εξαϋλώνεται τον Σεπτέμβριο.
Αγαπήσαμε τον δήμο με τρόπο επιλεκτικό. Υμνήσαμε τις παραλίες του, αλλά κλείσαμε το βλέμμα μπροστά στις πλημμύρες που επανέρχονται σαν υπενθύμιση ότι το νερό δεν ξεχνά. Ενθαρρύναμε την τουριστική «ανάπτυξη», ενώ ταυτόχρονα επιτρέψαμε στη διάβρωση να τρώει κυριολεκτικά την ακτογραμμή. Μιλήσαμε για «ευκαιρίες», μα δεν επενδύσαμε ουσιαστικά σε δημόσιο χώρο, πράσινο, πολιτισμένες υποδομές μετακίνησης. Ο τόπος απέκτησε μια ταυτότητα που δεν διάλεξε, αλλά που του φόρεσαν.
Και, όσο κι αν βαραίνει η ευθύνη των διοικήσεων, των υπηρεσιών και των σχεδιασμών που ποτέ δεν ολοκληρώθηκαν, υπάρχει και κάτι που οφείλουμε να παραδεχτούμε: πολλές φορές, ο ίδιος ο κάτοικος υπονομεύει το μέλλον του τόπου που τον φιλοξενεί.
Η εγκατάλειψη ξεκινά από μικρές, σχεδόν αθόρυβες πράξεις. Σακούλες που αφήνονται δίπλα σε κάδους, όχι μέσα. Ακτές που αντιμετωπίζονται σαν απέραντος κάδος στιγμιαίας κατανάλωσης. Πεζοδρόμια κατειλημμένα από οχήματα που παγιδεύουν άτομα με κινητικές δυσκολίες, γονείς με καροτσάκια, ηλικιωμένους που απλώς θέλουν να μετακινηθούν με ασφάλεια. Μια νοοτροπία που θεωρεί τη δημόσια σφαίρα «κάποιου άλλου», ποτέ δική μας.
Κι όμως, μέσα σε αυτό το τοπίο, υπάρχουν μικρές εξαιρέσεις. Επιχειρήσεις που επιμένουν να προσφέρουν ποιότητα, που σέβονται τον κάτοικο και δεν αλλάζουν πρόσωπο ανάλογα με την εποχή. Άνθρωποι που καθαρίζουν μπροστά από το μαγαζί τους χωρίς να περιμένουν το συνεργείο του δήμου. Ομάδες που διοργανώνουν δράσεις, ενισχύουν τον πολιτισμό, προσπαθούν να ενώσουν εκεί όπου άλλοι διαχωρίζουν. Αυτές οι μικρές νησίδες πολιτισμού και ευθύνης δεν είναι απλώς θετικό παράδειγμα. Είναι, συχνά, οι μοναδικές σταθερές που θυμίζουν τι θα μπορούσε να είναι ο Θερμαϊκός.
Εν ολίγοις, αυτός ο τόπος δεν χρειάζεται περισσότερο τουρισμό. Χρειάζεται μια μετατόπιση οπτικής. Αντί να επενδύουμε σε ακόμη μία θερινή βιτρίνα, να φροντίσουμε τον καθημερινό κάτοικο. Να του δώσουμε λόγο να μείνει, να δημιουργήσει, να ανήκει.
Αυτό σημαίνει να φτιαχτούν υποδομές που λειτουργούν τον χειμώνα. Να ενισχυθούν οι τοπικές μικρές επιχειρήσεις ώστε να μην εξαρτώνται από τη σεζόν. Να προστατευτεί η παραλιακή ζώνη με έργα που σέβονται τη φυσική της ισορροπία και όχι με παρεμβάσεις πανικού. Να υποστηριχθούν πολιτιστικές δράσεις που δεν στοχεύουν απλώς σε επισκέπτες, αλλά σε κοινότητες. Να αποκατασταθεί η σχέση μας με το θαλάσσιο μέτωπο όχι ως προσοδοφόρο τετραγωνικό, αλλά ως κοινό αγαθό.
Ένας τόπος που αγαπήθηκε λάθος δεν είναι καταδικασμένος. Μπορεί να ξαναδιεκδικήσει τον εαυτό του. Αρκεί να παραδεχτούμε ότι το μοντέλο που υιοθετήσαμε κουράστηκε και κούρασε. Το παυσίπονο δεν θεραπεύει πια και αν θέλουμε πραγματικά να μιλάμε για ανάπτυξη, πρέπει πρώτα να μιλήσουμε για φροντίδα.
Ο Θερμαϊκός δεν χρειάζεται σωτήρες. Χρειάζεται σχέδιο, συνέπεια και μια νέα νοοτροπία. Η αγάπη για έναν τόπο δεν αποδεικνύεται με φωτογραφίες στο ηλιοβασίλεμα, αλλά με δουλειά που συνεχίζεται και όταν τα φώτα της σεζόν έχουν σβήσει.