Η θέα από τα παράθυρα του The Opinion
Από τα στενά της Εγνατίας ως τα προάστια, η ωμή αποτύπωση μιας πόλης που εξελίσσεται υπερβολικά αργά, βυθισμένη στη νοσταλγία.
“Καταλαβαίνω την αγωνία σου, όμως νομίζω ότι καμιά φορά υπερβάλλεις. Νομίζω ότι τα πράγματα αλλάζουν προς το καλύτερο, απλώς αλλάζουν κάπως αργά “.
Είχα καιρό να μιλήσω με τη συγκεκριμένη φίλη. Θέμα μας η τωρινή Θεσσαλονίκη, και ομολογώ ότι προβληματίστηκα ακούγοντας την. Αναρωτήθηκα αν η σκέψη και ο λόγος μου καταλήγουν να βλάπτουν την πόλη μου αντί να την ωφελούν. Το σαλονικιώτικο ηθικό δεν είναι δα και στα καλύτερα του, άρα όσοι δημοσιολογούμε καλό είναι να μην είμαστε ισοπεδωτικοί. Να μην εκπέμπουμε περιττή μιζέρια. Έτσι τουλάχιστον ακούμε.
Όσοι εργαζόμαστε στο The Opinion, ώρες ώρες αναρωτιόμαστε αν είμαστε τυχεροί ή άτυχοι που βρισκόμαστε μέσα στην καρδιά της πόλης. Είναι τύχη και ταυτόχρονα ατυχία επειδή βιώνουμε καθημερινά την αφιλτράριστη πραγματικότητα. Αν θέλετε να γνωρίσετε την ψυχή της Σαλονίκης, φοβάμαι πως δεν θα τη βρείτε εκεί που σκάει το κύμα. Καλύτερα να περπατήσετε στην Εγνατία και στα από πάνω της στενά, όπου η ατμόσφαιρα είναι σαφώς πιο αυθεντική. Στους δρόμους των εύπορων μεσοαστών αμέσως μετά την απελευθέρωση. Στους δρόμους όπου λειτουργούσε η κύρια αγορά των δυτικών συνοικιών μα και της Βόρειας Ελλάδας. Στους δρόμους όπου ανεγέρθηκαν οι πρώτες καπναποθήκες. Στους δρόμους που φιλοξενούσαν την παραγωγή των έτοιμων ενδυμάτων. Σε τούτες τις σκοτεινές γειτονιές που άλλοτε έσφυζαν από ζωή, θα κατανοήσετε τα αίτια της θλίψης -αλλά και οργής- τόσο πολλών κατοίκων της.
Ας γυρίσουμε στο παρόν. Στη θέα από τα παράθυρά μας. Βλέπουμε ναρκωτικά και λαθραία τσιγάρα να πουλιούνται άνετα γύρω από το γραφείο μας. Βλέπουμε βρώμικο δημόσιο χώρο. Βλέπουμε το ένα πέμπτο των μαγαζιών στην Εγνατία κλειστό. Βλέπουμε νοικοκυριά αστέγων στα πεζοδρόμια. Βλέπουμε τον αξιοθρήνητο ασφαλτοτάπητα και τη σβησμένη διαγράμμιση της λεωφόρου. Βλέπουμε τα παλιά αυτοκίνητα και αστικά λεωφορεία να σέρνονται καπνίζοντας τον τόπο. Βλέπουμε έρημα κτίρια γραφείων και βιοτεχνιών.
(Με τη φαντασία μας) βλέπουμε στην Πλατεία Δικαστηρίων το παλίμψηστο που ποτέ δεν υπήρξε, αποτελούμενο από την Παναγία Χαλκέων, το Μπέη Χαμάμ, και ανάμεσά τους την ελληνιστική κιονοστοιχία των Μαγεμένων. Βλέπουμε ένα δάσος κεραιών πάνω στις λερωμένες… συρταριέρες. Βλέπουμε το νέο -μα παράταιρο- γυναικείο άγαλμα του Τζομπανάκη. Βλέπουμε την Άνω Πόλη γυμνή από δέντρα, αντί να είναι διάστικτη από κυπαρίσσια· ξέρετε, τα κυπαρίσσια και τα πλατάνια είναι τα πραγματικά δέντρα της Θεσσαλονίκης, όχι οι λεύκες, ούτε φυσικά οι ελιές. Βλέπουμε και τους τουρίστες, απορημένους για τη θλιβερή όψη της Αριστοτέλους, όπως κατεβαίνει από τη Κασσάνδρου ως τη θάλασσα. Τη θλιβερή όψη αυτού του σπάνιου μνημειακού άξονα.
Η άλλοτε ακμαία αγορά της πόλης ξεκινούσε από τη Διοικητηρίου και τη Δωδεκανήσου και έφτανε μέχρι την Εθνικής Αμύνης. Τώρα πια έχει περιοριστεί σε μια ζώνη μεταξύ της Προξένου Κορομηλά και της Τσιμισκή, όπου έχουν συγκεντρωθεί οι αλυσίδες και οι εναπομείνασες -εύρωστες- οικογενειακές επιχειρήσεις λιανικής. Στο ας πούμε σαλονικιώτικο Κολωνάκι. Η περιποιημένη εικόνα του είναι φυσικά παραπλανητική, καθώς έξω από εκεί βασιλεύουν η στασιμότητα και η παρακμή, με τη χειρότερη κατάσταση να εντοπίζεται πάνω από την Αγίου Δημητρίου. Νόστιμες μικρές επιχειρήσεις εστίασης ανοίγουν στις παλιές εμπορικές πιάτσες, με εξαιρετικά αβέβαιο μέλλον. Α, και κομμωτήρια, και τατουατζίδικα, και θριφτάδικα, και αξεσουάρ για κινητά.
Το όλο φαινόμενο προφανώς δεν εξαντλείται στο ιστορικό κέντρο. Στασιμότητα και παρακμή στο Φοίνικα και στον Άη Γιάννη, στην Αγία Τριάδα και στην Ανάληψη, στο Ντεπό, στην Κάτω Τούμπα, στη Χαριλάου, στην Ευαγγελίστρια, στο Καφαντάρη, στη Νεάπολη, στη Σταυρούπολη, στα Διαβατά, στο Κορδελιό, στη Μενεμένη, στην Επτάλοφο και στην Ξηροκρήνη. Στασιμότητα και παρακμή στα πιο πυκνοκατοικημένα τμήματα του αστικού ιστού.
Όσοι έχουν την τύχη να ζουν στα προάστια και να εργάζονται στις βιομηχανικές περιοχές, στο Κόσμος ή έστω στις παρυφές της, δικαίως αγνοούν πόσο έχει υποβαθμιστεί η Θεσσαλονίκη. Συνεπώς, δε συνειδητοποιούν ότι την τελευταία τριακονταετία, διαδοχικοί υπουργοί, βουλευτές, νομάρχες, περιφερειάρχες, αντιπεριφερειάρχες, δήμαρχοι (αυτή τη στιγμή χαρακτηριστικότεροι εκείνοι σε Καλαμαριά και Πυλαία-Χορτιάτη) και επικεφαλής παραγωγικών φορέων αδράνησαν· ότι οι προεστοί μας δε φρόντισαν να εκπονήσουν ένα νέο στρατηγικό σχέδιο για τη Θεσσαλονίκη και τη Κεντρική Μακεδονία. Ένα σχέδιο με βιώσιμους στόχους και χρονικά ορόσημα. Ένα σχέδιο έξω από ξεπερασμένα κλισέ.
Οι ιθύνοντες μας καμαρώνουν για περιστασιακές ξένες και ντόπιες επενδύσεις στην πληροφορική, στα logistics και στο real estate, δίχως να μεριμνούν σοβαρά για την περαιτέρω προσέλκυση τέτοιου είδους επενδύσεων. Δεν είναι να απορεί κανείς. Ουσιαστικά μιλάμε για τους ίδιους ανθρώπους που πριν 35 χρόνια καμάρωναν και για την επέλαση των μεγάλων ομίλων στην ένδυση, στις ηλεκτρικές συσκευές, στα έπιπλα, και φυσικά στα είδη βασικής ανάγκης.
Γίνονται πράγματα, απλώς γίνονται αργά μου επεσήμανε η φίλη. Πράγματι. Το μετρό κατάφερε να τελειώσει, και έχει αγκαλιαστεί από τους πολίτες. Αν και συντηρητικό, το flyover θα διευκολύνει την υπάρχουσα κυκλοφορία. Το Παύλου Μελά γίνεται επί τέλους πάρκο. Αν και έχει υπαγορευτεί από τη λατρεία ενός τοτέμ, το ντεκ θα καταστήσει πιο λειτουργική την Παλιά Παραλία. Το Θεαγένειο θα μεταφερθεί στο Καρατάσιου, ενώ προχωρά γοργά το Παίδων. Φαίνεται φως στο τούνελ του Προβλήτα 6. Η ανάπλαση της Πλατείας Ελευθερίας θα ολοκληρωθεί, και μέσα στη δεκαετία ίσως δούμε ανανέωση στο Βαρδάρη και στο Διοικητήριο. Μπορεί να αφορούν λίγους, μα καινοτόμες επιχειρηματικές δραστηριότητες ξεκινούν. Παλιά κτίρια ανακαινίζονται, μετατρεπόμενα σε ξενοδοχεία. Γίνονται πράγματα. Αρκούν;
Καταλήξαμε να πανηγυρίζουμε για τα αυτονόητα: για την ορθή οδική αστυνόμευση, για βιαστικές ασφαλτοστρώσεις και για το φανάρι στην Ψελλού. Εν τω μεταξύ, το πουλάκι της ανάπτυξης πετά και φεύγει στις… φτωχές γειτονικές μας χώρες. Σόφια, Βουκουρέστι, Βελιγράδι, ακόμη και τα Τίρανα έχουν μεταμορφωθεί· για τις τουρκικές πόλεις ας μη το συζητάμε. Στα καθ’ημάς, η άξια λόγου εμπορική και βιοτεχνική τάξη έχει σχεδόν σβήσει, τα ακίνητα-φιλέτα αλλάζουν χέρια, καλό ανθρώπινο κεφάλαιο επιμένει να μεταναστεύει, ενώ μερικοί… γραφικοί λέμε και ξαναλέμε και ματαξαναλέμε τα ίδια και τα ίδια, χωρίς τίποτα δραστικό να συμβαίνει: η επίδραση των ως τώρα επενδύσεων αποδεικνύεται ισχνή στην τοπική οικονομική και κοινωνική ζωή, η βιομηχανία δεν μεγεθύνεται αισθητά, ο πολιτισμός και η τουριστική προβολή βρίσκονται στα χέρια προσώπων επιεικώς ανεπαρκών, τα μνημεία δε συνδέονται με τον περίγυρό τους, τα στρατόπεδα στέκουν αναξιοποίητα, επικεφαλής φορέων πολύ συχνά είναι άτομα ανίκανα ή/και φαιδρά, η αυτάρεσκη τοπική ελίτ ταυτίζει τα στενά της συμφέροντα με το συλλογικό καλό, πνίγοντας κάθε παραφωνία. Πνίγοντας κάθε άποψη ικανή να ταράξει τη μακαριότητά της. Δυστυχώς αρνούνται να δουν πως η Θεσσαλονίκη έχει καταντήσει άνευρη και απρόσωπη.
Όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν αποτελούν γκρίνια, ούτε μιζέρια. Αποτελούν ωμό ρεαλισμό. Μιζέρια είναι να χώνουμε κάθε τι δυσάρεστο κάτω από το χαλί, να μην αντιμετωπίζουμε την αλήθεια κατάματα. Το παρελθόν είναι παρελθόν. Ας δούμε επιτέλους πώς θα καθορίσουμε το κοινό μας μέλλον.
Θα συνεχίσω να μιλάω και να γράφω για όλα τα στραβά, μήπως και κουνηθεί κάτι. Να με συμπαθάτε όσοι μου κάνετε την τιμή να με διαβάζετε, αλλά δεν το κάνω για σας. Ακόμη κι αν ώρες ώρες αισθάνομαι κορόιδο, το κάνω για μένα. Το κάνω ώστε να μπορώ να λέω στα παιδιά μου ότι τουλάχιστον προσπάθησα. Ακούω ότι πάνω από την Εγνατία κυκλοφορία μια ως τώρα διακριτική φουρνιά τριαντάρηδων, με όρεξη να ταράξει τα νερά. Μακάρι. Τους χρειαζόμαστε.