Η Οδύσσεια της Αυταπάτης και η Ιθάκη της Μνήμης: Ο Αλέξης Τσίπρας και η ανακατασκευή του παρελθόντος

Το νέο βιβλίο του πρώην πρωθυπουργού ως πολιτική αυτοαφήγηση, η σύγκρουσή του με τα γεγονότα μιας δεκαετίας και τα μηνύματα για το επόμενο βήμα του στον δημόσιο βίο

Η Οδύσσεια της Αυταπάτης και η Ιθάκη της Μνήμης: Ο Αλέξης Τσίπρας και η ανακατασκευή του παρελθόντος

Το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα με τον τίτλο «Ιθάκη» επιχειρεί να λειτουργήσει ως μια διαδρομή επιστροφής σε μια πολιτική αυτοεικόνα που ο ίδιος θεωρεί αδικημένη από τον δημόσιο λόγο, τα γεγονότα και την ιστορική μνήμη των τελευταίων δέκα ετών.

Αποπειράται να παρουσιάσει όσα συνέβησαν από το 2015 μέχρι σήμερα ως μια πορεία συνεχών συγκρούσεων, επιλογών και διλημμάτων, μια πορεία στην οποία ο ίδιος εμφανίζεται ως ο μοναδικός φορέας συνείδησης και προσπάθειας μέσα σε έναν λαβύρινθο αντιπάλων, υποχρεώσεων και εξωτερικών πιέσεων.

Το βιβλίο, όμως, επιχειρεί και κάτι ακόμη πιο φιλόδοξο. Προσπαθεί να αναδομήσει την μνήμη του πρόσφατου πολιτικού παρελθόντος, να ανατρέψει εδραιωμένες ερμηνείες και να δημιουργήσει το υπόβαθρο για μια μελλοντική πολιτική επανεμφάνιση που πολλοί θεωρούν πλέον βέβαιη. Η «Ιθάκη» δεν λειτουργεί λιγότερο ως απολογισμός, αλλά ως προοίμιο.

Ο Τσίπρας αφηγείται τα γεγονότα της πρώτης του διακυβέρνησης με τρόπο που επιχειρεί να μετατοπίσει το βάρος της ευθύνης σε ένα αδιαφανές και απρόσωπο «ευρωπαϊκό σύστημα», καθώς και σε ένα σύνολο εσωτερικών αντιφάσεων που, κατά την άποψή του, συνέθλιψαν τον αρχικό του ενθουσιασμό και τις προθέσεις για ρήξεις. Στη δική του εκδοχή, η Ελλάδα του 2015 ήταν μια χώρα ήδη καταδικασμένη στη στασιμότητα και την επιτήρηση, με έναν πρωθυπουργό που αναγκάστηκε να πάρει τις πιο επώδυνες αποφάσεις χωρίς να έχει άλλη επιλογή.

Ελάχιστη μνεία γίνεται στο γεγονός ότι οι επιλογές εκείνης της περιόδου είχαν τεράστιο κόστος στην οικονομία, στην εμπιστοσύνη των θεσμών και στη σταθερότητα της χώρας. Η φυγή καταθέσεων, το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων, η πρώτη φάση του δημοψηφίσματος και η μεταστροφή που ακολούθησε παρουσιάζονται ως μια μοιραία αλληλουχία γεγονότων που προκάλεσαν άλλοι. Το δημοψήφισμα εμφανίζεται ως μια κορύφωση του συλλογικού αισθήματος, αλλά σπάνια αναγνωρίζεται πως ο τρόπος διεξαγωγής του και η αξιοποίησή του ενίσχυσαν την ανασφάλεια των ημερών εκείνων.

Στο αφήγημα του Τσίπρα κυρίαρχη θέση κατέχει και η απόφαση για την υπογραφή της συμφωνίας του 2015. Προσπαθεί να την παρουσιάσει ως την ύψιστη έκφραση πολιτικού ρεαλισμού και επιμονής. Δεν παραλείπει όμως να υποστηρίξει ότι αυτή η απόφαση έθεσε το θεμέλιο για την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια. Aπό την εκδοχή του λείπει η παραδοχή ότι το τίμημα αυτής της στρατηγικής ήταν η υπαγωγή της δημόσιας περιουσίας στο Υπερταμείο για 99 χρόνια, κάτι που ο ίδιος παρουσιάζει στο βιβλίο του ως μια αναπόφευκτη μνημονιακή υποχρέωση.

Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ διαφορετική. Η υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας δεν ήταν μια τεχνική λεπτομέρεια, αλλά ο πυρήνας της μεταμνημονιακής εποπτείας και ένα από τα σκληρότερα μέτρα που οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση έχει υιοθετήσει. Ακόμη και σήμερα θεωρείται μια από τις βαθύτερες και πιο μακρόχρονες δεσμεύσεις της χώρας, ανεξαρτήτως της πολιτικής οπτικής από την οποία την προσεγγίζει κανείς. Αυτός ο αναθεωρητισμός δεν σταματά στην οικονομία. Στο βιβλίο του ο Τσίπρας επανέρχεται και στο Μάτι, την πιο σκοτεινή στιγμή της κυβερνητικής του θητείας.

Αναφέρει ότι εκείνες οι ώρες αποτέλεσαν το πιο τραυματικό βίωμα της πρωθυπουργίας του και προσπαθεί να διαχωρίσει τη θέση του από το επιτελικό χάος που αποτυπώθηκε τότε. Ωστόσο οι αναφορές του είναι λίγες και συχνά αποστασιοποιημένες από την εμπειρία των ανθρώπων που βρέθηκαν εκεί. Επιζήσασα της τραγωδίας δήλωσε πρόσφατα ότι το Μάτι δεν μπορεί να παρουσιαστεί ως μυθιστόρημα, ούτε να μετατραπεί σε ένα κεφάλαιο πολιτικής αυτοπροστασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τσίπρας επιλέγει να τονίσει ότι δεν είχε άμεση γνώση για τους νεκρούς, κάτι που αποσιωπά την πραγματική διάσταση της διαχείρισης εκείνων των ωρών.

Η επιλογή του να αναφερθεί στη σύγκριση με άλλες τραγωδίες, όπως των Τεμπών, δείχνει περισσότερο μια διάθεση συμψηφισμού παρά βαθιάς αυτοκριτικής. Αυτή η στάση ενισχύει την αίσθηση ότι το βιβλίο δεν γράφτηκε για να αποδώσει δικαιοσύνη στη μνήμη των γεγονότων αλλά για να διαχειριστεί τις εντυπώσεις και το πολιτικό κόστος.

Το τραύμα του Μάτι επέστρεψε με τρόπο εκκωφαντικό στην δημόσια σφαίρα μέσα από την οργή των επιζώντων και των οικογενειών των θυμάτων οι οποίοι περιγράφουν τη διαχείριση της τραγωδίας ως μια στιγμή κρατικής ανεπάρκειας χωρίς προηγούμενο. Το γεγονός ότι ο Τσίπρας περιορίζει τις αναφορές του σε αυτό το κεφάλαιο, προσπαθώντας να το τοποθετήσει σε ένα πλαίσιο προσωπικής οδύνης, αφαιρεί από το γεγονός την ιστορικότητά του και ενισχύει την υποψία ότι η «Ιθάκη» προσπαθεί να διορθώσει επιλεκτικά την εικόνα του παρελθόντος.

Παράλληλα το βιβλίο έχει έντονες εσωκομματικές αιχμές, τις οποίες ο Τσίπρας παρουσιάζει ως διαπιστώσεις ενός αποστασιοποιημένου πρώην ηγέτη. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η εσωκομματική διαδρομή από την ήττα του 2019 μέχρι την κατάρρευση του 2023 αποτελεί έναν από τους πιο ταραχώδεις κύκλους της νεότερης πολιτικής ιστορίας. Ο πρώην πρωθυπουργός αποφεύγει να αναγνωρίσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βυθίστηκε σε μια παρατεταμένη κρίση ταυτότητας, στην οποία οι αντιφάσεις ανάμεσα στο κυβερνητικό και στο ριζοσπαστικό DNA του κόμματος μεγάλωσαν τόσο ώστε να καταστήσουν αναπόφευκτη την εσωτερική έκρηξη. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο Νίκος Παππάς, ο Παύλος Πολάκης, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος σκιαγραφούνται με κριτική, με τη μικρότερη δυνατή αυτοκριτική.

Στο επίκεντρο αυτού του κομματικού σεισμού βρίσκονται η Έφη Αχτσιόγλου και ο Στέφανος Κασσελάκης. Η «Ιθάκη» περιγράφει την εκλογή Κασσελάκη ως αποτέλεσμα ενός αιφνίδιου κύματος, χωρίς όμως να αποτυπώνει το βάθος της εσωτερικής σύγκρουσης. Οι αναφορές του Τσίπρα στη στάση της Αχτσιόγλου είναι διακριτικές, αλλά τα δημοσιεύματα καταγράφουν μια βαθιά κρίση εμπιστοσύνης και προσανατολισμού. Η ίδια μίλησε για ανυπέρβλητες διαφορές με την ηγεσία Κασσελάκη και για μια οργανωμένη προσπάθεια ορισμένων να υποστηρίξουν μια υποψηφιότητα που λειτουργούσε ως διέξοδος από προσωπικά αδιέξοδα. Χαρακτήρισε την εκλογή του ως μια ασύμμετρη νίκη που στηρίχθηκε περισσότερο σε επικοινωνιακές τακτικές παρά σε συγκροτημένο πολιτικό περιεχόμενο.

Ο Τσίπρας στο βιβλίο του προσπαθεί να εμφανίσει την ουδετερότητά του ως πράξη ευθύνης. Στην πραγματικότητα η στάση του εκείνη την περίοδο δημιούργησε ένα κενό που επέτρεψε σε δυνάμεις με μικρή θεσμική εμπειρία να κυριαρχήσουν στον εσωκομματικό χάρτη. Αυτό που ο ίδιος αποκαλεί κύμα που εξελίχθηκε σε τσουνάμι ήταν αποτέλεσμα της αποσύνδεσής του από την εσωτερική λειτουργία του κόμματος και της ανασφάλειας που έσπειρε η ήττα του 2023. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί από τους στενούς συνεργάτες του τον κατηγόρησαν ότι απομακρύνθηκε συνειδητά από τη διαδικασία διαδοχής για να μην αναλάβει την ευθύνη του αποτελέσματος.

Σε αυτό το κλίμα, η περιγραφή της επόμενης ημέρας του ΣΥΡΙΖΑ γίνεται στο βιβλίο περισσότερο ως αναφορά σε ένα κόμμα που ο ίδιος κληρονόμησε και εγκατέλειψε, παρά ως σε συλλογικό φορέα που διαμορφώθηκε υπό την ηγεσία του. Η αφήγηση της «Ιθάκης» μοιάζει να υπονοεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς τον ίδιο χάνει την πολιτική του πυξίδα. Αυτή η αφήγηση δεν αποτελεί μόνο μια αναγνώριση της προσωπικής του επιρροής. Αποτελεί συνοδηγό της φημολογίας που θέλει τον Τσίπρα να σχεδιάζει την ίδρυση ενός νέου κόμματος. Οι πολιτικές αναφορές του τελευταίου κεφαλαίου καθιστούν αυτή την προοπτική σχεδόν προφανή. Μιλά για ένα νέο προοδευτικό σχέδιο που θα υπερβαίνει τις παραδοσιακές δομές, με έμφαση στη συμμετοχή, στη συλλογικότητα, στην οικονομική δικαιοσύνη και στην εθνική κυριαρχία. Σε αυτό το σχήμα πρωταγωνιστεί ένας ηγέτης με εμπειρία, διεθνή αναγνωρισιμότητα και πολιτική ωριμότητα. Οι περιγραφές αυτές δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνείας ως προς το ποιος θα ηγηθεί ενός τέτοιου σχήματος.

Το βιβλίο προσπαθεί να ξαναγράψει την ιστορική αφήγηση της διακυβέρνησης Τσίπρα με τρόπο που να απορροφά τις ευθύνες, να αναδεικνύει τις επιτυχίες και να μετατρέπει τα λάθη σε αναγκαίες υποχωρήσεις. Όμως τα γεγονότα της τελευταίας δεκαετίας είναι πολύ νωπά για να χωρέσουν σε ένα τέτοιο σχήμα και αποτελούν στιγμές που δεν επιδέχονται εύκολα επανερμηνείας. Η «Ιθάκη» επιχειρεί να παρουσιάσει τη διαδρομή ως μια προσωπική οδύσσεια επιστροφής αλλά οι αναγνώστες εύκολα αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για έναν τρόπο να επανατοποθετήσει τον εαυτό του στο πολιτικό φάσμα της χώρας ενόψει των μελλοντικών του κινήσεων.

Το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα δεν πρέπει να θεωρείται μια αφήγηση που στοχεύει στην αντικειμενική ιστορική αποτύπωση, αλλά ως μια υποκειμενική προσωπική καταγραφή σε μορφή κειμένου. Άλλωστε σε σημείωση στο τέλος του βιβλίου αναφέρεται ότι οι διάλογοι που αναπαράγονται βασίζονται στη μνήμη και όχι σε στοιχεία της έρευνας. Πέρα από την «αλήθεια του» όμως, ο Τσίπρας προσπαθεί να ανοίξει έναν δρόμο προς ένα νέο πολιτικό εγχείρημα που θα φέρει το δικό του στίγμα, απαλλαγμένο από τις αντιφάσεις και τις φθορές του παρελθόντος. Η προσπάθειά του όμως να αναδιαμορφώσει την μνήμη όσων συνέβησαν αποτελεί μια υπενθύμιση ότι η πραγματική Ιθάκη δεν βρίσκεται στις λέξεις αλλά στην ευθύνη απέναντι στην αλήθεια των γεγονότων και στις συνέπειές τους. Το αν ο ίδιος θα επιστρέψει ως νέος Οδυσσέας μετά από δέκα χρόνια σε αυτή την Ιθάκη με πολιτικούς όρους θα φανεί σύντομα. Οι προθέσεις όμως έχουν ήδη φανεί στις σελίδες του βιβλίου του.