Η αναζήτηση της δικαιοσύνης σε μια ρευστή ειρήνη για την Ουκρανία
Πώς οι μετατοπίσεις της διοίκησης Τραμπ και η εξέλιξη των όρων από τα 28 στα 19 σημεία διαμορφώνουν ένα πλαίσιο εύθραυστο αλλά αναγκαίο για μια βιώσιμη συμφωνία
Η δημόσια συζήτηση γύρω από τις διαπραγματεύσεις για την λήξη του πολέμου στην Ουκρανία μοιάζει με μια διαδικασία όπου η πολιτική σκοπιμότητα συναντά τα όρια της στρατηγικής υπομονής.
Από το αρχικό σχέδιο των 28 σημείων που εμφανίστηκε ξαφνικά ως μια προτεινόμενη βάση για συμφωνία μέχρι το μεταγενέστερο πλαίσιο των 19 σημείων το οποίο παρουσιάστηκε ως μια πιο ρεαλιστική εκδοχή των απαιτήσεων των εμπλεκομένων η πορεία ήταν γεμάτη αβεβαιότητες.
Οι συνεχείς μετατοπίσεις της διοίκησης Τραμπ τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς τα χρονοδιαγράμματα δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου η διπλωματία καλείται να λειτουργήσει χωρίς σταθερά σημεία αναφοράς. Όλα αυτά δυσχεραίνουν την αναζήτηση μιας λύσης που μπορεί να χαρακτηριστεί ως δίκαιη μέσα σε συνθήκες που διαρκώς μεταβάλλονται.
Το αρχικό πλέγμα προτάσεων ερμηνεύτηκε από πολλούς διεθνείς αναλυτές ως ένα κείμενο που απηχούσε με υπερβολική ευκολία τις ρoσικές επιδιώξεις. Δεν ήταν απλή υπόθεση να γίνει δεκτό ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα υποστήριζαν ένα τόσο μονομερώς προσανατολισμένο πλαίσιο χωρίς ισορροπίες. Η αντίληψη αυτή ενισχύθηκε από το γεγονός ότι το τελεσίγραφο του προέδρου Τραμπ προς τον Ζελένσκι δημιουργούσε την εντύπωση πως η Ουάσινγκτον επιθυμούσε να επιταχύνει μια διαδικασία επί της ουσίας συμφέρουσα για τη Μόσχα ανεξαρτήτως των συνεπειών για το Κίεβο.
Οι εντάσεις που δημιουργήθηκαν σε αυτό το στάδιο είχαν ως αποτέλεσμα να αναζητηθεί μια νέα βάση συζήτησης και έτσι εμφανίστηκε το πλαίσιο των 19 σημείων που προσπάθησε να ενσωματώσει μεγαλύτερο βαθμό αμοιβαιότητας.
Σε αυτή την προσπάθεια οι Ευρωπαίοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Όπως είχε συμβεί και στις αρχές του έτους όταν η νέα προεδρία Τραμπ προσπαθούσε να επιβάλει μια αιφνιδιαστική επανεκκίνηση της διαδικασίας μετά την επεισοδιακή επίσκεψη Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες κινήθηκαν συντονισμένα ώστε να μετριάσουν τις πιο επιθετικές αμερικανικές εξάρσεις. Η ευρωπαϊκή συνδρομή συνέβαλε ξανά στην προσαρμογή του πλαισίου από τα 28 στα 19 σημεία ενσωματώνοντας στοιχεία που θα μπορούσαν να καταστήσουν τη συζήτηση παραγωγική βάζοντας φρένο στις πιο απότομες μετατοπίσεις της Ουάσινγκτον και διασφαλίζοντας ότι η συμφωνία δεν θα οδηγηθεί σε πλήρη εκτροπή από τις ευρωατλαντικές αρχές ασφαλείας. Αυτό το ευρωπαϊκό αντίβαρο δεν ακυρώνει τις αμερικανικές πρωτοβουλίες προσφέρει όμως έναν βαθμό θεσμικής σταθερότητας στην όλη διαδικασία.
Ακόμα και σε αυτή την τροποποιημένη εκδοχή ωστόσο το πρόβλημα παραμένει βαθύ. Η Ρωσία προσέρχεται στις συνομιλίες από θέση στρατιωτικού ελέγχου σε ορισμένες περιοχές και αυτό επηρεάζει αναπόφευκτα το περιεχόμενο των ζητούμενων όρων. Η Ουκρανία από την άλλη γνωρίζει ότι οποιοδήποτε σχέδιο παγίωνε απώλειες εδαφών θα αποτελούσε ουσιαστικά θεσμοθέτηση της εισβολής κάτι που θα έθετε ζήτημα όχι μόνο για το μέλλον της χώρας αλλά και για το διεθνές σύστημα ασφάλειας.
Ανάμεσα σε αυτές τις δύο πραγματικότητες η κυβέρνηση Τραμπ επιχειρεί να διαμορφώσει ρόλο επιδιαιτητή αλλά με τρόπο που επηρεάζεται έντονα από τη δική της πολιτική λογική και όχι απαραίτητα από μια διαχρονική στρατηγική σταθερότητας.
Η εναλλαγή στάσεων από την αμερικανική πλευρά δημιουργεί την εικόνα μιας διαδικασίας όπου ο χρόνος λειτουργεί ως εργαλείο πίεσης και όχι ως πλαίσιο συγκροτημένης προόδου. Η μετατόπιση από τα 28 στα 19 σημεία δεν αποτελεί απλή αναθεώρηση αλλά περισσότερο ένδειξη μιας προσπάθειας επαναπροσδιορισμού των στόχων ανάλογα με την πολιτική συγκυρία.
Αυτή η τακτική οδηγεί σε ασάφεια και δυσκολεύει την οικοδόμηση εμπιστοσύνης τόσο μεταξύ των άμεσα εμπλεκομένων όσο και ανάμεσα στους συμμάχους που παρακολουθούν την πορεία των συνομιλιών. Κάθε μεταβολή στους όρους όχι μόνο μετακινεί τις προσδοκίες αλλά και ενισχύει την καχυποψία ότι μια ενδεχόμενη συμφωνία μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει μορφή.
Το ζητούμενο είναι αν μέσα σε αυτές τις συνθήκες μπορεί να επιτευχθεί λύση που να εκλαμβάνεται ως δίκαιη από τις δύο πλευρές. Η έννοια της δικαιοσύνης σε διεθνείς συγκρούσεις δεν ταυτίζεται με την απόλυτη ικανοποίηση απαιτήσεων αλλά με τη δημιουργία ενός πλαισίου ασφαλείας που να αποτρέπει την επανάληψη της σύγκρουσης. Σε αυτό το σημείο η σταθερότητα των διεθνών παραγόντων είναι καθοριστική. Οι συνεχείς μετατοπίσεις υπονομεύουν την αξιοπιστία του διαμεσολαβητή και αφήνουν την εντύπωση ότι η τελική λύση θα εξαρτηθεί περισσότερο από τη βούληση της ισχυρότερης πλευράς παρά από το κοινό συμφέρον για τερματισμό της σύγκρουσης.
Παρόλα αυτά οι διαπραγματεύσεις εξακολουθούν να αποτελούν τη μοναδική πραγματική οδό για την αποτροπή μιας παρατεταμένης αστάθειας. Η εξέλιξή τους δείχνει ότι οι εμπλεκόμενοι αναγνωρίζουν την ανάγκη να υπάρξει τουλάχιστον ένας πυρήνας συμφωνίας γύρω από την ασφάλεια των συνόρων τον σεβασμό τηςκυριαρχίας και την προοδευτική άρση των κυρώσεων υπό προϋποθέσεις.
Αυτά τα στοιχεία μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για ένα πλαίσιο που έστω και ατελές θα προσφέρει μια δυνατότητα επιστροφής στη διεθνή ομαλότητα. Το αν αυτό το πλαίσιο θα υποστηριχθεί σταθερά από τη διοίκηση Τραμπ αποτελεί όμως το μεγαλύτερο ερωτηματικό. Η αστάθεια των όρων δημιουργεί το αίσθημα ότι η διαδικασία δεν κινείται προς έναν τελικό στόχο αλλά επανακαθορίζεται συνεχώς.
Η επιδίωξη μιας όσο το δυνατόν δικαιότερης λύσης απαιτεί σταθερότητα προθέσεων και διαφάνεια στους όρους. Η Ουκρανία χρειάζεται διασφαλίσεις ότι η κυριαρχία και η εδαφική της ακεραιότητα δεν θα αποτελέσουν διαπραγματεύσιμα μεγέθη με εύκολες παραχωρήσεις. Η Ρωσία αναζητά έναν τρόπο να κατοχυρώσει τα κέρδη που θεωρεί ότι έχει επιτύχει χωρίς να εισέλθει σε νέα περίοδο διεθνούς απομόνωσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες οφείλουν να επιλέξουν αν θα λειτουργήσουν ως σταθεροποιητικός παράγοντας ή ως μεταβλητή που καθορίζεται από το πολιτικό ημερολόγιο του Λευκού Οίκου. Μέσα σε αυτή τη δυναμική η δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι απόλυτη μπορεί όμως να είναι λειτουργική και να στηριχθεί στην κοινή αναγνώριση ότι μια ατελής ειρήνη είναι προτιμότερη από έναν πόλεμο χωρίς ορίζοντα ειρήνευσης.