Αυτοάνοσα Νοσήματα και Κλινική Υπνοθεραπεία: Μια σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση στο σώμα, την ψυχή και το τραύμα

Αυτοάνοσα Νοσήματα και Κλινική Υπνοθεραπεία: Μια σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση στο σώμα, την ψυχή και το τραύμα
Unsplash

Τα αυτοάνοσα νοσήματα αποτελούν μια από τις πλέον σύνθετες και πολυπαραγοντικές κατηγορίες παθολογίας στη σύγχρονη ιατρική, ακριβώς επειδή δεν αφορούν μόνο το σώμα ως βιολογική οντότητα, αλλά αγγίζουν βαθιές, συχνά σιωπηλές, ψυχοσωματικές διεργασίες που αναπτύσσονται για χρόνια πριν εμφανιστεί το πρώτο σύμπτωμα. Στο αυτοάνοσο, το ανοσοποιητικό σύστημα – ο μηχανισμός που σχεδιάστηκε για να προστατεύει – σε μια παράξενη ανατροπή λειτουργίας, αρχίζει να επιτίθεται στο ίδιο το σώμα, σαν να έχει χαθεί η ικανότητα διάκρισης μεταξύ «εχθρού» και «εαυτού». Αυτή η απώλεια ορίων δεν είναι μόνο ανοσολογική, πολλές φορές αντανακλά και ψυχικά μοτίβα όπου το άτομο έχει μάθει να υπερβαίνει τον εαυτό του, να σιωπά ανάγκες, να αντέχει υπερβολικά, να λειτουργεί σε μια κατάσταση μόνιμης υπερέντασης ή υπευθυνότητας που εξαντλεί συστηματικά τα αποθέματα ανθεκτικότητας του οργανισμού.

Παρότι η επιστήμη δεν μπορεί να δηλώσει ότι «το τραύμα προκαλεί αυτοάνοσο», οι σύγχρονες ψυχονευροανοσολογικές έρευνες δείχνουν ότι τα άτομα με ιστορικό χρόνιου στρες, παιδικής κακοποίησης, παραμέλησης ή επίμονων ψυχικών τραυμάτων έχουν αυξημένη πιθανότητα δυσλειτουργιών στο ανοσοποιητικό, εξαιτίας της διαρκούς ενεργοποίησης του άξονα στρες (HPA), της αυξημένης έκκρισης κορτιζόλης και των μεταβολών στους μηχανισμούς φλεγμονής. Το σώμα, όταν ζει πολλά χρόνια σε κατάσταση υπερ-εγρήγορσης, «μαθαίνει» να αναμένει απειλή, κι έτσι, η ίδια αυτή αμυντική υπερδραστηριότητα γίνεται, με τον καιρό, επιβαρυντική. Η φλεγμονή, από προστατευτική, γίνεται χρόνια και η χρόνια φλεγμονή αποτελεί βασικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη πολλών αυτοάνοσων παθήσεων.

Σε αυτή τη σύνθετη αλληλεπίδραση σώματος και ψυχής, η κλινική υπνοθεραπεία – ειδικά όταν εφαρμόζεται με τραυματοκεντρική, ψυχοθεραπευτική προσέγγιση – αποτελεί μια από τις πιο σύγχρονες και τεκμηριωμένες μη φαρμακευτικές μεθόδους υποστήριξης, όχι γιατί θεραπεύει το αυτοάνοσο ως ιατρική οντότητα, αλλά γιατί επιδρά στις βαθύτερες ρίζες που συντηρούν την ένταση, την υπεράμυνα, την εσωτερική σύγκρουση και τον χρόνιο πόνο.

Η κλινική υπνοθεραπεία ως ρυθμιστής του νευρικού συστήματος

Η υπνοθεραπευτική διαδικασία δεν είναι ύπνος ούτε παθητική χαλάρωση. Αντίθετα, αποτελεί μια κατάσταση εστιασμένης προσοχής και αυξημένης δεκτικότητας, όπου το άτομο μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση σε πιο βαθιές, υποσυνείδητες διεργασίες, σε επίπεδο όπου η ένταση του σώματος μειώνεται, ο καρδιακός ρυθμός σταθεροποιείται, το αναπνευστικό «ανοίγει», και το νευρικό σύστημα μεταβαίνει από λειτουργία άμυνας (fight–flight–freeze) σε λειτουργία ρύθμισης και ανάπαυσης (rest–digest–restore).

Πλήθος μελετών δείχνουν ότι σε αυτή την κατάσταση:

  • μειώνεται η κορτιζόλη,
  • ενισχύονται οι παρασυμπαθητικοί μηχανισμοί,
  • μειώνεται η αντίληψη πόνου μέσα από επαναρύθμιση των νευρωνικών κυκλωμάτων,
  • μειώνεται η μυϊκή τάση και η σωματοποιημένη επιφυλακή,
  • ενισχύεται η νευροπλαστικότητα, δηλαδή η ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί νέες, πιο λειτουργικές συνδέσεις.

Για ένα άτομο με αυτοάνοσο, αυτά τα αποτελέσματα δεν είναι απλώς ευεργετικά – είναι βασικά. Η καθημερινότητα με πόνο, κόπωση, φλεγμονή και περιορισμούς καθιστά το σώμα ένα «πεδίο μάχης», όπου η κάθε μέρα απαιτεί επιπλέον ενέργεια μόνο και μόνο για να αντέξει κανείς τις δυσκολίες. Η υπνοθεραπεία δημιουργεί ένα ασφαλές νευροφυσιολογικό περιβάλλον στο οποίο το σώμα μπορεί επιτέλους να κατέβει από τη συνεχή υπερδιέγερση και να βρει έναν ρυθμό που δεν είναι επιθετικός προς τον εαυτό του.

Η διάσταση του τραύματος: όταν το σώμα θυμάται

Πολλά άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα περιγράφουν ότι πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων προηγήθηκαν περίοδοι έντονου στρες, απώλειας, κακοποιητικών σχέσεων, απορρύθμισης ή χρόνιας ψυχικής εξάντλησης. Ακόμη κι αν η σχέση αυτή δεν είναι αιτιώδης, η εμπειρική και επιστημονική γνώση δείχνει ότι το τραύμα λειτουργεί ως «έδαφος» όπου το ανοσοποιητικό δυσκολεύεται να λειτουργήσει αρμονικά.

Η υπνοθεραπεία που στοχεύει στο τραύμα δεν περιορίζεται σε εισηγήσεις χαλάρωσης ή θετικών εικόνων. Εργάζεται σε βάθος, με τεχνικές όπως:

  • επαφή με το Εσωτερικό Παιδί, όπου το άτομο επανέρχεται στις πρωταρχικές συναισθηματικές μνήμες που σημάδεψαν τον τρόπο με τον οποίο σχετίζεται με τον εαυτό του,
  • Εσωτερικός Θεραπευτής, μια εσωτερική φιγούρα σοφίας και στήριξης που βοηθά το άτομο να αναδομήσει την αίσθηση ασφάλειας και αυτοπροστασίας,
  • υπνοθεραπευτική επεξεργασία τραύματος, όπου το σώμα «ξαναμαθαίνει» να αποφορτίζει μνήμες και συναισθήματα χωρίς να μπαίνει σε ενεργοποίηση,
  • τεχνικές αναλγησίας με ύπνωση, που χρησιμοποιούνται διεθνώς σε χρόνιες παθήσεις, βοηθώντας τον εγκέφαλο να μειώσει το σήμα του πόνου, αποσυνδέοντας το βίωμα από τον φόβο και την καταστροφοποίηση,
  • θεραπεία με χρώματα, μια μορφή αισθητηριακής ρύθμισης που επηρεάζει το νευρικό σύστημα και ενισχύει την εσωτερική ηρεμία,
  • Esdaile και Sichort, βαθιές καταστάσεις υπνοθεραπείας που επιτρέπουν στο σώμα να μπει σε επίπεδα εξαιρετικά βαθιάς ανακούφισης, όπου συχνά μειώνεται δραστικά ο χρόνιος πόνος.

Σε αυτό το πεδίο, ο θεραπευόμενος δεν «ξεχνά» το τραύμα, αλλά αποκτά έναν νέο τρόπο να σχετίζεται μαζί του, χωρίς ο οργανισμός να αναβιώνει την απειλή μέσα από πόνο, φλεγμονή ή μυϊκή σύσπαση.

Το αυτοάνοσο ως ψυχοβιολογική αφήγηση

Κάθε αυτοάνοσο είναι μια ιστορία – μια αφήγηση γραμμένη στο σώμα, μέσα από γεγονότα, σχέσεις, απώλειες, απαιτήσεις και αόρατες υπερβάσεις. Πολλές φορές, το σώμα γίνεται ο πρώτος αγγελιοφόρος μιας αλήθειας που ο ψυχισμός δεν μπορεί να κρατήσει άλλο σιωπηλή. Ενοχές που δεν ειπώθηκαν, φόβοι που δεν εκφράστηκαν, ρόλοι που ξεπέρασαν τις αντοχές του ατόμου, ευθύνες που δόθηκαν πολύ νωρίς, σχέσεις που δεν πρόσφεραν ασφάλεια αλλά απαιτούσαν συνεχή επαγρύπνηση.

Η υπνοθεραπεία, όταν δουλεύεται σε συνδυασμό με ψυχοδυναμική ή υπαρξιακή κατανόηση, βοηθά το άτομο να συνδέσει τα συμπτώματα όχι με ενοχή, αλλά με νόημα. Το σώμα δεν «προδίδει», μιλάει. Και το τραύμα δεν «ξυπνά» για να τιμωρήσει, ζητά να λυθεί.

Η θεραπευτική σχέση ως βασικός παράγοντας αλλαγής

Καμία τεχνική, όσο ισχυρή κι αν είναι, δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την ασφαλή θεραπευτική σχέση. Για τους ανθρώπους με αυτοάνοσα νοσήματα, όπου το σώμα συχνά θεωρείται «απρόβλεπτος εχθρός», η ύπαρξη ενός σταθερού, ρυθμιστικού προσώπου μετατρέπει τη θεραπευτική διαδικασία σε μια βαθιά πράξη ανακούφισης. Η υπνοθεραπεία, όταν εφαρμόζεται από κλινικό ψυχολόγο εκπαιδευμένο στην επεξεργασία τραύματος, δεν είναι τελετουργία χαλάρωσης, είναι συνεργατική επανεκπαίδευση του σώματος και του νου.

Ο θεραπευόμενος μαθαίνει να αναγνωρίζει πότε «ανεβαίνει» σε υπερδιέγερση, πότε κουβαλάει φόβο, πότε επανενεργοποιείται παλιά μνήμη, και πώς να ρυθμίζει τις αντιδράσεις του. Μαθαίνει να συνδέεται με το σώμα του όχι ως πεδίο μάχης, αλλά ως οργανισμό που χρειάζεται φροντίδα, όρια, ανάσα, διακοπή και προστασία.

Μπορεί η υπνοθεραπεία να θεραπεύσει το αυτοάνοσο;

Η επιστημονική απάντηση είναι ξεκάθαρη: όχι, δεν αποτελεί ιατρική θεραπεία για την παθολογία του αυτοάνοσου. Δεν αντικαθιστά φαρμακευτική αγωγή, ιατρική παρακολούθηση ή βιολογικές θεραπείες.

Όμως:

  • μειώνει τον πόνο, συχνά σε εντυπωσιακό βαθμό,
  • μειώνει τη φλεγμονή έμμεσα, μέσα από την ενεργοποίηση του παρασυμπαθητικού,
  • βελτιώνει τον ύπνο και την ποιότητα ζωής,
  • μειώνει την ψυχική εξάντληση και το στρες,
  • βοηθά στη διαχείριση εξάρσεων,
  • ενισχύει την αίσθηση ελέγχου και αυτορρύθμισης,
  • υποστηρίζει την επεξεργασία του τραύματος, που συχνά επιβαρύνει τη νόσο,
  • και κυρίως δίνει στον θεραπευόμενο χώρο να ξαναβρεί σύνδεση με τον εαυτό του.

Αυτή η συνολική βελτίωση δεν είναι δευτερεύουσα: είναι θεραπευτική με την ουσιαστική έννοια της λέξης.

Ο χρόνιος πόνος στα αυτοάνοσα και η υπνοθεραπευτική αναλγησία

Ο χρόνιος πόνος που συνοδεύει τα αυτοάνοσα νοσήματα δεν είναι απλώς ένα δυσάρεστο σωματικό σύμπτωμα, αλλά ένα νευροβιολογικό φαινόμενο που εγκαθίσταται βαθιά στα κυκλώματα του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο έντασης, κόπωσης και υπερδιέγερσης, όπου ο οργανισμός μαθαίνει να λειτουργεί μέσα στην απειλή ακόμη και όταν δεν υπάρχει. Με τον χρόνο, οι νευρικές οδοί του πόνου γίνονται υπερευαίσθητες, η φλεγμονή ενισχύεται, και ο εγκέφαλος αρχίζει να «αναμένει» τον πόνο πριν καν εμφανιστεί το ερέθισμα. Η κλινική υπνοθεραπεία παρεμβαίνει σε αυτόν τον κύκλο μέσα από ειδικές τεχνικές αναλγησίας, όπου το άτομο μαθαίνει να αποσυνδέει το σήμα του πόνου από τη συναισθηματική του φόρτιση, να μετακινεί την προσοχή σε περιοχές ηρεμίας, να επαναρυθμίζει την ένταση της αντίληψης και να εγκαθιστά νέες, πιο ευνοϊκές νευρωνικές διαδρομές που μειώνουν τη συχνότητα και το βάθος των κρίσεων πόνου. Η αναλγησία με ύπνωση, που χρησιμοποιείται διεθνώς στην αντιμετώπιση χρόνιου πόνου, φέρνει το σώμα σε μια κατάσταση όπου ο πόνος υπάρχει μεν ως πληροφορία, αλλά δεν καταλαμβάνει πια τον ψυχισμό με την ίδια καταστροφική δύναμη, επιτρέποντας στον θεραπευόμενο να ζήσει με περισσότερη λειτουργικότητα, ηρεμία και αυτονομία.

Ψυχονευροανοσολογία: H επιστήμη που ενώνει σώμα, νου και ανοσοποιητικό

Η ψυχονευροανοσολογία αποτελεί τον επιστημονικό κλάδο που εξηγεί με μεγάλη ακρίβεια αυτό που η κλινική εμπειρία παρατηρεί εδώ και δεκαετίες: ότι ο νους, το νευρικό σύστημα, οι ορμόνες του στρες και το ανοσοποιητικό σύστημα δεν λειτουργούν ως ανεξάρτητα τμήματα, αλλά ως ένα κοινό, αλληλένδετο δίκτυο που αντιδρά ενιαία στις εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις. Όταν το άτομο βιώνει χρόνια υπερδιέγερση, το σώμα παράγει συνεχώς ορμόνες στρες, όπως κορτιζόλη και αδρεναλίνη, οι οποίες, όταν παραμένουν σε υψηλά επίπεδα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, διαταράσσουν τη λειτουργία των κυττάρων του ανοσοποιητικού, αυξάνουν τις προφλεγμονώδεις κυτοκίνες και μειώνουν την ικανότητα του οργανισμού να αυτορυθμίζεται. Το τραύμα, ειδικά το επαναλαμβανόμενο της παιδικής ηλικίας, συχνά οδηγεί σε μόνιμη αναδιοργάνωση αυτών των συστημάτων, με τρόπο που το σώμα ζει σαν να βρίσκεται σε συνεχή απειλή. Η υπνοθεραπεία δρα ακριβώς εκεί όπου αυτός ο κύκλος χρειάζεται επανακαλιμπράρισμα, βοηθώντας το νευρικό σύστημα να επανέλθει σε μια κατάσταση ρύθμισης και ασφάλειας, μειώνοντας έτσι την υπερδραστηριότητα του ανοσοποιητικού και τις φλεγμονώδεις αντιδράσεις που συχνά συνοδεύουν τα αυτοάνοσα νοσήματα.

Trauma physiology: όταν η νευροβιολογία του τραύματος ενισχύει τη φλεγμονή

Το τραύμα δεν είναι απλώς ένα ψυχολογικό γεγονός, είναι μια νευροβιολογική κατάσταση που αποτυπώνεται στο σώμα, στον τρόπο που αναπνέουμε, κινούμαστε, αντιλαμβανόμαστε τα ερεθίσματα, αλλά και στον τρόπο που το ανοσοποιητικό μας απαντά στις προκλήσεις. Η φυσιολογία του τραύματος δείχνει ότι το σώμα που έχει βιώσει επαναλαμβανόμενες απειλές αναπτύσσει αυξημένη φλεγμονώδη αντιδραστικότητα, δυσκολία στην ενεργοποίηση του παρασυμπαθητικού συστήματος και μια τάση να παραμένει σε κατάσταση υπερδιέγερσης ακόμη και σε ασφαλές περιβάλλον. Αυτή η υπερένταση εξαντλεί τον οργανισμό, ενισχύει τις αυτοάνοσες εξάρσεις και δημιουργεί έναν κύκλο όπου το τραύμα και το σύμπτωμα τροφοδοτούν το ένα το άλλο. Η υπνοθεραπεία, μέσα από βαθιές καταστάσεις ρύθμισης όπως Esdaile, Sichort ή υπνοθεραπευτική επεξεργασία εικόνων και βιωμάτων, προσφέρει στο σώμα τη δυνατότητα να εισέλθει σε επίπεδα ηρεμίας που δεν επιτυγχάνονται εύκολα με άλλες μεθόδους, βοηθώντας σταδιακά στη μείωση της φλεγμονώδους αντίδρασης που συνδέεται με τη μνήμη της απειλής.

Εσωτερικά μέρη, εσωτερικό παιδί και αυτοάνοσο

Η θεραπεία Καταστάσεων Εγώ (Ego State Therapy) και η εργασία με το Εσωτερικό Παιδί αποτελούν δύο από τις βαθύτερες θεραπευτικές διαδρομές όταν το άτομο ζει με ένα αυτοάνοσο νόσημα, διότι φωτίζουν εκείνα τα εσωτερικά «κομμάτια» που συχνά εξαναγκάζουν τον άνθρωπο να υπερβαίνει τα όρια του σώματός του. Πολλά άτομα με αυτοάνοσα περιγράφουν εσωτερικές φωνές ευθύνης, τελειομανίας, αυστηρότητας, φόβου, υπερ-φροντίδας προς τους άλλους, ή διαχρονικής ανάγκης να αποδεικνύουν την αξία τους, ακόμη και εις βάρος της υγείας τους. Όλα αυτά τα μέρη, που κάποτε δημιουργήθηκαν για να προστατεύσουν, καταλήγουν να πιέζουν τον οργανισμό σε χρόνια υπερλειτουργία. Η υπνοθεραπευτική εργασία με τα εσωτερικά μέρη δίνει στο άτομο τη δυνατότητα να ακούσει, να κατευνάσει και να συμφιλιώσει αυτές τις φωνές, ώστε να πάψει ο οργανισμός να ζει σε συνεχή ρυθμό υπερεντατικής λειτουργίας. Όταν το Εσωτερικό Παιδί θεραπεύεται μέσα στην υπνοθεραπευτική κάθοδο, απελευθερώνει τον άνθρωπο από πρότυπα εξαναγκασμού και φόβου, δημιουργώντας χώρο για έναν τρόπο ζωής που δεν στηρίζεται στην εξάντληση αλλά στη φροντίδα.

Η ψυχολογική αντίδραση στη διάγνωση αυτοάνοσου νοσήματος

Η στιγμή της διάγνωσης ενός αυτοάνοσου συχνά βιώνεται ως ψυχολογικός σεισμός. Το άτομο περνά από στάδια σοκ, άρνησης, θυμού, φόβου, διαπραγμάτευσης και σταδιακής αποδοχής, προσπαθώντας να ανασυνθέσει την εικόνα του εαυτού μέσα από μια νέα πραγματικότητα που επιβάλλει όρια, αναπροσαρμογές και μια διαφορετική σχέση με το σώμα. Συχνά αμφισβητείται η αίσθηση ελέγχου, η αξία, η λειτουργικότητα, η ταυτότητα και ο τρόπος που κάποιος είχε μάθει να σχεδιάζει το μέλλον του. Η υπνοθεραπεία μπορεί να λειτουργήσει ως μια βαθιά υποστηρικτική διαδικασία επεξεργασίας αυτής της υπαρξιακής μετατόπισης, προσφέροντας έναν εσωτερικό χώρο όπου ο άνθρωπος μπορεί να θρηνήσει ό,τι χάνει, να αναγνωρίσει τον φόβο του και να αρχίσει να χτίζει μια νέα σχέση με τον εαυτό του και το σώμα του, όχι μέσα από άρνηση ή παραίτηση, αλλά μέσα από μια ώριμη, τρυφερή, ειλικρινή αποδοχή.

Η συνεργασία ψυχολογίας και ιατρικής: προς ένα ολιστικό μοντέλο φροντίδας

Κανένα αυτοάνοσο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μονοδιάστατα. Χρειάζεται ιατρική παρακολούθηση, φαρμακευτική αγωγή, ενδεχομένως βιολογικές θεραπείες, διατροφολογική υποστήριξη και σωματική φροντίδα. Ταυτόχρονα, χρειάζεται ένα σταθερό ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο που θα βοηθήσει τον άνθρωπο να διαχειριστεί τον φόβο, την αβεβαιότητα, το πένθος για την απώλεια της «παλιάς» εικόνας του εαυτού, αλλά και τις σχέσεις του με τους άλλους, που συχνά δοκιμάζονται από την ασθένεια. Όταν η ιατρική και η ψυχολογία συνεργάζονται, όταν ο ρευματολόγος, ο παθολόγος ή ο άλλος ειδικός αναγνωρίζει την επίδραση του στρες και του τραύματος, και ο ψυχολόγος κατανοεί το βιολογικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται ο οργανισμός, τότε δημιουργείται ένα ολιστικό μοντέλο φροντίδας που σέβεται τον άνθρωπο ως ενιαίο σύνολο. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η κλινική υπνοθεραπεία δεν είναι συμπληρωματική τεχνική, αλλά ένας βασικός άξονας ρύθμισης του νευρικού συστήματος και επεξεργασίας του τραύματος, που επιτρέπει στον οργανισμό να ανταποκριθεί καλύτερα σε κάθε άλλη θεραπευτική παρέμβαση.

Ένας δρόμος επιστροφής στο σώμα

Το αυτοάνοσο δεν είναι απλώς νόσος. Είναι μια περίπλοκη συνομιλία ανάμεσα στο νευρικό σύστημα, το ανοσοποιητικό, το ψυχικό αποτύπωμα του παρελθόντος και τις ανάγκες του παρόντος. Η κλινική υπνοθεραπεία με επίκεντρο το τραύμα προσφέρει μια πολύτιμη δυνατότητα: να κατέβει ο άνθρωπος σε ένα βαθύτερο επίπεδο παρουσίας, να ακούσει το σώμα του χωρίς φόβο, να αφήσει την ένταση, τις παλιές ιστορίες και τις άμυνες που δεν χρειάζονται πια, και να χτίσει έναν νέο τρόπο ύπαρξης που δεν βασίζεται στην υπερ-αντοχή, αλλά στην εσωτερική συνοχή.

Σε έναν κόσμο όπου τα αυτοάνοσα αυξάνονται συνεχώς, χρειαζόμαστε θεραπευτικές προσεγγίσεις που βλέπουν τον άνθρωπο ολόκληρο: ως βιολογικό οργανισμό, ως ψυχικό σύστημα, ως ιστορία, ως σχέση με τον εαυτό και τους άλλους. Η υπνοθεραπεία δεν υπόσχεται θαύματα, αλλά προσφέρει κάτι βαθύτερο: την επιστροφή σε μια εσωτερική κατάσταση όπου η θεραπεία γίνεται εφικτή, όχι επειδή «εξαφανίζεται» το νόσημα, αλλά επειδή το άτομο μαθαίνει να ζει με τρόπο που δεν αναπαράγει την εσωτερική καταιγίδα.

Και ίσως αυτή να είναι μια από τις πιο ουσιαστικές μορφές ίασης.

Βιβλιογραφία

  • Bower, J. E., & Wilson, A. (2023). An introduction to immune-to-brain communication and its implications for clinical psychology. Annual Review of Clinical Psychology, 19, 385–410.
  • Dube, S. R., Fairweather, D., Pearson, W. S., et al. (2009). Cumulative childhood stress and autoimmune diseases in adults. Psychosomatic Medicine, 71(2), 243–250.
  • Jensen, M. P. (2011). Clinical Hypnosis for Pain Control: Therapist Guide. American Psychological Association.
  • Jones, H. G., et al. (2024). Adjunctive use of hypnosis for clinical pain: A systematic review. PAIN Reports, 9(4), e1132.
  • Kautz, M. M., & Slavich, G. M. (2021). Applications of psychoneuroimmunology models of toxic stress to major depressive disorder. Neuroscience and Biobehavioral Reviews, 131, 234–246.
  • Köhler-Forsberg, O., Petersen, L. V., Pisinger, V. S. C., et al. (2025). Adverse childhood experiences, mental distress, and autoimmune disease in adult women: Findings from two large cohort studies. Psychological Medicine.
  • Langlois, P., et al. (2022). Hypnosis to manage musculoskeletal and neuropathic chronic pain: A systematic review and meta-analysis. European Journal of Pain, 26(8), 1710–1732.
  • Mandagere, K. A., et al. (2025). Post-traumatic stress disorder and risk of autoimmune disorders: A systematic review and meta-analysis. Frontiers in Psychiatry.
  • Moss, D. (2019). Hypnosis, anesthesia, pain management, and preparation for medical procedures. In D. Moss (Ed.), Clinical Hypnosis in Pain Management (pp. 1–28).
  • Niharika, L., et al. (2024). The mind-body connection in stress and immunity: A systematic review. Healthcare Bulletin.
  • Núñez, S. G., et al. (2025). Chronic stress and autoimmunity: The role of HPA axis and cortisol dysregulation. International Journal of Molecular Sciences, 26(20), 9994.
  • Ploesser, M., et al. (2024). The link between traumatic stress and autoimmune rheumatic diseases: A scoping review. Psychoneuroendocrinology.
  • Slater, P., et al. (2024). Clinical hypnosis and the anaesthetist: A practical approach. Anaesthesia, 79(5), 556–564.
  • Slavich, G. M. (2018). Psychoneuroimmunology of stress and mental health. In G. Fink (Ed.), Stress: Concepts, Cognition, Emotion, and Behavior (pp. 425–435). Elsevier.
  • Song, H., Fang, F., Tomasson, G., et al. (2018). Association of stress-related disorders with subsequent autoimmune disease. JAMA, 319(23), 2388–2400.
  • Thompson, T., Terhune, D. B., Oram, C., et al. (2019). The effectiveness of hypnosis for pain relief: A systematic review and meta-analysis of 85 controlled experimental trials. Neuroscience and Biobehavioral Reviews, 99, 298–310.
  • Yerzhan, A., et al. (2025). The use of medical hypnosis to prevent and treat acute and chronic pain and reduce opioid consumption: A meta-analysis. Journal of Clinical Medicine, 14(13), 4661.