Αρθρογραφεί στο TheOpinion ο Πολιτικός Επιστήμονας και πρώην δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης, Κωνσταντής Σεβρής
Κάθε τόσο, πέφτει το μάτι μας σε άναρχους σωρούς επίπλων. Συνήθως δεξιά κι αριστερά στους κάδους απορριμμάτων. Σπασμένες «βιτρίνες», σύνθετα, κρεβάτια, καρέκλες με «λέοντες» στα πόδια. Έπιπλα μιας εποχής που φεύγει. Συνήθως δίπλα τους, μπορεί κανείς να δει κάποιο σπασμένο πικάπ, λίγα παλιά ξύλινα παιχνίδια, κάποιο διαλυμένο βιβλίο, κάποια καρφίτσα ή και φωτιστικά.
Είναι βέβαιο, πως αρκετοί στη θέαση των επίπλων, βλέπουν το παλιό κρεβάτι των γονιών τους, το «σύνθετο» που είχε η γιαγιά τα καλαίσθητα ποτήρια για το λικέρ ή απλά το τραπεζάκι για το παλιό τηλέφωνο. Βλέπουν ένα σωρό από αναμνήσεις στα σκουπίδια.
Στο σύγχρονο τρόπο ζωής, στις σύγχρονες επιταγές design εσωτερικού χώρου, δίπλα στις έξυπνες συσκευές, τις σκούπες «ρομπότ», στα χρώματα της δεκαετίας του 2020 πολύ δύσκολα μπορούν να επιβιώσουν τα έπιπλα, τα αξεσουάρ ή τα «φώτα» παλαιότερων δεκαετιών.
Το ύφος, η ένταση του 21ου αιώνα στέκονται αμείλικτα μπροστά στις καλαίσθητες δημιουργίες των «μαραγκάδικων» της παλιάς Θεσσαλονίκης. Η μοίρα τους προδιαγεγραμμένη.
Ίσως είναι η στιγμή να ιδρύσουμε στη Θεσσαλονίκη «Το Σπίτι μιας άλλης εποχής». Μια διαρκής έκθεση, ένα μόνιμο σημείο επίσκεψης και ανάδειξης του τρόπου ζωής των δεκαετιών του 50’ και του 60’.
Ας φανταστούμε έναν χώρο που θα παρουσιάζει και θα φυλάσσει όλα εκείνα που αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος του σπιτιού και του τρόπου ζωής εκείνων των δεκαετιών. Πικάπ, μια παγωνιέρα, ένα ρολόι τσέπης, μία ρόμπα, ένα ζευγάρι γυαλιά, ένα ποδήλατο, μια μαθητική ποδιά. Ήχοι, ρούχα, πίνακες, πολυθρόνες και χρώματα μιας δεκαετίας που είναι μισό και πλέον αιώνα μακριά. Ένα «σπίτι», με εκθεσιακά «δωμάτια» που επιτρέπουν στον επισκέπτη να κάνει ένα σύντομο ταξίδι στο παρελθόν.
«Το Σπίτι μιας άλλης εποχής» θα δώσει τη δυνατότητα να φυλαχθούν σπάνιας αισθητικής και ποιότητας αντικείμενα. Θα μπορέσει να φυλαχθεί το «στυλ» και ο «άνθρωπος» εκείνων των χρόνων.
Έχουμε μπροστά μας, τη σπάνια ευκαιρία, μια γενιά να μεταδώσει την εμπειρική και βιωματική διάσταση των «άψυχων» εκθεμάτων. Ένα σημείο, που οι διάδοχες γενιές θα μπορέσουν να γνωρίσουν τη ζωή των προγόνων τους, μέσα από τη δική τους ζωντανή φωνή.
Οι «ασπρομάλληδες» θα μας εξηγήσουν αυτά που οι απρόσωπες επιγραφές εκθεμάτων, δεν μπορούν να πουν.
Είναι ευκαιρία η πόλη να ιδρύσει μια ιδιαίτερη κάψουλα χρόνου για εκείνη την εποχή. Η αμοιβαία δράση γενεών θα ιδρύσει ένα νέο προορισμό για τους επισκέπτες της πόλης. Που θα τους δοθεί η δυνατότητα να γνωρίσουν το πρόσφατο παρελθόν ή τον τρόπο ζωής ανθρώπων που περπατάνε σήμερα, δίπλα τους. Κι όλα αυτά, από τα «σκουπίδια».
Για ένα τέτοιο εγχείρημα ενδείκνυται η περιοχή της Άνω Πόλης. Ίσως ένα από τα παλιά αρχοντικά που «μαραζώνουν» και «γκρεμίζονται» με το πέρας των δεκαετιών. Η περιήγηση στα καλντερίμια της πόλης, θα ολοκληρωθεί με τη θέαση ενός καλαίσθητου σπιτιού «από μέσα». Ας κλείσουμε τα μάτια, ας το σκεφτούμε.
Υ.γ. Ο τίτλος του άρθρου, είναι εμπνευσμένος από τη συναισθηματικά φορτισμένη ρητορική απορία του πατέρα μου, «τι θα απογίνει η παγωνιέρα»; Αντικείμενο που κληρονόμησε από το νονό του, συντήρησε και φύλαξε στο σπίτι του για αρκετές δεκαετίες και αντιλαμβάνεται πως δεν έχει θέση στα σύγχρονα σπίτια των παιδιών του. Η παγωνιέρα ήταν ξύλινο ντουλάπι επενδυμένο με αλουμίνιο. Είχε χώρο που προορίζονταν για κολόνα πάγου. Επέτρεπε την ολιγοήμερη φύλαξη ευαίσθητων τροφίμων.